Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2020
Ο,ΤΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΕΧΕΤΕ ΑΚΟΥΣΕΙ, ΕΙΝΑΙ ΨΕΜΑ! «ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ», Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΤΑΙΝΙΑ
Η προσευχή μας και η ανταπόκριση του Θεού…
Η προσευχή μας και η ανταπόκριση του Θεού…
Εάν ζητήσεις κάτι από το Θεό, και δεν εισακουσθείς γρήγορα, μη λυπάσαι γιατί εσύ δεν είσαι πιο σοφός από το Θεό.
Αυτό το κάνει ο Θεός από μακροθυμία ή δηλαδή γιατί είσαι ανάξιος να δεχθείς την εκπλήρωση του αιτήματος σου, και άρα θα ζημιωθείς αν το λάβεις, ή γιατί η κατάσταση και η πορεία της καρδιάς σου δεν είναι ανάλογη με τα αιτήματα σου, ή γιατί δεν έφθασες ακόμη σε τέτοια πνευματικά μέτρα, ώστε να μπορείς να δεχθείς το χάρισμα πού ζητάς.
Διότι δεν πρέπει να επιβάλλουμε στον εαυτό μας να δέχεται πράγματα που ακόμη δεν αντέχουν τα μέτρα μας, για να μην αχρηστευθεί αυτό πού θα μας χαρίσει ο Θεός, με το να το λάβουμε γρήγορα.
Διότι ότι λαμβάνουμε εύκολα, γρήγορα το χάνουμε ενώ ένα πράγμα που το αποκτάμε με καρδιακό πόνο, το φυλάγουμε σαν θησαυρό, με μεγάλη προσοχή.
Όσιος Ισαάκ ο Σύρος
Άγιος Αμφιλόχιος Μακρής: Η ευχή περιέχει τα πάντα
Άγιος Αμφιλόχιος Μακρής: Η ευχή περιέχει τα πάντα
Να λέγεις παιδί μου την ευχή. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», ημέρα και νύχτα συνέχεια. Η ευχή θα τα φέρει όλα, η ευχή περιέχει τα πάντα: αίτηση, παράκληση, πίστη, ομολογία, θεολογία κλπ.
Η ευχή να λέγεται χωρίς διακοπή. Η ευχή θα φέρει ολίγον κατ’ ολίγον ειρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα.
Η ειρήνη και η γλυκύτης θα φέρουν περισσότερον ευχή, και η ευχή κατόπιν, περισσοτέραν ειρήνη και γλυκύτητα κ.ο.κ. θα έρθει στιγμή που αν θα σταματάς την ευχή, θα αισθάνεσαι άσχημα.
Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020
Κλῖμαξ, Λόγος 19, περὶ Ἀγρυπνίας Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος
(Διὰ τὴν σωματικὴν ἀγρυπνίαν, καὶ διὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ ἐπιτελῶμεν αὐτήν)
Στοὺς ἐπιγείους βασιλεῖς, ἄλλοι παρίστανται ἄοπλοι καὶ γυμνοί, ἄλλοι μὲ ράβδους, ἄλλοι μὲ ἀσπίδες καὶ ἄλλοι μὲ ξίφη. Εἶναι δὲ μεγάλη καὶ ἀσύγκριτη ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στοὺς πρώτους καὶ στοὺς τελευταίους. Διότι οἱ πρῶτοι εἶναι συνήθως συγγενεῖς καὶ οἰκειακοὶ τοῦ βασιλέως. Καὶ αὐτὰ μὲν συμβαίνουν σ᾿ αὐτούς.
Ἐμπρὸς λοιπὸν καὶ ἐμεῖς νὰ ἐξετάσωμε πῶς παριστάμεθα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ Βασιλέως μας στὶς ἑσπερινές, τὶς νυκτερινὲς καὶ τὶς λοιπὲς παραστάσεις καὶ προσευχές.
Παράδεισος καί γῆ εἶναι ἕνα! Στανιλοάε Δημήτριος (Πρεσβύτερος(+))
Νά πίνει κανείς πνευματικά ἀπό ἕνα πρόσωπο, σημαίνει κοινωνία μαζί του. Νά πίνει πνευματικά ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, σημαίνει νά κοινωνεῖ μέ μία πηγή ἀτελεύτητης πνευματικῆς δύναμης, πού ἔκανε ἄφθαρτο καί τό σῶμα πού προσέλαβε καί τά σώματα ἐκείνων, πού κοινωνοῦν μαζί της. Τό ἀναστημένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἔχει πνευματωθεῖ ἀπό τή δύναμη τοῦ θεωμένου πνεύματός του. Κι αὐτή ἡ πνευματοποιημένη κατάσταση τό πνευματώνει σέ τέτοιο βαθμό, πού δέν νοεῖται πιά ὡς ἀδιαπέραστο ἀντικείμενο, ἀλλά, μέ τό νά ἔχει ἀφομοιώσει τήν ἰδιότητα τοῦ ρευστοῦ ὑποκειμένου, (νοεῖται) ὡς διεισδυτικό καί μεταδόσιμο, ἱκανό νά ἐσωτερικευθεῖ στά ἄλλα ὑποκείμενα, ὡς τό καθαυτό πνευματικό ὑποκείμενο. «Τήν ἑαυτοῦ σάρκα λύχνου τρόπον ἐξάψας τῷ φωτί τῆς ἑαυτοῦ θεότητας», λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Τό σῶμα γίνεται φωτεινό ὅπως ἡ θεότητά του, καθώς αὐτή τό φωτίζει, ἤ ὅπως ἡ θεωμένη φύση τοῦ Χριστοῦ.
Μέσα σ’ αὐτές τίς συνθῆκες, τό ὅριο ἀνάμεσα στό ὑποκείμενο καί τό ἀντικείμενο ὑπερβαίνεται. Ἀκόμη καί τά ὅρια ἀνάμεσα στό ἐγώ καί στό ἐσύ ὑπερβαίνονται, χωρίς νά συγχέονται. Εἶσαι μέσα μου, μέσα στό ὑποκείμενό μου κι ἐγώ γίνομαι ὑποκείμενο μέσα σου. Ὅλα εἶναι μέσα στήν ὑποκειμενικότητά μου, χωρίς νά χάνουν τήν πραγματικότητά τους ἤ τήν ἀντικειμενικότητά τους μέσα μου, ἄλλα νά βρίσκουν ὅλη τους τή σημασία καί τό βάθος καί νά παραμένουν πηγή ἀστείρευτή τοῦ πλούτου μου.
Συμβουλές πνευματικές γιά θάρρος καί προσευχή Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος
Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά. Ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει. Τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.
Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω ν' ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θ' ἀπαλλαγεῖς ἀπό τὴ σύγχυση καὶ τὴν ταραχή.
Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἤ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ' ὅλη τη διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιά σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. "Τὸ μέλλον μου", πές Του, "τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου. "Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ' ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ' ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ' ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μιὰ φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ' Ἐσένα".
Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλά καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἡ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπό τὴ θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.
Ὕστερ' ἀπὸ μιά τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι - "Αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς". Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πὼς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ' Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ' ἀνησυχεῖς πιά καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θα ἐνεργεῖς σύμφωνα μ' αὐτὸ ποὺ στέλνει.
Ἁγιότητα καὶ Θεὸς Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Κάθε ἁγιότητα εἶναι ἡ ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ μέσα μας: εἶναι μία ἁγιότητα ποὺ σημαίνει συμμετοχὴ καὶ ὑπὸ μία ἔννοια κάτι περισσότερο ἀπὸ αὐτό, ἀφοῦ συμμετέχοντας σ’ ὅ,τι δεχόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό, γινόμαστε μία ἀποκάλυψη ἐκείνου ποὺ μᾶς ξεπερνᾶ. Καθὼς γινόμαστε φῶς περιορισμένο, ἀποκαλύπτουμε τὸ Φῶς. Ὅμως, δὲν θὰ πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι σ’ αὐτὴ τὴ ζωή ἐντός τῆς ὁποίας πασχίζουμε γιὰ ἁγιότητα, ἡ πνευματικότητά μας πρέπει νὰ ὁρίζεται ἀπὸ πολὺ ἀντικειμενικοὺς καὶ συγκεκριμένους ὅρους. Ὅταν διαβάζουμε βιβλία γιὰ τὴν πνευματικότητα ἢ βιβλία ποὺ καταπιάνονται μὲ τὴ μελέτη τοῦ θέματος αὐτοῦ, βλέπουμε πὼς ἡ πνευματικότητα ὁρίζεται πολὺ συχνὰ (εἴτε αὐτὸ λέγεται ρητὰ εἴτε ἁπλῶς ὑπονοεῖται) ὡς μία στάση, μία κατάσταση τῆς ψυχῆς, μία ἐσωτερικὴ συνθήκη, ἕνας τύπος ἐσωτερικότητας κ.ο.κ. Στὴν πραγματικότητα, ἂν ἀναζητήσετε τὴ βαθύτερη σημασία καὶ τὸν ἐσωτερικὸ πυρήνα τῆς πνευματικότητας, θὰ ἀνακαλύψετε ὅτι αὐτὴ δὲν ἀποτελεῖται ἀπὸ καταστάσεις τῆς ψυχῆς, οἰκεῖες σέ μᾶς, ἀλλὰ ὅτι ἀποτελεῖ τὴν παρουσία καὶ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν κόσμο, ἐντὸς ἡμῶν, ἐξ ἡμῶν καὶ δι’ ἡμῶν. Κατ’ οὐσίαν δηλαδή, δὲν πρόκειται γιὰ ἕνα ζήτημα τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο τὴν ἐκφράζουμε.
Ὑπάρχει μία ἀπόλυτη ἀντικειμενικότητα τόσο στὴν ἁγιότητα ὅσο καὶ στὴν πνευματικότητα ποὺ ἐκφράζεται μέσα ἀπ’ αὐτή. Ἡ πνευματικότητα εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέει ὅτι εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ μᾶς διδάσκει νὰ λέμε: «Ἀββᾶ ὁ πατήρ». Εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, αὐτὸ ποὺ δίνει ἐντὸς μας σχῆμα στὴ θεία γνώση. Κι ἀκόμα, δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἁγιότητα ἀπὸ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ -μόνο ὡς σῶμα Χριστοῦ μποροῦμε νὰ συμμετάσχουμε στὴν ἁγιότητα, μόνο ὡς σῶμα Χριστοῦ μποροῦμε νὰ συμμετάσχουμε στὸν Χριστὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἂν ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα, τότε ἀναδύεται ἕνα ἐρώτημα τεράστιας σημασίας. Στὴν προοπτική τῆς ἀναζήτησής μας γιὰ ἁγιότητα, μέσα στὸ πλαίσιο (εἴτε τὸ θέλουμε εἴτε ὄχι) τοῦ κτιστοῦ κόσμου καὶ τοῦ κόσμου τῶν ἀνθρώπων (τοῦ τραγικοῦ καὶ περίπλοκου κόσμου ποὺ ζοῦμε), ἂν εἶναι ἡ παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αὐτὸ ποὺ ἡ ἁγιότητα τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ ἐκφράζει στὸ πρόσωπο καθενὸς ἀπὸ τὰ μέλη της, τότε ποιὸ εἶναι τὸ ὅριο αὐτῆς τῆς ἀγάπης; Μὲ ἄλλα λόγια, ποῦ βρίσκεται τὸ ὅριο τῆς δικῆς μας αἴσθησης ἀλληλεγγύης καὶ εὐθύνης; Ὑπάρχει ἄραγε κάποια στιγμὴ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀπαγκιστρωθοῦμε καὶ νὰ ποῦμε: «Σὲ ἀφήνω, πάρε τὸν δρόμο σου· ἂν μετανοήσεις, ἂν ἀλλάξεις, θὰ ξαναβρεθοῦμε καὶ πάλι, ἀλλὰ ὅσο εἶσαι ἔτσι ὅπως εἶσαι, δὲν μπορῶ νὰ παραμένω μαζί σου»; Ἢ μήπως δὲν ὑπάρχουν ὅρια, ὄχι μόνο στὴ συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ καὶ στὴν πελώρια καὶ παθιασμένη ἀλληλεγγύη Του; Ἡ Βίβλος, σὲ περισσότερα ἀπὸ ἕνα ἐδάφια, θέλοντας νὰ μᾶς τοποθετήσει ἐνώπιον τῆς παρουσίας τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο «Ἔρως», κάνει δηλαδὴ λόγο γιὰ μιὰ ἀγάπη καὶ μιὰ δέσμευση ἀπόλυτη καὶ παθιασμένη, ποὺ ἐναγκαλίζεται τὰ πάντα, χωρὶς νὰ ἀποκλείει τίποτα.
Θὰ ἤθελα νὰ ἐπιστήσω τὴν προσοχή σας σὲ μιὰ ἀναφορὰ ποὺ σίγουρα δὲν εἶναι βιβλικὴ καὶ δὲν διαθέτει κάποια αὐθεντία ἀπὸ μόνη της, ἀλλὰ ποὺ ὡστόσο μοῦ φαίνεται ἐνδιαφέρουσα. Τὸν δέκατο ἕβδομο αἰώνα, ἕνας Ρῶσος ἱερέας. ἕνας ἄνθρωπος μὲ φλογερὸ φρόνημα, ἔγραψε τὴν αὐτοβιογραφία του. Ἤθελε νὰ καταδείξει πὼς ἕνας ἄνθρωπος πίστης μπορεῖ νὰ παραμείνει ἑδραῖος στὴν πίστη του, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ δολιότητα (ἢ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἐξελάμβανε ὡς δολιότητα) τῆς ὁρατῆς Ἐκκλησίας. Στὸ πρόλογο αὐτῆς τῆς αὐτοβιογραφίας, ὁ συγγραφέας κάνει λόγο γιὰ τὴ θεία Σύνοδο ποὺ προηγήθηκε τῆς κτίσης τοῦ κόσμου καὶ λέει: «Στὸ φῶς ὅσων γνωρίζουμε γιὰ τὸν ἔνσαρκο Θεό, μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς κάποια στιγμὴ ὁ Πατέρας εἶπε στὸν Υἱό: «Υἱέ μου, ἂς ποιήσουμε τὸν ὁρατὸ κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο». Καὶ ὁ Υἱὸς ἀπάντησε: «Πατέρα, ἂς γίνει κατὰ τὸ θέλημά Σου». Καὶ ὁ Πατέρας πρόσθεσε: «Υἱέ μου, γνωρίζεις ἄραγε πὼς ἂν ἐνεργήσω διά Σοῦ, θὰ ἔρθει κάποια μέρα ποὺ ὁ ἄνθρωπος θὰ μᾶς προδώσει καί, προκειμένου νὰ τὸν φέρουμε πάλι κοντά μας, θὰ πρέπει νὰ πεθάνεις;». Καὶ ὁ Υἱὸς ἀπάντησε καὶ πάλι: «‘Ἂς γίνει κατὰ τὸ θέλημά Σου, Πατέρα». Κι ἔτσι πλάστηκε ὁ κόσμος». Αὐτὸ τὸ ἀπόσπασμα δὲν εἶναι ἀπὸ κάποιο ἀπόκρυφο κείμενο, δὲν προσποιεῖται δηλαδὴ ὅτι διατυπώνει κάποια βιβλικὴ πραγματικότητα μὲ ἄλλη ὁρολογία, ἀλλὰ ἐκφράζει μία βαθιὰ ἐσωτερικὴ ἀλήθεια: ὁ Θεός, μέσα στὴν πραγματικότητα τῆς θείας πανσοφίας Του, θέλησε καὶ κάλεσε στὴν ὕπαρξη τὸν κόσμο, ἔχοντας πλήρη συνείδηση τῶν συνεπειῶν ποὺ αὐτὴ ἡ θεία κλήση (ἡ θεία κλήση ποὺ ἔκανε ἕναν ἐλεύθερο κόσμο νὰ ἀναδυθεῖ ἐκ τοῦ μηδενὸς) θὰ εἶχε γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Αὐτὸς εἶναι, θὰ λέγαμε, ἕνας ἀγώνας μεταξὺ Θεοῦ καὶ κόσμου, καὶ ἡ τραγωδία γιὰ τὴν ὁποία τόσο συχνὰ παραπονιόμαστε εἶναι πιὸ τραγικὴ γιὰ τὸν Θεὸ παρὰ γιὰ τὸν κόσμο!
Μέσα ἀπὸ τὴν Ἱστορία τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, βλέπουμε πὼς ὁ Θεὸς ἀναλαμβάνει συνεχῶς τὴν πλήρη εὐθύνη τῆς δημιουργικῆς Του ἐνέργειας. Βῆμα-βῆμα ὑποστηρίζει τοὺς προφῆτες, διακηρύσσει τὸ θέλημά Του, ἀποκαλύπτει τὸ βάθος τῆς σκέψης Του. Ὁ Ἀμὼς λέει ὅτι προφήτης εἶναι ἐκεῖνος μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς μοιράζεται τὶς σκέψεις Του. Καὶ ὁ Θεὸς διατηρεῖ τὴν πιστότητά του, ὅταν ἡ κτίση γίνεται ἄπιστη -θυμηθεῖτε τὸν Ὠσηὲ καὶ τὶς εἰκόνες ποὺ δίνει γιὰ τὸν πιστὸ σύζυγο, ποὺ ἐγκαταλείπεται ἀπὸ τὴ σύζυγό του. Ἔτσι, πίσω ἀπὸ καθετὶ ὑπάρχει μία μονομερὴς ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία ὅμως ὁ Θεὸς σηκώνει τὴν πλήρη καὶ ἔσχατη εὐθύνη. Αὐτὸ εἶναι σημαντικό, ἐπειδὴ ἂν εἴμαστε «ἐν Θεῷ», πρέπει νὰ μοιραστοῦμε μαζί Του αὐτὴ τὴ θεία εὐθύνη, ἢ τουλάχιστον νὰ λάβουμε ἀπ’ αὐτὴ τὸ μερίδιό μας. Ἡ ἐπιλογή μας νὰ εἴμαστε Ἐκκλησία δὲν ἀποτελεῖ παραδείσιο προνόμιο. Εἶναι κατ’ οὐσίαν μία ἐπιλογὴ συμμετοχῆς στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ συνάμα καὶ μία ἐπιλογὴ συμμετοχῆς στὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴν Ἐνσάρκωση καὶ τὴ θεία οἰκονομία τῆς σωτηρίας. Θέλω ἐδῶ νὰ ἐπιμείνω στὴν ἔνταση αὐτῆς τῆς ἀλληλεγγύης, στρέφοντας ἁπλὰ τὴ σκέψη σας σ’ ἐκεῖνα τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, τὰ τελευταῖα Του σχεδὸν λόγια, ποὺ πρόφερε πάνω στὸν σταυρό: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες;».
Ὅταν μιλᾶμε γιὰ ἀλληλεγγύη τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους μέσα ἀπὸ τὴν Ἐνσάρκωση, ἔχουμε συνεχῶς κατὰ νοῦ τὶς μείζονες καὶ ἐλάσσονες ἐκφράσεις αὐτῆς τῆς ἀντινομίας. Ἔχουμε κατὰ νοῦ τοὺς περιορισμοὺς στοὺς ὁποίους ὁ ἴδιος ὁ Θεῖος Λόγος ὑπέβαλε τὸν ἑαυτό Του, εἰσερχόμενος στὴν ἱστορία καὶ γενόμενος δέσμιος τοῦ χώρου: πεινᾶ, διψᾶ, κουράζεται. Καὶ σὲ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο: ἀναζητᾶ καὶ ἀποδέχεται τὴ συντροφιὰ τῶν ἁμαρτωλῶν. Ζεῖ καταμεσῆς τοῦ μίσους καὶ ἐν τέλει αὐτὸ τὸ μίσος εἶναι ποὺ Τὸν σκοτώνει. Αὐτὲς οἱ δύο τελευταῖες λέξεις μοῦ φαίνονται πολὺ ἀδύναμες, καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀδυναμία τους: «τὸ ἀνθρώπινο μίσος Τὸν σκοτώνει». Αὐτὸ ἐμποδίζει τοὺς ἀνθρώπους νὰ κατανοήσουν τί τὸ ἰδιαίτερο εἶχε ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ. Ἂν εἶναι ζήτημα θανάτου, τότε ὅλοι ὅσοι συμμετέχουν στὴ θνητότητα πεθαίνουν -κι Ἐκεῖνος δὲν ἔκανε τίποτα παραπάνω ἀπ’ ὅ,τι ὅλοι μας κάποτε θὰ κάνουμε. Ἂν εἶναι ζήτημα βασάνων, τότε ὑπάρχουν μυριάδες ἄνθρωποι ποὺ ὑπέφεραν ἀπείρως περισσότερο ἀπ’ ὅσο Ἐκεῖνος στὸν σταυρό. Δύο ληστὲς σταυρωνόντουσαν τὴν ἴδια ὥρα μ’ Ἐκεῖνον – πέθαναν κι ἐκεῖνοι θάνατο ἀνθρώπινο πάνω στὸν σταυρό. Ἂν φέρουμε στὸ νοῦ μας τὸ ἑνδέκατο κεφάλαιο τῆς πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς, βλέπουμε ὅτι τὰ ἀνθρώπινα βάσανα, ἡ ἀνθρώπινη φρίκη, ἀκόμα κι ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς ἁγιότητας, ἔχουν ξεπεράσει ὅ,τι θὰ μπορούσαμε νὰ φανταστοῦμε γιὰ τὰ σωματικὰ βάσανα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ τραγικότητα τοῦ θανάτου Του δὲν ἀποτελεῖ τὴν ἀπώτατη συμμετοχή Του στὴν ἀνθρώπινη τραγωδία καὶ τὴν ἀνθρώπινη μοίρα.
Ἡ μοναδικὴ ἀνθρώπινη τραγωδία, ἡ μόνη ποὺ μετρᾶ, αὐτὴ ἀπὸ τὴν ὁποία προκύπτουν ὅλες οἱ ἄλλες, εἶναι ἡ θνητότητα, καὶ αὐτὴ ἡ θνητότητα συνδέεται μὲ τὴν ἁμαρτία, μὲ τὸν ἀποχωρισμὸ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ εἶναι σ’ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ σημεῖο ποὺ ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀλληλεγγύη Του μὲ μᾶς περιέχει κάτι πιὸ τρομερὸ ἀπ’ ὅσο μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς λέει στὴ μελέτη του γιὰ τὴν Ἐνσάρκωση: «Εἶναι ἀδιανόητο νὰ λέμε πὼς θὰ μποροῦσε ἡ ἀνθρώπινη σάρκα ποὺ εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μὲ τὴ Θεότητα παντοτινὰ νὰ εἶναι θνητή, ἔστω καὶ ὡς ἀνθρώπινη σάρκα». Νὰ εἶσαι θνητὸς σημαίνει νὰ εἶσαι ἀποχωρισμένος. Καὶ ὁ Μάξιμος ὑπογραμμίζει τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς ἐνσάρκωσης, ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ, ἐξαιτίας τῆς συνόδου θεότητας καὶ ἀνθρωπότητας στὸ πρόσωπό Του, ἦταν ἀθάνατος, ἐλεύθερος ἀπὸ τὴν ἀναγκαιότητα τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατός Του δὲν εἶναι μόνο μία ἁπλὴ ἀποδοχὴ τῆς ἀνθρώπινης συνθήκης, ἀλλὰ διέπεται ἀπὸ τὴν ἔσχατη ἐμπειρία τῆς ἀνθρώπινης τραγωδίας, ποὺ συνίσταται στὴν ἀπώλεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ θανάτωση ἐξαιτίας αὐτοῦ. Ἐδῶ ἔχουμε κάτι ἐξαιρετικὰ σημαντικό: Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἐνσάρκωσή Του ἀποδέχτηκε ὄχι μόνο τὰ ὅρια ἀλλὰ καὶ τὸ βάθος τῆς τραγωδίας μας. Ὅπως λέει καὶ τὸ παλιὸ λόγιο, ὅ,τι ὁ Χριστὸς δὲν προσέλαβε, παραμένει ἐκτός τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας. Ἂν ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε συμμετάσχει στὴ διάρρηξη τῶν σχέσεών μας μὲ τὸν Θεό, στὴν ἀποξένωσή μας ἀπὸ Ἐκεῖνον, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἕνας θεολόγος μας ἀποκάλεσε «ψυχολογικὴ ἔκληψη» καὶ ποὺ Τὸν ἔκανε νὰ ἀπωλέσει τὴ θέα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, τότε δὲν θὰ εἶχε πλήρως συμμετάσχει στὴ θνητότητά μας, καὶ ἡ θνητότητά μας θὰ ἔμενε ἔξω ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Ἀπολύτρωσης.
Ἑπομένως, βλέπουμε πόσο μακριὰ πηγαίνει ἡ θεία ἀγάπη μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀλληλεγγύη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς: Ὁ Χριστὸς ἀποδέχεται ὄχι μόνο τὸ νὰ εἶναι ὡς ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς, ὄχι μόνο νὰ συμμετέχει σὲ καθετὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ συμμετέχει καὶ σ’ αὐτὴ τὴν ἀποξένωσή μας, στὸ γεγονὸς τῆς ξενιτείας καὶ τῆς ἀπομάκρυνσής μας ἀπὸ τὸν Πατέρα, προκειμένου νὰ συμμετέχει στὴ μοναδικὴ τραγωδία τοῦ ἀνθρώπου: τὸν ἀθεϊσμό.
Ἡ ἴδια ἰδέα ἐκφράζεται καὶ στὸ Ἀποστολικὸ Σύμβολο, ὅταν λέμε «Καταβέβηκεν εἰς τὸν Ἅδη». Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Δάντη σκεφτόμαστε τὸν Ἅδη (τὴν κόλαση) μὲ ὅρους βασανιστηρίων. Ὅμως ὁ Ἅδης γιὰ τὸν ὁποῖο κάνει λόγο ἡ Παλαιὰ Διαθήκη δὲν εἶναι μία κόλαση βασανιστηρίων, ἀλλὰ ὁ Sheol, ὁ τόπος ἐκεῖνος ὅπου ἀποκόπτονταν κάθε ἀνθρώπινη ψυχή, ὁ τόπος ὅπου δὲν ὑπῆρχε ὁ Θεός, ἐπειδὴ πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀπολύτρωση τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρχε ἕνα χάσμα μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, τὸ ὁποῖο μόνο ἡ Ἀπολύτρωση, τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ μποροῦσε νὰ πληρώσει. Κατεβαίνει λοιπὸν στὸν Ἅδη. Ὁ Ἅδης ἀνοίγει διάπλατα γιὰ νὰ ἁρπάξει ἕνα νέο θύμα καὶ νὰ γίνει αὐτὸ σημεῖο τῆς τελειωτικῆς του νίκης ἐπὶ τοῦ Θεοῦ, χωρὶς ὅμως νὰ γνωρίζει ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ δεχόταν. Καὶ μέσα σ’ αὐτὸ τὸν Ἅδη ποὺ δέχεται ἕναν ἄνθρωπο, εἰσέρχεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Πιστεύω πὼς ὑπάρχει ἐδῶ μιὰ μικρολεπτομέρεια ποὺ ἐξηγεῖ τί εἴδους προμήνυμα εἶχε ὁ ψαλμωδός, ὅταν διακήρυττε: «Ποῦ νὰ πάω μακριὰ ἀπὸ τὸ Πρόσωπό Σου; Στὸν οὐρανό; Μὰ ἐκεῖ εἶναι ἡ κατοικία Σου. Στὸν Ἅδη; Μὰ κι ἐκεῖ εἶσαι Ἐσύ». Δὲν ὑπάρχει τίποτα πλέον ἀπὸ τὴ συνθήκη τοῦ κτιστοῦ, τίποτα ἀπὸ τὴ συνθήκη τοῦ ἀνθρώπου (πέρα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία), ποὺ νὰ εἶναι ἐκτός τῆς ἐμπειρίας τοῦ Χριστοῦ, ἔξω ἀπὸ τὴν πραγματικότητα τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ πάντα περιέχονται σ’ Ἐκεῖνον, καὶ δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ἀθεϊστὴς στὸν κόσμο ποὺ νὰ γνώρισε τὸν ἀθεϊσμό, τὴν ἀπώλεια τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν τρόπο ποὺ τὴ γνώρισε ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ποὺ πέθανε πάνω στὸν σταυρὸ μὲ αὐτὴ τὴν ἀπόλυτη κραυγὴ τῆς ὀδύνης καὶ τῆς ἀγωνίας. Κι ἐδῶ πάλι βλέπουμε τὸ εὖρος τῆς θείας ἀγάπης καὶ τὸ βάθος τῆς ἀποδοχῆς ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ ὅλων ἐκείνων ποὺ ἀποτελοῦν τὴν ἀνθρώπινη συνθήκη. «Τίποτα ἀνθρώπινο δὲν μοῦ εἶναι ξένο», λέει ὁ Τερτυλλιανός. Ἴσως δὲν γνώριζε τί ἔκταση εἶχε αὐτὴ ἡ ἀποδοχὴ τῆς ἀνθρώπινης συνθήκης ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ. Πέθανε. Πέθανε ἀναμάρτητος. Μὲ τί εἴδους θάνατο πέθανε; Μὲ τὸν δικό μας, μὲ ἕνα θάνατο δανεικό. Αὐτὴ δὲν εἶναι ἡ θεία κλήση, νὰ παραμένεις ἀναμάρτητος καὶ νὰ πεθαίνεις ἕνα θάνατο δανεικό;
Μάθε νά προσεύχεσαι Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Ἄν ἡ ἀπελπισία μας πηγάζει ἀπό πολύ βαθιά μέσα μας, ἄν αὐτό πού ζητᾶμε, αὐτό γιά τό ὁποῖο κραυγάζουμε, εἶναι τόσο οὐσιαστικό ὥστε νά καλύπτει ὅλες τίς ἀνάγκες τῆς ζωῆς μας, τότε βρίσκουμε κατάλληλα λόγια νά προσευχηθοῦμε καί μποροῦμε νά φτάσουμε στήν κορυφαία στιγμή τῆς προσευχῆς μας, τή συνάντηση μέ τό Θεό.
Θά ἤθελα νά πῶ κάτι γιά τήν «κραυγή» τῆς προσευχῆς. Φώναζε δυνατά ὁ τυφλός Βαρτίμαιος. Τί λέει ὅμως τό Εὐαγγέλιο γιά τούς ἀνθρώπους γύρω του; Προσπαθοῦσαν, λέει, νά τόν κάνουν νά σιωπήσει. Μποροῦμε νά φανταστοῦμε ὅλους ἐκείνους τούς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους μέ τήν καλή ὅραση, τά γερά πόδια, τήν καλή ὑγεία πού περικύκλωναν τό Χριστό καί μιλοῦσαν γιά ὑψηλά θέματα, γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού ἔρχεται, γιά τά μυστήρια τῶν Γραφῶν, νά γυρίζουν πρός τό Βαρτίμαιο καί νά τοῦ λένε: «ἐπί τέλους, δέν μπορεῖς νά ἡσυχάσεις; Τά μάτια σου, τά μάτια σου, καί τί σημασία ἔχουν αὐτά ἐνῶ μιλοῦμε γιά τό Θεό;»
Ὁ Βαρτίμαιος φαινόταν σάν κάτι ξένο πού ξαφνικά ἔμπαινε στή μέση καί, ἀδιαφορῶντας τελείως γιά τά συμβαίνοντα, ζητοῦσε ἀπό τό Θεό κάτι πού ἀπελπιστικά τό εἶχε ἀνάγκη. Καί ὅλα αὐτά τά ἔκανε παρά τό γεγονός ὅτι μέ τίς φωνές του κατέστρεψε τήν ἁρμονία τῶν ἐθιμοτυπικῶν συζητήσεων γύρω του. Οἱ ἐνοχλημένοι θά μποροῦσαν νά τόν ἀπομακρύνουν καί νά τόν κάνουν νά σιωπήσει. Τό Εὐαγγέλιο ὅμως λέει πώς, ἐνῶ ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά τόν ἡσυχάσουν, αὐτός ἐπέμενε, γιατί αὐτό πού ζητοῦσε εἶχε πολύ μεγάλη σημασία γιά τόν ἴδιο. Ὅσο περισσότερο προσπαθοῦσαν νά τοῦ κλείσουν τό στόμα, τόσο πιό πολύ ἐκεῖνος φώναζε.
Ἐδῶ βρίσκεται τό μήνυμά μου. Ὑπάρχει στήν Ἑλλάδα ἕνας ἅγιος, ὀνομάζεται Μάξιμος. Ἦταν νέος ὅταν μία μέρα πῆγε στήν Ἐκκλησία καί ἄκουσε τό ἀνάγνωσμα τοῦ Ἀποστόλου πού λέει ὅτι πρέπει νά προσευχόμαστε «ἀδιαλείπτως». Αὐτό ἔκανε τόση ἐντύπωση στό Μάξιμο ὥστε σκέφτηκε πώς δέν θά μποροῦσε νά κάνει τίποτα ἄλλο παρά νά προσπαθήσει νά τηρήσει αὐτή τήν ἐντολή.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς διαρκής Πεντηκοστή Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς
Ποιὸς εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός; Ποιὸς εἶναι σὲ Αὐτὸν ὁ Θεὸς καὶ ποιὸς ὁ ἄνθρωπος; Πῶς γνωρίζεται ὁ Θεὸς στὸν Θεάνθρωπο καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος; Τί ἐδώρησε σέ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Θεὸς ἐν τῷ Θεανθρώπῳ; Ὅλα αὐτὰ τὰ φανερώνει σέ μᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ «Πνεῦμα τῆς ἀληθείας». Μᾶς ἀποκαλύπτει δηλαδὴ ὅλη τὴν ἀλήθεια γιὰ Αὐτόν, γιὰ τὸν Θεὸ ἐν Αὐτῷ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸ τί χάρισε σ’ ἐμᾶς μ’ ὅλα αὐτά. Αὐτὸ ἐπίσης ἀπείρως ξεπερνᾷ κάθε τί ποὺ οἱ ἀνθρώπινοι ὀφθαλμοὶ εἶδαν καὶ τοῖς ὠσίν αὐτῶν ἠκούσθη καὶ ἡ καρδία αὐτῶν κάποτε αἰσθάνθηκε.
Μὲ τὴν ἔνσαρκη ζωή του στὴ γῆ ὁ Θεάνθρωπος ἐγκαθίδρυσε τὸ Θεανθρώπινό του Σῶμα, τὴν Ἐκκλησία, καὶ μὲ αὐτὴν προετοιμάζει τὸν γήινο κόσμο γιὰ τὴν ἔλευση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ψυχῆς Αὐτοῦ τοῦ Σώματος.
Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατῆλθε ἐξ οὐρανοῦ στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ πάντα παρέμεινε σὲ Αὐτὸ σὰν Πᾶν-Ζωοποιὸς ψυχὴ Αὐτοῦ. Αὐτὸ τὸ ὁρατὸ θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συγκροτοῦν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι μὲ τὴν πίστη των στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ ὡς τέλειου Θεοῦ καὶ ὡς τέλειου ἀνθρώπου. Καὶ ἡ κάθοδος καὶ ἡ σύνολη δρατηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο καὶ ἐξαιτίας τοῦ Θεανθρώπου.
Κάθε τί στὴν Θεανθρώπινη Οἰκονομία τῆς σωτηρίας προῆλθε ἀπὸ τὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τέλος, ἀκόμη ὅλα συνοψίζονται καὶ ὑπάρχουν στὴν κατηγορία τῆς θεανθρωπότητας ἀκόμη καὶ ἡ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάθε ἐνεργητικότητα Αὐτοῦ στὸν κόσμο εἶναι ἀχώριστη ἀπὸ τὸ θεανθρώπινο ἀνδραγάθημα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἡ Πεντηκοστὴ μὲ ὅλες τὶς αἰώνιες δωρεὲς τῆς Τριαδικῆς Θεότητος καὶ Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσδιόριζε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς πίστης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς παράδοσης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς ἱεραρχίας, ἀκόμη καὶ κάθε τί Ἀποστολικοῦ ποὺ εἶναι θεανθρώπινο.
Ἡ Ἁγία πνευματικὴ ἡμέρα ἡ ὁποία ἄρχισε μὲ τὴν Ἁγία Πεντηκοστὴ ἀδιάκοπα συνεχίζεται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ ἀνείπωτη πληρότητα ὅλων τῶν θεϊκῶν δωρεῶν καὶ ζωοποιῶν δυνάμεων. Κάθε τί στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πολὺ μικρὸ καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὑπερμέγεθες. Ὅταν ὁ ἱερεύς θυμιάζοντας στὴν Ἐκκλησία παρακαλεῖ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ καταπέμψει τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὸ ἀνέκφραστο θαῦμα τοῦ Θεοῦ ἡ Ἁγία Πεντηκοστὴ πρὶν ἀπὸ τὴν χειροτονία τοῦ ἐπισκόπου ἐπαναλαμβάνεται καὶ δίδει ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος καὶ μὲ αὐτὸ πασιφανῶς μαρτυρεῖ ὅτι ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συγκροτεῖται ἐν τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ἡ Ἁγια Γραφὴ καὶ ἡ γνώση Hopko Thomas Fr.
Σὰν φανέρωση τοῦ Θεοῦ, ἡ βαθύτερη σημασία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἔγκειται ὄχι ἁπλῶς στὸ τί λέγει γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ στὸ πῶς ἀποφέρει ἀληθῆ γνώση τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸ νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο σὲ ζωντανὴ κοινωνία μὲ Αὐτόν. Στὴν Ἐκκλησία ἡ Ἁγία Γραφὴ ὑπάρχει σὰν ἕνα μέσο γιὰ τὴν ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἐκ μέρους του γνώση τῆς θείας πραγματικότητας καὶ πάσης ἐν Θεῷ πραγματικότητας. Ἡ Ἁγία Γραφὴ μπορεῖ νὰ ὀνομασθεῖ συμβολικὸ βιβλίο στὴν κυριολεξία, τὸ ὁποῖο ἑνώνει τὸ θεῖο καὶ τὸ ἀνθρώπινο. Μπορεῖ νὰ ὀνομασθεῖ μυστικὸ βιβλίο, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι μετέχει στὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τὸ μυστήριο τὸ ὁποῖο εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία, ἀληθινὰ τὸ μυστήριο παντὸς ὅ,τι ὑπάρχει. Μέσα σ’ αὐτὸ τὸ μυστήριο, ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι τὸ λογικὸ ὄργανο ποὺ ἑνώνει τὸ Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο στὸ ἐπίπεδο τοῦ λόγου, ὁ ὁποῖος στὴν παράδοση καὶ τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης δὲν συνεπάγεται ἁπλὴ πληροφοριοδότηση ἤ κοινοποίηση δεδομένων, ἀλλὰ ἀποκάλυψη καὶ παρουσία τοῦ ἰδίου τοῦ ὑποκειμένου. Στὴν ἁγιογραφικὴ παράδοση ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν μέσα στὸ Λόγο Του καὶ διὰ τοῦ Λόγου Του ταυτίζεται μὲ αὐτόν. Ἕνας ποὺ βρίσκεται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ Λόγο Του εἶναι σὲ ἐπαφὴ μαζί Του. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ λόγος εἶναι μιὰ αὐτοφανέρωση, μιὰ ἀποκάλυψη, μιὰ παρουσία, μιὰ δύναμη, ἕνας τρόπος ἐπικοινωνίας καὶ ἕνωσης ἀνάμεσα στὸν ἀκροατὴ καὶ τὸν ὁμιλητή. Καὶ ὅμως ἔχει ἐπίσης καθ’ ἑαυτὸν μιὰ κάποια ὑπόσταση δική του, ἕνα εἶδος αὐτο-ἀνεξαρτησίας. ἅπαξ καὶ προφερθεῖ, ἡ ὁποία τοῦ ἐπιτρέπει ὅλο καὶ περισσότερο νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι καὶ νὰ ἐκτελεῖ τὶς λειτουργίες του.
Ὁ λόγος κάνει δυνατὴ μιὰ ζωντανὴ σχέση μὲ τὸ ὑποκείμενό του καὶ ἔτσι κάνει δυνατὸ ἐκεῖνο ποὺ ἡ ἐκκλησιαστικὴ καὶ ἁγιογραφικὴ παράδοση ἔχει πάντοτε κατανοήσει σὰν γνώση, δηλαδὴ τὴ συνειδητὴ γνώση τοῦ ὅτι εἶναι κανεὶς σὲ ζωντανὴ σχέση καὶ σὲ ὑπαρξιακὰ συγκεκριμένη κοινωνία μὲ τὸ γνωσθὲν ἀντικείμενο· μιὰ κατάσταση ἤ πράξη ποὺ ἀπαιτεῖ γιὰ τὴν ὁλοκλήρωσή της πνευματικὲς ἰδιότητες στὸ γνωρίζοντα, ἄλλες ἀπὸ ἐκεῖνες ἑνὸς καθαρὰ διανοητικοῦ χαρακτήρα, καὶ ἐπίσης μιὰ ὀντολογικὴ συσχέτιση ἀνάμεσα στὸ γνωρίζοντα καὶ στὸ γνωσθὲν ἀντικείμενο. Σὲ σχέση μὲ τὸ Θεό, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ ἀληθινὰ νὰ γνωρίσει τὸ Θεό, διότι δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ, γιὰ νὰ ἀκούει τὸ Λόγο Του καὶ νὰ ζεῖ καὶ νὰ γνωρίζει διὰ τοῦ Πνεύματός Του. Ἔτσι ὑπάρχει μιὰ οὐσιαστικὴ κατάσταση «ἐσωτερικῆς δόμησης» στὸν ἄνθρωπο, ποὺ οἰκοδομήθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό, ἡ ὁποία ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο ἀληθινὰ νὰ γνωρίσει τὸ Θεὸ καὶ νὰ τελειοποιήσει τὴν ὕπαρξή του δι’ αὐτῆς τῆς γνώσης.
Ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν προσευχή Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov (Ἐπίσκοπος Καυκάσου καί Μαύρης Θάλασσας)
Ἡ προσευχὴ ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ ὑπάρξει ἡ σωστὴ προετοιμασία πρὶν ἀπὸ αὐτὴν - ὅπως λέει καὶ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη: «Προετοιμάσου πρὶν προσευχηθεῖς καὶ μὴν γίνεσαι σὰν ἕνας ποὺ πειράζει τὸν Κύριο».
«Ὅταν θὰ σταθοῦμε μπροστὰ στὸν βασιλέα καὶ Θεό μας γιὰ νὰ συζητήσουμε μαζί Του», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «ἂς μὴν βιαστοῦμε νὰ τὸ κάνουμε χωρὶς προετοιμασία μήπως καὶ μᾶς δεῖ ἀπὸ μακρυὰ νὰ μὴν ἔχουμε τὰ ὅπλα καὶ τὴν στολὴ ποὺ ἁρμόζουν γιὰ τὴν παρουσίαση ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως καὶ διατάξει τοὺς ὑπηρέτες καὶ δούλους Του νὰ μᾶς δέσουν καὶ νὰ μᾶς ἐξορίσουν μακρυὰ ἀπὸ τὸ πρόσωπό Του καὶ τὶς δεήσεις μας νὰ τὶς σχίσουν καὶ νὰ τὶς πετάξουν στὸ πρόσωπό μας».
Ἡ πρώτη προετοιμασία συνίσταται στὸ νὰ ἐκδιωχθεῖ ἡ πικρία καὶ ἡ κατάκριση γιὰ τὸν πλησίον. Αὐτὴ ἡ προετοιμασία διατάσσεται ἀπὸ τὸν Κύριόν μας. «Καὶ ὅταν στήκητε προσευχόμενοι ἀφίετε εἴ τι ἔχετε κατὰ τινὸς ἵνα καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ἀφῇ ὑμῶν τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Εἰ δε ὑμεῖς οὐκ ἀφίετε, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν».
Ἡ περαιτέρω προετοιμασία περιλαμβάνει τὴν ἐκδίωξη τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν μὲ τὴν δύναμη τῆς πίστης στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν δύναμη τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς παράδοσης στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης μὲ τὴν ἀναγνώριση τῆς προσωπικῆς ἁμαρτωλότητος ποὺ ἔχει σὰν ἐπακόλουθο τὴν συντριβὴ καὶ ταπείνωση τοῦ πνεύματος. «Ἂν ἐπιθυμοῦσες θυσίες θὰ σοῦ τὶς πρόσφερα» λέει ὁ προφήτης Δαυὶδ στὸν Θεὸ ἐκ μέρους ὁποιουδήποτε ποὺ ἔπεσε καὶ παραμένει στὴν πτώση. Ὄχι μόνο μιὰ μερικὴ θυσία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ πλήρη «...ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει».
Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ἐπαναλαμβάνει τὸ ἀπόφθεγμα ἑνὸς ἄλλου ἁγίου: « Ἐὰν ἕνας δὲν ἀναγνωρίζει τὸν ἑαυτό του ὡς ἁμαρτωλὸ ἡ προσευχή του δὲν εἶναι δεκτὴ στὸν Θεό».
Θὰ πρέπει νὰ στέκεται ἕνας μπροστὰ στὸν ἀόρατο Θεὸ σὰν νὰ Τὸν βλέπει καὶ μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι τὸν βλέπει καὶ τὸν ἀκούει προσεκτικά. Θὰ πρέπει νὰ στέκεται ἕνας μπροστὰ στὸν ἀόρατο Θεό, ἀκριβῶς ὅπως ἕνας ἔνοχος ἐγκληματίας ποὺ εἶναι καταδικασμένος γιὰ ἀναρίθμητα ἐγκλήματα σὲ θάνατο στέκεται μπροστὰ σ’ ἕνα αὐστηρὸ καὶ ἀμερόληπτο δικαστή. Ἀκριβῶς! Στέκεται μπροστὰ στὸν Κυρίαρχο Δεσπότη καὶ Κριτή του, μπροστὰ στὸν Δικαστὴ στὸ βλέμμα τοῦ Ὁποίου καμμιὰ ἀνθρώπινη ψυχὴ δὲν θὰ δικαιωθεῖ• ὁ Ὁποῖος πάντα δικαιώνεται στὶς κρίσεις Του• ὁ Ὁποῖος, δὲν καταδικάζει παρὰ μόνον ὅταν μέσα στὴν ἀνέκφραστη ἀγάπη Του συγχωρεῖ κάποιου τὶς ἁμαρτίες του καὶ δὲν εἰσέρχεται εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Του.
Anthony Bloom:Εσύ είσαι η Αγάπη Μου!
Αnthony Bloom
Μητροπολίτης Anthony Bloom: Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κλίμακος
Μητροπολίτης Anthony Bloom: Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κλίμακος |