Σάββατο 17 Μαΐου 2014

Προφητικά λόγια του μακαριστού Γέροντος π. Αυγουστίνου, επισκόπου Φλωρίνης.

Προφητικά λόγια του μακαριστού Γέροντος π. Αυγουστίνου, επισκόπου Φλωρίνης.

ΑΦΗΣΑΜΕ ΤΑ ΧΩΡΙΑ…

…...Αφήσαμε τα χωριά δυστυχώς και μαζευτήκαμε στα αστικά κέντρα.

Θα 'ρθει όμως η μέρα –κ' είναι κοντά-, που θα πείτε:
"Ανάθεμα την ώρα που φύγαμε από τα χωριά μας!…"

Είναι μια αμαρτία μας αυτή. Γίναμε όλοι πρωτευουσιάνοι, κι αφήσαμε την ύπαιθρο να ερημώσει. Μόνο το Πάσχα τη θυμούνται και βγαίνουν. Θα' ρθει όμως μέρα που θα το πληρώσουμε.

Γιατί κάθε σπιθαμή γης και κάθε πέτρα του χωριού αξίζει περισσότερο από την Αθήνα ολόκληρη και τις άλλες πολιτείες…

Πηγή:

+ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ,
ΑΙΣΙΟΔΟΞΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΓΙΑ ΔΙΕΞΟΔΟ ΣΤΑ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΜΑΣ,
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σελ. 12.

http://tribonio.blogspot.gr

Κυριακή 4 Μαΐου 2014

Τι σημαίνει να σηκώσουμε τον σταυρό μας; ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ


Ό Κύριος λέει ότι ό καθένας από μας πρέπει να σηκώσει τον δικό του σταυρό.
Τι σημαίνει αυτό; Ποιος είναι αυτός ό σταυρός; Για τον καθένα ό σταυρός είναι διαφορετικός και αυστηρά προσωπικός, διότι για τον καθένα ό Θεός έχει ετοιμάσει τον δικό του σταυρό.
Έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε ποιος είναι ό δικός μας σταυρός, να ξέρουμε ότι έχουμε σηκώσει εκείνο ακριβώς τον σταυρό πού μας προτείνει ό Θεός. Είναι πολύ επικίνδυνο να επινοούμε σταυρούς για τον εαυτό μας. Και αυτό δυστυχώς το βλέπουμε συχνά.
Για την πλειοψηφία των ανθρώπων ο Θεός έχει ετοιμάσει τον σταυρό της ζωής μέσα στον κόσμο, τον σταυρό της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής.
Αλλά πολλές φορές άνθρωπος πού αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και να ακολουθήσει στην ζωή του την οδό του Χριστού δεν πετυχαίνει τίποτα επειδή επινοεί για τον εαυτό του σταυρό πού του φαίνεται πιο σωστός. Νομίζει, παραδείγματος χάριν, ότι για να σωθεί πρέπει να γίνει μοναχός ή να πάει στην έρημο.
Αυτόν όμως το δρόμο ό Θεός τον ετοίμασε για πολύ λίγους, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σταυρό πού οι ίδιοι ούτε καν τον θεωρούν σταυρό και όταν τον σηκώνουν δεν καταλαβαίνουν ποιο βάρος έχουν στους ώμους τους.
Ποιο σταυρό έχουν οι περισσότεροι;
Έναν σταυρό απλό, όχι τέτοιο πού σήκωσαν οι άγιοι μάρτυρες και πού σήκωναν όλη τη ζωή τους οι όσιοι πατέρες στην έρημο. Εμείς έχουμε άλλο σταυρό.
Ή ζωή μας, ή ζωή όλων των ανθρώπων, είναι θλίψη και πόνος. Και όλες αυτές οι θλίψεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή μας είναι ο σταυρός μας.
Ό αποτυχημένος γάμος, ή ανεπιτυχής επιλογή του επαγγέλματος, δεν μας προκαλούν αυτά πόνο και θλίψη; Δεν πρέπει ό άνθρωπος πού τον βρήκαν αυτές οι συμφορές να τις υπομένει; Οι σοβαρές ασθένειες, ή περιφρόνηση, ή ατιμία, ή απώλεια της περιουσίας, ή ζήλεια των συζύγων, ή συκοφαντία και όλα γενικά τα κακά πού μας κάνουν οι άνθρωποι, όλα αυτά δεν είναι ό σταυρός μας;
Ακριβώς αυτά είναι ό σταυρός μας, σταυρός για την μεγαλύτερη πλειοψηφία των ανθρώπων. Αυτές είναι οι θλίψεις πού υποφέρουν οι άνθρωποι και όλοι μας πρέπει να τις σηκώνουμε, αν και οι περισσότεροι δεν το θέλουν. Άλλα ακόμα και οι άνθρωποι πού μισούν τον Χριστό και αρνούνται να ακολουθήσουν το δρόμο του και αυτοί ακόμα σηκώνουν το δικό τους σταυρό του πόνου.
Ποια είναι ή διαφορά μεταξύ αυτών και των χριστιανών;
Ή διαφορά είναι ότι οι χριστιανοί με υπομονή σηκώνουν τον σταυρό τους και δεν γογγύζουν κατά του Θεού.
Ταπεινά με χαμηλό το βλέμμα σηκώνουν μέχρι το τέλος της ζωής τους το δικό τους σταυρό ακολουθώντας τον Κύριο Ιησού Χριστό. Το κάνουν για τον Χριστό και το Ευαγγέλιό του, το κάνουν από θερμή αγάπη προς Αυτόν, γιατί όλη την σκέψη τους είχε αιχμαλωτίσει ή διδασκαλία του Ευαγγελίου.
Για να κάνει πράξη τη διδασκαλία του Ευαγγελίου, για να ακολουθήσει την οδό του Χριστού, ό άνθρωπος πρέπει ταπεινά και ακούραστα να σηκώνει τον σταυρό του, να μην τον βρίζει αλλά να τον ευλογεί. Τότε μόνο τηρεί την εντολή του Χριστού, γιατί είχε, αρνηθεί τον εαυτό του. Σήκωσε τον σταυρό του και ακολούθησε τον Χριστό, τον ακολούθησε σ' ένα μακρινό δρόμο, σ' ένα δρόμο για τον οποίο ό Κύριος είπε, ότι στην Βασιλεία των Ουρανών οδηγεί τεθλιμμένη οδός ή αρχή της οποίας είναι ή στενή πύλη. Και εμείς θέλουμε να είναι ή οδός της ζωής μας ευρύχωρη, χωρίς λάκκους, πέτρες, αγκάθια και λάσπη. Θέλουμε να είναι στρωμένη με λουλούδια. Και ό Κύριος μας δείχνει μία άλλη οδό, την οδό του πόνου. Αλλά πρέπει να ξέρουμε ότι σ' αυτό το δρόμο, όσο δύσκολος και να είναι, αν με όλη την καρδιά μας στραφούμε στον Χριστό, τότε ό Ίδιος με έναν θαυμαστό και ανεξήγητο τρόπο μας βοηθάει. Μας στηρίζει όταν πέφτουμε. Μας δυναμώνει και μας παρηγορεί.
Όταν ακολουθήσουμε αυτό το δρόμο, ο οποίος στην αρχή μόνο μας φαίνεται δύσκολος, όταν αισθανθούμε τη χάρη του Θεού πού μας δυναμώνει σ' αυτή την πορεία, τότε με χαρά και ταπείνωση θα σηκώνουμε τον σταυρό μας και θα πορευόμαστε με βεβαιότητα επειδή γνωρίζουμε ότι έτσι μας ανοίγεται ή είσοδος στην Βασιλεία των Ουρανών.
Αυτό λοιπόν σημαίνει να μισήσουμε την ψυχή μας - να μισήσουμε την ακαθαρσία της, να αρνηθούμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να σώσουμε την αθάνατη ψυχή μας πού ό προορισμός της είναι ή κοινωνία με τον Θεό.
Αυτός πού με τέτοιο τρόπο θα χάσει την ψυχή του, θα την σώσει και θα είναι με τον Χριστό;
ΝΑ μας αξιώσει όλους ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός της αιώνιας και ένδοξης ζωής μαζί Του, με τον Πατέρα Του και όλους τους αγγέλους.

Φιλάρετος Κωνσταμονίτης-Η ανταπόδοση της ευεργεσίας

Η αγάπη του παπα-Φιλάρετου , του ηγούμενου της Ι. Μονής Κωνσταμονίτου δεν περιοριζόταν μόνο στα έμψυχα. Απλωνόταν πιο πέρα , στα άψυχα, στα ζώα , στην φύση, αυτήν την συμπάθεια προς την άλογη , φύση την παρατηρούμε σαν ένα χαρακτηριστικό στοιχείο, στην χαρισματική ζωή των εκλεκτών δούλων του Θεού.

Μια μέρα έξω από το κελλί του γέροντα γινόταν μεγάλος θόρυβος. Δύο χελιδόνια είχαν αρχίσει μεταξύ τους σφοδρή μονομαχία! Ο γέροντας ανησύχησε. Βγαίνει έξω και αντικρίζει θέαμα θλιβερό. Το ισχυρότερο χελιδόνι χτυπούσε με το ράμφος του το άλλο και το μαδούσε κυριολεκτικά. Χωρίς να χάσει καιρό το έδιωξε, πήρε στοργικά στα χέρια του το χτυπημένο και το γλύτωσε. Το περιποιήθηκε και το αποτέλεσμα ήταν το χελιδόνι να ζήσει.

Από τότε , όπως το λιοντάρι του αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτου ακολουθούσε τον άγιο παντού δείχνοντας την ευγνωμοσύνη του και την αφοσίωση του , έτσι και το χελιδόνι! Πετούσε μπροστά του , έκανε τα φτερουγίσματα του , τα παιχνίδια του , κελαϊδούσε.
Μια μέρα ο γέροντας είχε βγεί λίγο έξω, είτε για να θαυμάσει τον Θεό «εν τοις έργοις Αυτού» είτε για να προσευχηθεί στην ησυχία. Το χελιδόνι , πιστός φίλος και σύντροφος, πετούσε χαρούμενα κοντά του.
Ο γέροντας κάθισε σ’ ένα αλώνι, λίγο πιο πέρα από το μοναστήρι, και χωρίς να το καταλάβει, αποκοιμήθηκε. Αλλά ξαφνικά το χελιδόνι άρχισε να πετάει ορμητικά πάνω από το κεφάλι του τιτιβίζοντας έντονα, σαν να ήθελε να τον ξυπνήσει και να επισημάνει κάποιο κίνδυνο.
Πράγματι! Όταν ο γέροντας ξύπνησε, τι να δει: Λίγο πιο πέρα , ένα μεγάλο ερπετό…Ο συνοδός του είχε κάνει με την σειρά του το δικό του έλεος στο ελεήμονα γέροντα.

Φιλάρετος Κωνσταμονίτης

Μοναχική Αναχώρησις και Μαρτυρία στο Άγιον Όρος των Δυσμών του Εικοστού Αιώνος

Φωτογραφία για 3508 - Μοναχική Αναχώρησις και Μαρτυρία στο Άγιον Όρος των Δυσμών του Εικοστού Αιώνος
Ανακοίνωσις του Αρχιμ. Ιωσήφ,

Καθηγουμένου της Ι. Μ. Ξηροποτάμου,

στο διεθνές συμπόσιο «Το Άγιον Όρος χθες - σήμερα - αύριο»

της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών,

Θεσσαλονίκη, 29 Οκτωβρίου - 1 Νοεμβρίου 1993.

Η μοναχική αναχώρησις

Οι Χριστιανοί που επέλεγαν τον δρόμο της χριστιανικής τελειότητος (παρθενίας, σωφροσύνης και ακτημοσύνης) μέσα στα πλαίσια της κοινοτικής ζωής της αρχαίας Εκκλησίας ωνομάστηκαν ασκητές, ενώ οι γυναίκες ασκήτριες ή παρθένες.

Οι πρώτοι ασκητές που βγήκαν από τις πόλεις και τα χωριά της Αιγύπτου για να ζήσουν αρχικά στις παρυφές τους και αργότερα στην ακατοίκητη και απαράκλητη έρημο, ωνομάστηκαν αναχωρητές. Αν και ποτέ δεν έπαυσαν να υπάρχουν και οι εν τω κοσμω μεμονωμένοι ασκητές και ασκήτριες, (ιδιαίτερα κληρικοί και παρθένες), η ονομασία μοναχός καθιερώθηκε κυρίως για τους ασκητές της ερήμου, των αναχωρητικών λαυρών και των μαγάλων κοινοβίων. Η αναχώρησις, δηλ. η απομάκρυνσις από την ωργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία -με τις ανέσεις, τους πειρασμούς και τις δεσμεύσεις της- απετέλεσε ουσιώδες γνώρισμα του Ορθόδοξου μοναχισμού καθ' όλη την μακραίωνα ιστορία του. Ακόμη και στην περίπτωσι που η γεωγραφική απομάκρυνσις από τον κόσμο δεν ήταν μεγάλη, η διασφάλισις της πνευματικής αποστάσεως (ξενιτεία) και η αποφυγή των θορύβων και του περισπασμού (ησυχία) αποτέλεσαν βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξι του σκοπού της μοναχικής ζωής, που είναι η εσωτερική κάθαρσις από τα πάθη και η δια της προσευχής και της τηρήσεως των εντολών ένωσις με τον θεό.

Η αναχώρησις στο Άγιον Όρος σήμερα

Ένα τέτοιο τόπο αναχωρήσεως και ησυχίας απετέλεσε για τον Ορθόδοξο Μοναχισμό το Άγιον Όρος από τα τέλη του ενάτου αιώνος μέχρι σήμερα. Θα μπορούσε δε κάλλιστα να υποστηριχθή ότι αυτό σήμερα αποτελεί και την μοναδική έρημο της Ορθοδοξίας, με την έννοια του γεωγραφικού χώρου του αφιερωμένου εξ ολοκλήρου στην μοναχική άσκησι, όπου αποκλείεται η εγκαταβίωσις λαϊκών και η είσοδος γυναικών και όπου ισχύει ειδικό καθεστώς μοναχικής αυτοδιοικήσεως βάσει πανάρχαιων κανόνων και τυπικών.

Πόσο εφικτή είναι όμως η αναχώρησις και η ησυχία στο Άγιον Όρος των δυσμών του 20ου αιώνος; Η ανάπτυξις των συγκοινωνιών και επικοινωνιών, το ογκούμενο ρεύμα των επισκεπτών, οι τεράστιες αναστηλωτικές ανάγκες, η υπογράμμισις της «πολιτιστικής» αξίας των αγιορειτικών μνημείων και κειμηλίων και η συνακόλουθη εξάρτησις από κοσμικούς φορείς εξουσίας, όχι πάντοτε αντιστοίχους εκείνων των Ορθοδόξων αυτοκρατόρων και ηγεμόνων, έχουν φέρει τον «κόσμο» απειλητικά κοντά στο Άγιον Όρος, κάνοντας την αναχώρησι μια αρκετά πιο δύσκολη υπόθεσι από ό,τι ήταν μέχρι και το πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνος.

Αν ήδη από την εποχή των Αγίων Αθανασίου του Αθωνίτη, Ιωάννη του Κουκουζέλη και Νήφωνος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως δεν ήταν τελικά δυνατό να «κρυφτή» κανείς και να τηρήση την ανωνυμία του στο Άγιον Όρος, πόσο μάλλον δεν είναι δυνατό αυτό σήμερα, όταν με τις σύγχρονες τεχνικές ευκολίες η αλληλογραφία, τα τηλεφωνήματα και οι επισκέψεις των συγγενών και φίλων - τελευταία δε και οι κάμερες των τηλειπτικών καναλιών - εισβάλλουν και σ' αυτό ακόμη το κελλί του σημερινού επίδοξου αναχωρητή;

Όσον αφορά το ρεύμα των επισκεπτών γίνεται συνήθως η διάκρισις μεταξύ προσκυνητών και περιηγητών, ενώ σαφώς δεν κρύβεται μια κάποια προτίμησις για τους πρώτους. Όμως τόσο οι πρώτοι όσο και δεύτεροι βρίσκουν πιο εύκολα τον δρόμο για το Άγιον Όρος σήμερα, σε σημείο που, αν δεν ισχύσουν κάποια περιοριστικά μέτρα, να κινδυνεύη το Άγιον Όρος να πάθη σε πνευματικό επίπεδο κάτι αντίστοιχο με αυτό που παθαίνουν τα δάση, οι εξοχές και οι παραλίες, όταν τα κάνουμε αγνώριστα από το να συνωστιζώμαστε σ' αυτά κάθε λίγο, χωρίς να αφήνουμε το απαραίτητο περιθώριο για την ανανέωσί τους. Συνηθίζω να αναφέρω το παράδειγμα του κήπου με τα ευωδιαστά λουλούδια που ευφραίνει μεν τους επισκέπτες του - όταν αυτοί δεν υπερβαίνουν κάποιον ανώτατο αριθμό - αρχίζει όμως να καταστρέφεται, όταν αυτοί είναι τόσοι ώστε να συνωστίζονται και να καταπατούν τα φυτά και τα άνθη. Ισχύει λοιπόν και εδώ το λεγόμενο ότι «καταστρέφουμε εκείνον που αγαπούμε υπερβολικά».

Οι μοναχικές αδελφότητες και συνοδείες που ζουν μέσα σ' ένα συνεχές ρεύμα επισκεπτών, με ένα γενικό και συνεχή προσανατολισμό προς την φολιξενία και την συζήτησι - όσο πνευματική κι αν αυτή θέλη να είναι - αντιμετωπίζουν πολλά εσωτερικά πνευματικά προβλήματα, τα οποία μόλις τώρα αρχίζουμε να εκτιμούμε. Ο πρώτος εκείνος ενθουσιασμός για την πρόσφατη επάνδρωσι και κοινοβιοποίησι των αγιορείτικων μονών και η συναφής χαρά για τους πολλούς προσκυνητές που έρχονται να οικοδομηθούν από τους νέους Αγιορείτες υποχωρεί σήμερα μπροστά στην γενικώτερη περίσκεψι για το πως θα σταθεροποιηθή πνευματικά αυτή η νέα γενιά των μοναχών, με φανερή την έλλειψι της παρουσίας των «παλαιών» ανάμεσά της και μέσα σε συνθήκες σαφώς πιο αντίξοες, όσον αφορά τουλάχιστον την αναχώρησι και ησυχία.

Αν κατά τους Πατέρες ακόμη και η θέα των κοσμικών βλάπτει τον αρχάριο μοναχό, γιατί του θυμίζει όλα εκείνα που θέλει να ξεχάση και να αποτινάξη από την καρδιά του, τότε η καθημερινή παρουσία ανεξέλεγκτου αριθμού κοσμικών φιλοξενουμένων μέσα στα πλαίσια μιας μοναχικής αδελφότητος συνιστά πράγματι πρόβλημα ανανεώσεώς της. Από την άλλη μεριά κρίνεται ότι η ανάθεσις της φιλοξενίας των κοσμικών σε κοσμικούς εκτός του περιβόλου των Ιερών Σκηνωμάτων θα οδηγήσει σιγά-σιγά στην τουριστικοποίησι και εκκοσμίκευσι του Αγίου Όρους.

Αλλά και οι εργασίες αναστηλώσεως των μνημείων και συντηρήσεως των κειμηλίων απορροφούν ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητος των αδελφοτήτων και ιδιαίτερα των προεστώτων τους, με άμεσες συνέπειες την τακτική έξοδο των Αγιορειτών στον κόσμο για εξασφάλισι πόρων και τεχνογνωσίας και την συναφή όλο και μεγαλύτερη εξάρτησι της ζωής της αδελφότητος από κοσμικούς φορείς.

Εξ' άλλου οι αναστηλώσεις χρειάζονται υλικά, τα υλικά οχήματα και τα οχήματα δρόμους. Η τήρησις του μέτρου και της ισορροπίας στον τομέα αυτόν είναι πράγμα τόσο δύσκολο όσο και πολυσυζητημένο. Όμως οι δρόμοι φτάνουν όλο και πιο κοντά ακόμη και στα πιο απόμακρα ερημητήρια, ενώ μερικοί λαϊκοί που εισέρχονται με οχήματα μεταφέροντας κάποια υλικά δεν χάνουν την ευκαιρία και για έναν αυτοκινητιστικό γύρο του Αγίου Όρους, όσο κι αν αυτό συνεπάγεται πολλή σκόνη και ταρακούνημα.

Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάθε προσπάθεια των Αγιορειτών για την διατήρησι των στοιχειωδών συνθηκών αναχωρήσεως και ησυχίας στον Ιερό τους Τόπο έρχεται αντιμέτωπη με μια ποικιλία συμφερόντων, διεκδικήσεων και νοοτροπιών. Πόσο θα αντέξη η τελευταία αυτή μοναστική «έρημος» της Ορθοδοξίας σε μια μάχη που μάλλον χάθηκε για τα άλλα μοναστικά κέντρα της Παλαιστίνης, του Σινά, της Πάτμου και των Μετεώρων:

Αυτό ανθρωπίνως θα εξαρτηθή από την επιτυχία μιας πολυμέτωπης προσπάθειας στην οποία πρέπει να αποδυθούν οι σημερινοί Αγιορείτες, με κύριους άξονες:

α) την απώθησι των πάσης φύσεως κοσμικών αντιλήψεων και επιδιώξεων από τις τάξεις των ίδιων των μοναχών, έτσι ώστε να μην επιδεινώνονται εκ των έσω τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα, με την φιλόδοξη, φιλομέριμνη και άρα φιλόκοσμη στάσι των ίδιων των Αγιορειτών.

β) την διατήρησι και ομαλή λειτουργία του αρχαίου προνομιακού καθεστώτος αυτοδιοικήσεως του Αγίου Όρους, το οποίο, με την χιλιόχρονη ιστορία του και παρά τις ανθρώπινες ελλείψεις και ατέλειές του, αποτελεί - μετά Θεόν - την μοναδική εγγύηση για την αποτροπή κάθε έξωθεν επεμβάσεως, κάθε προσπάθειας χειραγωγήσεως μοναχών από τους μοναχούς, κάθε φιλόδοξου σχεδίου «αξιοποιήσεως», «εντάξεως» ή και «υποτάξεως» του Αγίου Όρους σε εφήμερες κοσμικές σκοπιμότητες και νοοτροπίες.

και γ) την διατήρησι και ενίσχυσι της οικονομικής αυτοτέλειας των αγιορείτικων μονών, διότι η υλική εξάρτησις αργά ή γρήγορα φέρνει και την πνευματική.

Ας προχωρήσουμε όμως και στο πρόβλημα της μαρτυρίας του Αγίου Όρους σήμερα.

Η μοναχική μαρτυρία

Ως γνωστόν, ο μοναχισμός δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο φαινόμενο μέσα στην ζωή της Εκκλησίας. Η τελειότης της χριστιανικής ζωής, την οποία επιδιώκει και - κατά το μέτρο του αγώνος του - βιώνει ο μοναχός, γίνεται πρότυπο για τους αδελφούς τους που ζουν στον κόσμο και έτσι το παράδειγμά του και μόνο μαρτυρεί για την αλήθεια του Ευαγγελίου και το δυνατόν της τήρησεως ολοκλήρου του ευαγγελικού νόμου από τον άνθρωπο, αν αυτός δοθή ψυχή και σώματι στην αγάπη του Θεού. Αυτή είναι και η κύρια και πρωταρχική μαρτυρία του μοναχισμού στην Εκκλησία και στον κόσμο. Το ότι η αγιότης είναι κατορθωτή πιστοποιεί το ότι και η σωτηρία είναι αληθινή. Γι' αυτό και η Εκκλησία χωρίς μοναχισμό είναι κήρυγμα χωρίς τεκμήρια και διδασκαλία χωρίς πειστήρια.

Επειδή όμως ο μοναχισμός βιώνει την χριστιανική ζωή με μεγαλύτερη τελειότητα, έχει την δυνατότητα και να την υποδεικνύει με περισσότερη ακρίβεια. Έτσι η τεράστια και ανεκτίμητη συμβολή στην ορθή διατύπωση του δόγματος, στην διαμόρφωσι της λατρείας, στην διαποίμανσι και την ιεραποστολή, στην διάδοσι της ευαγγελικής ηθικής και της γνήσιας πνευματικότητος, εκπορεύονται μέσα από το ίδιο το βίωμά του και αποτελούν ουσιώδες και αναπόσπαστο στοιχείο της αποστολής του.

Ήδη ο πρώτος αναχωρητής και Καθηγητής της Ερήμου, ο Μέγας Αντώνιος σηματοδότησε με το παράδειγμά του την κατοπινή πορεία του μοναχισμού, όταν έτρεχε στην πιο ψηλή θέση του αμφιθεάτρου, για να ενισχύση τους διωκόμενους μάρτυρες και να μαρτυρήση - αν το επέτρεπε ο Θεός - και ο ίδιος. Τον μιμήθηκε μια ολόκληρη χορεία πνευματοφόρων Οσίων και Ομολογητών από τους Αγίους Θεοδόσιο και Σάββα μέχρι τον Αγιορείτη Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τους Κολλυβάδες, οι οποίοι πρωτοστάτησαν στους αγώνες της Εκκλησίας κατά του μονοφυσιτισμού, του μονοθελητισμού, της εικονομαχίας, της δυτικής νοησιαρχίας, της Ουνίας και τόσων άλλων επιβουλών κατά του ορθού δόγματος και της λογικής λατρείας της.

Αλλά και η σχεδόν αποκλειστική προτίμησις των μοναχών στο έργο της πνευματικής καθοδηγήσεως των ψυχών, από τα πρώτα κιόλας χρόνια που η Εκκλησία χρησομοποίησε αυτό το είδος της ποιμαντικής διακονίας, μαρτυρεί από μόνη της για την καθολική αναγνώρισι του μοναχισμού ως κατ' εξοχήν θεματοφύλακος του προφητικού χαρίσματος μέσα στην Εκκλησία.

Πόσο όμως είναι εφικτή η βίωσις αυτού του είδους της μοναχικής μαρτυρίας στο σημερινό Άγιον Όρος και ποιοί είναι οι παράγοντες που την επηρεάζουν;

Η μαρτυρία του Αγίου Όρους σήμερα

Η μαρτυρία της ζωής δίδεται επί τόπου στα κοινόβια, στα κελλιά και στις ερήμους και «μετα-δίδεται» από τους ευλαβείς προσκυνητές και τους θαυμαστές της συγγραφείς και δημοσιογράφους. Είναι ίσως κατώτερη από εκείνη που έδιδαν πολλοί μοναχοί περασμένων γενεών, αλλά πάντως εμπνέει τον κατά πολύ ασθενικώτερο Χριστιανό της εποχής μας. Ο μόνος εξωτερικός παράγων που θα μπορούσε να επηρεάση αρνητικά την λειτουργία της θα ήταν η στέρησις της ίδιας της δυνατότητος αναχωρήσεως από τον κόσμο και εν ησυχία βιώσεως της μοναχικής ζωής.

Η μαρτυρία του λόγου δίδεται με τον προφορικό και τον γραπτό λόγο, είτε συλλογικά, σε έκτακτες περιπτώσεις, από την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους, είτε προσωπικά, από τον μεμονωμένο Αγιορείτη που αισθάνεται να νομιμοποιήται για κάτι τέτοιο από τα πατροπαράδοτα μοναχικά θέσμια. Το αν όντως «έχει την ευλογία» να το κάνη, πιστεύω ότι καταδεικνύεται πάντοτε από το θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα της ενεργείας του, αν και αυτό παραμένη πάντοτε ένα εσωτερικό και πνευματικό ζήτημα για κάθε μοναχό και για κάθε αδελφότητα. Εν πάση περιπτώσει όμως, αυτού του είδους η αγιορειτική μαρτυρία αναμένεται να είναι αυθεντική μετάδοσις του ανόθευτου χριστιανικού κηρύγματος και γι' αυτό χαίρει μεγάλου κύρους στο πλήρωμα της Εκκλησίας.

Σαν εξωτερικοί παράγοντες από τους οποίους επηρεάζεται αυτή η μαρτυρία του λόγου θα μπορούσαν να αναφερθούν οι εξής:

α) Η λανθασμένη εντύπωσις ανταγωνισμού προς την εκκλησιαστική αυθεντία που δημιουργείται, όταν η γνώμη των Αγιορειτών προηγείται ή και διαφέρει από εκείνην των εν τω κόσμω ποιμένων και διδασκάλων, δημιουργεί σίγουρα κάποιες αναστολές στους Αγιορείτες, όταν πρόκειται για μια δημόσια ή και ιδιωτική τοποθέτησι σε επίκαιρα ζητήματα που αφορούν την Εκκλησία.

β) Ο σκεπτικισμός και η απροθυμία πολλών συγχρόνων ανθρώπων στο να δεχθούν το απόλυτο και ακραιφνές ευαγγελικό μήνυμα, το οποίο εκφράζει συνήθως ο μοναχισμός, και η ολέθρια εισβολή του σχετικισμού και ενός πρωτοφανούς συγκρητισμού στον χώρο του θρησκευτικού «πιστεύω» κάνει τους Αγιορείτες αρκετά επιλεκτικούς, οσον αφορά το κοινό στο οποίο απευθύνονται.

γ) Η λόγω αναστηλωτικών αναγκών αυξανόμενη εξάρτησις των αγιορειτικών μονών από την κοσμική εξουσία, με την οποία όμως υπάρχει σαφής αντιπαράθεσις όπως η αποχριστιάνισις του κράτους, η περί αιρέσεων νομοθεσία, το οικογενειακό δίκαιο, οι αμβλώσεις, οι νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες κ.λ.π., δημιουργεί αναμφισβήτητα εσωτερικές συγκρούσεις και προβλήματα.

Τέλος θα ήθελα να παρατηρήσω ότι οι σημερινοί Αγιορείτες ηγούμενοι και πνευματικοί πατέρες καλούνται και προκαλούνται πολύ πιο συχνά να τοποθετηθούν ιδιωτικά και δημόσια σε επίκαιρα θέματα, κάτι που κάνει τον ρόλο τους πολύ δυσκολώτερο από ότι σε προηγούμενες εποχές. Το πλησίασμα όμως του «κόσμου» και η ελάττωσις της ησυχίας μπορεί να επηρεάση αρνητικά την ποιότητα και αυθεντικότητα της σημερινής αγιορειτικής μοναχικής μαρτυρίας, είτε αυτή δίδεται με την ζωή είτε με τον λόγο. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθή ότι η γνησιότης και η δύναμις της μοναχικής μαρτυρίας είναι ευθέως ανάλογη με την δυνατότητα βιώσεως της μοναχικής αναχωρήσεως κάτι που - δόξα τω Θεώ - εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα στο Άγιον Όρος και είθε ο Θεός να μην επιτρέψη ποτέ να χαθή.

Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου Αγίου Όρους

Αρχιμανδρίτης Ιωσήφ

Μοναχική Αναχώρησις και Μαρτυρία στο Άγιον Όρος των Δυσμών του Εικοστού Αιώνος

Φωτογραφία για 3508 - Μοναχική Αναχώρησις και Μαρτυρία στο Άγιον Όρος των Δυσμών του Εικοστού Αιώνος
Ανακοίνωσις του Αρχιμ. Ιωσήφ,

Καθηγουμένου της Ι. Μ. Ξηροποτάμου,

στο διεθνές συμπόσιο «Το Άγιον Όρος χθες - σήμερα - αύριο»

της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών,

Θεσσαλονίκη, 29 Οκτωβρίου - 1 Νοεμβρίου 1993.

Η μοναχική αναχώρησις

Οι Χριστιανοί που επέλεγαν τον δρόμο της χριστιανικής τελειότητος (παρθενίας, σωφροσύνης και ακτημοσύνης) μέσα στα πλαίσια της κοινοτικής ζωής της αρχαίας Εκκλησίας ωνομάστηκαν ασκητές, ενώ οι γυναίκες ασκήτριες ή παρθένες.

Οι πρώτοι ασκητές που βγήκαν από τις πόλεις και τα χωριά της Αιγύπτου για να ζήσουν αρχικά στις παρυφές τους και αργότερα στην ακατοίκητη και απαράκλητη έρημο, ωνομάστηκαν αναχωρητές. Αν και ποτέ δεν έπαυσαν να υπάρχουν και οι εν τω κοσμω μεμονωμένοι ασκητές και ασκήτριες, (ιδιαίτερα κληρικοί και παρθένες), η ονομασία μοναχός καθιερώθηκε κυρίως για τους ασκητές της ερήμου, των αναχωρητικών λαυρών και των μαγάλων κοινοβίων. Η αναχώρησις, δηλ. η απομάκρυνσις από την ωργανωμένη ανθρώπινη κοινωνία -με τις ανέσεις, τους πειρασμούς και τις δεσμεύσεις της- απετέλεσε ουσιώδες γνώρισμα του Ορθόδοξου μοναχισμού καθ' όλη την μακραίωνα ιστορία του. Ακόμη και στην περίπτωσι που η γεωγραφική απομάκρυνσις από τον κόσμο δεν ήταν μεγάλη, η διασφάλισις της πνευματικής αποστάσεως (ξενιτεία) και η αποφυγή των θορύβων και του περισπασμού (ησυχία) αποτέλεσαν βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξι του σκοπού της μοναχικής ζωής, που είναι η εσωτερική κάθαρσις από τα πάθη και η δια της προσευχής και της τηρήσεως των εντολών ένωσις με τον θεό.

Η αναχώρησις στο Άγιον Όρος σήμερα

Ένα τέτοιο τόπο αναχωρήσεως και ησυχίας απετέλεσε για τον Ορθόδοξο Μοναχισμό το Άγιον Όρος από τα τέλη του ενάτου αιώνος μέχρι σήμερα. Θα μπορούσε δε κάλλιστα να υποστηριχθή ότι αυτό σήμερα αποτελεί και την μοναδική έρημο της Ορθοδοξίας, με την έννοια του γεωγραφικού χώρου του αφιερωμένου εξ ολοκλήρου στην μοναχική άσκησι, όπου αποκλείεται η εγκαταβίωσις λαϊκών και η είσοδος γυναικών και όπου ισχύει ειδικό καθεστώς μοναχικής αυτοδιοικήσεως βάσει πανάρχαιων κανόνων και τυπικών.

Πόσο εφικτή είναι όμως η αναχώρησις και η ησυχία στο Άγιον Όρος των δυσμών του 20ου αιώνος; Η ανάπτυξις των συγκοινωνιών και επικοινωνιών, το ογκούμενο ρεύμα των επισκεπτών, οι τεράστιες αναστηλωτικές ανάγκες, η υπογράμμισις της «πολιτιστικής» αξίας των αγιορειτικών μνημείων και κειμηλίων και η συνακόλουθη εξάρτησις από κοσμικούς φορείς εξουσίας, όχι πάντοτε αντιστοίχους εκείνων των Ορθοδόξων αυτοκρατόρων και ηγεμόνων, έχουν φέρει τον «κόσμο» απειλητικά κοντά στο Άγιον Όρος, κάνοντας την αναχώρησι μια αρκετά πιο δύσκολη υπόθεσι από ό,τι ήταν μέχρι και το πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνος.

Αν ήδη από την εποχή των Αγίων Αθανασίου του Αθωνίτη, Ιωάννη του Κουκουζέλη και Νήφωνος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως δεν ήταν τελικά δυνατό να «κρυφτή» κανείς και να τηρήση την ανωνυμία του στο Άγιον Όρος, πόσο μάλλον δεν είναι δυνατό αυτό σήμερα, όταν με τις σύγχρονες τεχνικές ευκολίες η αλληλογραφία, τα τηλεφωνήματα και οι επισκέψεις των συγγενών και φίλων - τελευταία δε και οι κάμερες των τηλειπτικών καναλιών - εισβάλλουν και σ' αυτό ακόμη το κελλί του σημερινού επίδοξου αναχωρητή;

Όσον αφορά το ρεύμα των επισκεπτών γίνεται συνήθως η διάκρισις μεταξύ προσκυνητών και περιηγητών, ενώ σαφώς δεν κρύβεται μια κάποια προτίμησις για τους πρώτους. Όμως τόσο οι πρώτοι όσο και δεύτεροι βρίσκουν πιο εύκολα τον δρόμο για το Άγιον Όρος σήμερα, σε σημείο που, αν δεν ισχύσουν κάποια περιοριστικά μέτρα, να κινδυνεύη το Άγιον Όρος να πάθη σε πνευματικό επίπεδο κάτι αντίστοιχο με αυτό που παθαίνουν τα δάση, οι εξοχές και οι παραλίες, όταν τα κάνουμε αγνώριστα από το να συνωστιζώμαστε σ' αυτά κάθε λίγο, χωρίς να αφήνουμε το απαραίτητο περιθώριο για την ανανέωσί τους. Συνηθίζω να αναφέρω το παράδειγμα του κήπου με τα ευωδιαστά λουλούδια που ευφραίνει μεν τους επισκέπτες του - όταν αυτοί δεν υπερβαίνουν κάποιον ανώτατο αριθμό - αρχίζει όμως να καταστρέφεται, όταν αυτοί είναι τόσοι ώστε να συνωστίζονται και να καταπατούν τα φυτά και τα άνθη. Ισχύει λοιπόν και εδώ το λεγόμενο ότι «καταστρέφουμε εκείνον που αγαπούμε υπερβολικά».

Οι μοναχικές αδελφότητες και συνοδείες που ζουν μέσα σ' ένα συνεχές ρεύμα επισκεπτών, με ένα γενικό και συνεχή προσανατολισμό προς την φολιξενία και την συζήτησι - όσο πνευματική κι αν αυτή θέλη να είναι - αντιμετωπίζουν πολλά εσωτερικά πνευματικά προβλήματα, τα οποία μόλις τώρα αρχίζουμε να εκτιμούμε. Ο πρώτος εκείνος ενθουσιασμός για την πρόσφατη επάνδρωσι και κοινοβιοποίησι των αγιορείτικων μονών και η συναφής χαρά για τους πολλούς προσκυνητές που έρχονται να οικοδομηθούν από τους νέους Αγιορείτες υποχωρεί σήμερα μπροστά στην γενικώτερη περίσκεψι για το πως θα σταθεροποιηθή πνευματικά αυτή η νέα γενιά των μοναχών, με φανερή την έλλειψι της παρουσίας των «παλαιών» ανάμεσά της και μέσα σε συνθήκες σαφώς πιο αντίξοες, όσον αφορά τουλάχιστον την αναχώρησι και ησυχία.

Αν κατά τους Πατέρες ακόμη και η θέα των κοσμικών βλάπτει τον αρχάριο μοναχό, γιατί του θυμίζει όλα εκείνα που θέλει να ξεχάση και να αποτινάξη από την καρδιά του, τότε η καθημερινή παρουσία ανεξέλεγκτου αριθμού κοσμικών φιλοξενουμένων μέσα στα πλαίσια μιας μοναχικής αδελφότητος συνιστά πράγματι πρόβλημα ανανεώσεώς της. Από την άλλη μεριά κρίνεται ότι η ανάθεσις της φιλοξενίας των κοσμικών σε κοσμικούς εκτός του περιβόλου των Ιερών Σκηνωμάτων θα οδηγήσει σιγά-σιγά στην τουριστικοποίησι και εκκοσμίκευσι του Αγίου Όρους.

Αλλά και οι εργασίες αναστηλώσεως των μνημείων και συντηρήσεως των κειμηλίων απορροφούν ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητος των αδελφοτήτων και ιδιαίτερα των προεστώτων τους, με άμεσες συνέπειες την τακτική έξοδο των Αγιορειτών στον κόσμο για εξασφάλισι πόρων και τεχνογνωσίας και την συναφή όλο και μεγαλύτερη εξάρτησι της ζωής της αδελφότητος από κοσμικούς φορείς.

Εξ' άλλου οι αναστηλώσεις χρειάζονται υλικά, τα υλικά οχήματα και τα οχήματα δρόμους. Η τήρησις του μέτρου και της ισορροπίας στον τομέα αυτόν είναι πράγμα τόσο δύσκολο όσο και πολυσυζητημένο. Όμως οι δρόμοι φτάνουν όλο και πιο κοντά ακόμη και στα πιο απόμακρα ερημητήρια, ενώ μερικοί λαϊκοί που εισέρχονται με οχήματα μεταφέροντας κάποια υλικά δεν χάνουν την ευκαιρία και για έναν αυτοκινητιστικό γύρο του Αγίου Όρους, όσο κι αν αυτό συνεπάγεται πολλή σκόνη και ταρακούνημα.

Γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάθε προσπάθεια των Αγιορειτών για την διατήρησι των στοιχειωδών συνθηκών αναχωρήσεως και ησυχίας στον Ιερό τους Τόπο έρχεται αντιμέτωπη με μια ποικιλία συμφερόντων, διεκδικήσεων και νοοτροπιών. Πόσο θα αντέξη η τελευταία αυτή μοναστική «έρημος» της Ορθοδοξίας σε μια μάχη που μάλλον χάθηκε για τα άλλα μοναστικά κέντρα της Παλαιστίνης, του Σινά, της Πάτμου και των Μετεώρων:

Αυτό ανθρωπίνως θα εξαρτηθή από την επιτυχία μιας πολυμέτωπης προσπάθειας στην οποία πρέπει να αποδυθούν οι σημερινοί Αγιορείτες, με κύριους άξονες:

α) την απώθησι των πάσης φύσεως κοσμικών αντιλήψεων και επιδιώξεων από τις τάξεις των ίδιων των μοναχών, έτσι ώστε να μην επιδεινώνονται εκ των έσω τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα, με την φιλόδοξη, φιλομέριμνη και άρα φιλόκοσμη στάσι των ίδιων των Αγιορειτών.

β) την διατήρησι και ομαλή λειτουργία του αρχαίου προνομιακού καθεστώτος αυτοδιοικήσεως του Αγίου Όρους, το οποίο, με την χιλιόχρονη ιστορία του και παρά τις ανθρώπινες ελλείψεις και ατέλειές του, αποτελεί - μετά Θεόν - την μοναδική εγγύηση για την αποτροπή κάθε έξωθεν επεμβάσεως, κάθε προσπάθειας χειραγωγήσεως μοναχών από τους μοναχούς, κάθε φιλόδοξου σχεδίου «αξιοποιήσεως», «εντάξεως» ή και «υποτάξεως» του Αγίου Όρους σε εφήμερες κοσμικές σκοπιμότητες και νοοτροπίες.

και γ) την διατήρησι και ενίσχυσι της οικονομικής αυτοτέλειας των αγιορείτικων μονών, διότι η υλική εξάρτησις αργά ή γρήγορα φέρνει και την πνευματική.

Ας προχωρήσουμε όμως και στο πρόβλημα της μαρτυρίας του Αγίου Όρους σήμερα.

Η μοναχική μαρτυρία

Ως γνωστόν, ο μοναχισμός δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο φαινόμενο μέσα στην ζωή της Εκκλησίας. Η τελειότης της χριστιανικής ζωής, την οποία επιδιώκει και - κατά το μέτρο του αγώνος του - βιώνει ο μοναχός, γίνεται πρότυπο για τους αδελφούς τους που ζουν στον κόσμο και έτσι το παράδειγμά του και μόνο μαρτυρεί για την αλήθεια του Ευαγγελίου και το δυνατόν της τήρησεως ολοκλήρου του ευαγγελικού νόμου από τον άνθρωπο, αν αυτός δοθή ψυχή και σώματι στην αγάπη του Θεού. Αυτή είναι και η κύρια και πρωταρχική μαρτυρία του μοναχισμού στην Εκκλησία και στον κόσμο. Το ότι η αγιότης είναι κατορθωτή πιστοποιεί το ότι και η σωτηρία είναι αληθινή. Γι' αυτό και η Εκκλησία χωρίς μοναχισμό είναι κήρυγμα χωρίς τεκμήρια και διδασκαλία χωρίς πειστήρια.

Επειδή όμως ο μοναχισμός βιώνει την χριστιανική ζωή με μεγαλύτερη τελειότητα, έχει την δυνατότητα και να την υποδεικνύει με περισσότερη ακρίβεια. Έτσι η τεράστια και ανεκτίμητη συμβολή στην ορθή διατύπωση του δόγματος, στην διαμόρφωσι της λατρείας, στην διαποίμανσι και την ιεραποστολή, στην διάδοσι της ευαγγελικής ηθικής και της γνήσιας πνευματικότητος, εκπορεύονται μέσα από το ίδιο το βίωμά του και αποτελούν ουσιώδες και αναπόσπαστο στοιχείο της αποστολής του.

Ήδη ο πρώτος αναχωρητής και Καθηγητής της Ερήμου, ο Μέγας Αντώνιος σηματοδότησε με το παράδειγμά του την κατοπινή πορεία του μοναχισμού, όταν έτρεχε στην πιο ψηλή θέση του αμφιθεάτρου, για να ενισχύση τους διωκόμενους μάρτυρες και να μαρτυρήση - αν το επέτρεπε ο Θεός - και ο ίδιος. Τον μιμήθηκε μια ολόκληρη χορεία πνευματοφόρων Οσίων και Ομολογητών από τους Αγίους Θεοδόσιο και Σάββα μέχρι τον Αγιορείτη Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τους Κολλυβάδες, οι οποίοι πρωτοστάτησαν στους αγώνες της Εκκλησίας κατά του μονοφυσιτισμού, του μονοθελητισμού, της εικονομαχίας, της δυτικής νοησιαρχίας, της Ουνίας και τόσων άλλων επιβουλών κατά του ορθού δόγματος και της λογικής λατρείας της.

Αλλά και η σχεδόν αποκλειστική προτίμησις των μοναχών στο έργο της πνευματικής καθοδηγήσεως των ψυχών, από τα πρώτα κιόλας χρόνια που η Εκκλησία χρησομοποίησε αυτό το είδος της ποιμαντικής διακονίας, μαρτυρεί από μόνη της για την καθολική αναγνώρισι του μοναχισμού ως κατ' εξοχήν θεματοφύλακος του προφητικού χαρίσματος μέσα στην Εκκλησία.

Πόσο όμως είναι εφικτή η βίωσις αυτού του είδους της μοναχικής μαρτυρίας στο σημερινό Άγιον Όρος και ποιοί είναι οι παράγοντες που την επηρεάζουν;

Η μαρτυρία του Αγίου Όρους σήμερα

Η μαρτυρία της ζωής δίδεται επί τόπου στα κοινόβια, στα κελλιά και στις ερήμους και «μετα-δίδεται» από τους ευλαβείς προσκυνητές και τους θαυμαστές της συγγραφείς και δημοσιογράφους. Είναι ίσως κατώτερη από εκείνη που έδιδαν πολλοί μοναχοί περασμένων γενεών, αλλά πάντως εμπνέει τον κατά πολύ ασθενικώτερο Χριστιανό της εποχής μας. Ο μόνος εξωτερικός παράγων που θα μπορούσε να επηρεάση αρνητικά την λειτουργία της θα ήταν η στέρησις της ίδιας της δυνατότητος αναχωρήσεως από τον κόσμο και εν ησυχία βιώσεως της μοναχικής ζωής.

Η μαρτυρία του λόγου δίδεται με τον προφορικό και τον γραπτό λόγο, είτε συλλογικά, σε έκτακτες περιπτώσεις, από την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους, είτε προσωπικά, από τον μεμονωμένο Αγιορείτη που αισθάνεται να νομιμοποιήται για κάτι τέτοιο από τα πατροπαράδοτα μοναχικά θέσμια. Το αν όντως «έχει την ευλογία» να το κάνη, πιστεύω ότι καταδεικνύεται πάντοτε από το θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα της ενεργείας του, αν και αυτό παραμένη πάντοτε ένα εσωτερικό και πνευματικό ζήτημα για κάθε μοναχό και για κάθε αδελφότητα. Εν πάση περιπτώσει όμως, αυτού του είδους η αγιορειτική μαρτυρία αναμένεται να είναι αυθεντική μετάδοσις του ανόθευτου χριστιανικού κηρύγματος και γι' αυτό χαίρει μεγάλου κύρους στο πλήρωμα της Εκκλησίας.

Σαν εξωτερικοί παράγοντες από τους οποίους επηρεάζεται αυτή η μαρτυρία του λόγου θα μπορούσαν να αναφερθούν οι εξής:

α) Η λανθασμένη εντύπωσις ανταγωνισμού προς την εκκλησιαστική αυθεντία που δημιουργείται, όταν η γνώμη των Αγιορειτών προηγείται ή και διαφέρει από εκείνην των εν τω κόσμω ποιμένων και διδασκάλων, δημιουργεί σίγουρα κάποιες αναστολές στους Αγιορείτες, όταν πρόκειται για μια δημόσια ή και ιδιωτική τοποθέτησι σε επίκαιρα ζητήματα που αφορούν την Εκκλησία.

β) Ο σκεπτικισμός και η απροθυμία πολλών συγχρόνων ανθρώπων στο να δεχθούν το απόλυτο και ακραιφνές ευαγγελικό μήνυμα, το οποίο εκφράζει συνήθως ο μοναχισμός, και η ολέθρια εισβολή του σχετικισμού και ενός πρωτοφανούς συγκρητισμού στον χώρο του θρησκευτικού «πιστεύω» κάνει τους Αγιορείτες αρκετά επιλεκτικούς, οσον αφορά το κοινό στο οποίο απευθύνονται.

γ) Η λόγω αναστηλωτικών αναγκών αυξανόμενη εξάρτησις των αγιορειτικών μονών από την κοσμική εξουσία, με την οποία όμως υπάρχει σαφής αντιπαράθεσις όπως η αποχριστιάνισις του κράτους, η περί αιρέσεων νομοθεσία, το οικογενειακό δίκαιο, οι αμβλώσεις, οι νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες κ.λ.π., δημιουργεί αναμφισβήτητα εσωτερικές συγκρούσεις και προβλήματα.

Τέλος θα ήθελα να παρατηρήσω ότι οι σημερινοί Αγιορείτες ηγούμενοι και πνευματικοί πατέρες καλούνται και προκαλούνται πολύ πιο συχνά να τοποθετηθούν ιδιωτικά και δημόσια σε επίκαιρα θέματα, κάτι που κάνει τον ρόλο τους πολύ δυσκολώτερο από ότι σε προηγούμενες εποχές. Το πλησίασμα όμως του «κόσμου» και η ελάττωσις της ησυχίας μπορεί να επηρεάση αρνητικά την ποιότητα και αυθεντικότητα της σημερινής αγιορειτικής μοναχικής μαρτυρίας, είτε αυτή δίδεται με την ζωή είτε με τον λόγο. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθή ότι η γνησιότης και η δύναμις της μοναχικής μαρτυρίας είναι ευθέως ανάλογη με την δυνατότητα βιώσεως της μοναχικής αναχωρήσεως κάτι που - δόξα τω Θεώ - εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα στο Άγιον Όρος και είθε ο Θεός να μην επιτρέψη ποτέ να χαθή.

Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου Αγίου Όρους

Αρχιμανδρίτης Ιωσήφ

Η Εκκλησιολογία του Ιωάννου Δαμασκηνού στο δογματικό του έργο «Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως»



     
Η Εκκλησιολογία των Βυζαντινών θεολόγων όπως παρουσιάζεται μέσα από τα κείμενα τους παρουσιάζει την εξής ιδιομορφία. Δεν συστηματοποιείται διεξοδικά σε ιδιαίτερο κεφάλαιο αλλά συνυπάρχει οργανικά με τη διδασκαλία τους για την Αγία Τριάδα, τη Χριστολογία και τη δημιουργία του κόσμου.

Εκκλησία είναι ολόκληρη η δημιουργία στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ο άνθρωπος, ο οποίος για να υπάρχει, να ζει, να κινείται και να τελειώνεται πρέπει συνεχώς να μετέχει στην ενέργεια του Τριαδικού Θεού και αυτήν την ενότητα και την κοινωνία του ανθρώπου με τη θεία πραγματικότητα πραγματοποιούν τα μυστήρια της Εκκλησίας.

α. Η Εκκλησιολογία του Ιωάννου Δαμασκηνού
Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συγγραφέας του 8ου μ.Χ. αιώνα, στο έργο του Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως εκθέτει σύνολη τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας όπως διατυπώθηκε στους προηγούμενους 8 αιώνες. Η Εκκλησιολογίατου είναι εμφανής σε ολόκληρο το εν λόγω έργο του, χωρίς να αναφέρει σχεδόν πουθενά τη λέξη Εκκλησία, εκτός από δύο εξαιρέσεις, ούτε φυσικά τον όρο Εκκλησιολογία, καθώς ο συγκεκριμένος όρος ενσωματώθηκε πολύ αργότερα στη σύγχρονη επιστήμης της Δογματικής. Η Τριαδολογία του, δηλαδή η διατύπωση του Τριαδικού δόγματος, καθώς και η Χριστολογία του, η διδασκαλία του δηλαδή για το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και την ενανθρώπιση του μέσα στην ιστορία, περιέχουν αυτομάτως και Εκκλησιολογία, καθώς ο Υιός και Λόγος του Θεού , που φανερώνει την Αγία Τριάδα μέσα στην ιστορία, είναι ο δημιουργός του κόσμου και ιδρυτής της Εκκλησίας. Επιπλέον στο εν λόγω έργο του η Εκκλησία ταυτίζεται με ολόκληρη τη δημιουργία. Είναι χαρακτηριστικό πως το 86ο κεφάλαιο του έργου Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς όρθοδόξου πίστεως, που επιγράφεται με τον τίτλο Περὶ τῶν ἁγίων καὶ ἀχράντων τοῦ Κυρίου μυστηρίων, για να αναπτύξει τα μυστήρια της Εκκλησίας αναφέρεται διεξοδικά στη θεολογική διδασκαλία για τη δημιουργία του κόσμουΣυγκεκριμένα αναφέρει πως ο Θεός δημιούργησε ολόκληρο τον κόσμο «διὰ τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος» μη μπορώντας να κατέχει μόνος Του το ἀγαθό.Το ἀγαθὸ και η ἀγαθότητα, δεν είναι απλώς το καλό, αλλά η ίδια η ζωή που χαρίζει ο Θεός, με όλη την ποικιλία της, το εἶναι, την ύπαρξη, το λογικό και γι’ αυτό το αντίθετο του είναι η φθορά και ο θάνατος. Ο Θεός δημιούργησε πρώτα τις νοερές και ουράνιες δυνάμεις, δηλαδή τους αγγέλους, έπειτα τον ορατό και αισθητό κόσμο, δηλαδή τη ζώα και τα φυτά, και κατόπιν τον άνθρωπο που μετέχει και στον νοερό και στον αισθητό κόσμο. «Πάντα μὲν οὖν τὰ ὑπ’ αὐτοῦ (εν. του Θεού) γενόμενα» σημειώνει ο Ιωάννης, κοινωνοῦσι τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος κατὰ τὸ εἶναι», κοινωνούν με την αγαθότητα του Θεού, καθώς έχουν πάρει από αυτόν το εἶναι, την ύπαρξη και τη ζωή, και συνεχώς ο Θεός τα συντηρεῖ και τα συνέχει με την ενέργεια του για να υπάρχουν και να ζουν. Η αγαθότητα του Θεού εκφράζεται αισθητά και δυναμικά μέσα στην ιστορία με τη δημιουργία του ανθρώπου και της υπόλοιπης κτίσης (ο δημιουργημένος κόσμος στο εν λόγω έργο του Δαμασκηνού αλλά και στα κείμενα των βυζαντινών θεολόγων ονομάζεται κτίση και κτιστό). Η παρουσία του δημιουργημένου ανθρώπου και του υπόλοιπου κόσμου μαρτυρά από μόνη της την αγαθότητα του Θεού. Τα λογικά δημιουργήματα, όμως, μετέχουν στην αγαθότητα του Θεού πολύ περισσότερο από τα υπόλοιπα, γιατί έχουν και το εἶναι αλλά και το λογικό. Βρίσκονται οἰκειότερα πρὸς αὐτὸν, καθώς και ο Δημιουργός του κόσμου είναι λογικός, χωρίς βέβαια ποτέ να αίρεται η ριζική διάκριση μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων. Ο άνθρωπος επειδή είναι και αυτεξούσιος, έχει την εξουσία και να ενώνεται συνεχώς με το Δημιουργό Θεό και να διαμένει στο αγαθό, αλλά και να οδηγείται προς την αντίθετη κατεύθυνση που είναι η κακία, η φθορά και ο θάνατος. Η δυνατότητα αυτή του ανθρώπου, μπορεί να συμπαρασύρει ολόκληρη την άλογη δημιουργία. Ο άνθρωπος τελικά διάλεξε τη φθορά και το θάνατο και όχι την υπακοή στην αγαθότητα του Θεού. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση ο Δημιουργός από πλήρη φιλανθρωπία δεν εγκατέλειψε το δημιούργημα του. Επειδή δεν φυλάξαμε την εικόνα και το πνεύμα που μας μετέδωσε : «ἐπειδὴ γὰρ μετέδωκεν ἡμῖν τῆς ἰδίας εἰκόνος καὶ τοῦ ἰδίου πνεύματος καὶ οὐκ ἐφυλάξαμεν» σημειώνει, για να μας καθαρίσει και να μας αφθαρτοποιήσει ο Υιός και Λόγος του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγ. Τριάδος (ο οποίος ονομάζεται και Χριστός, αλλά μόνο μετά την ενανθρώπιση) έγινε άνθρωπος και προσέλαβε ο ίδιος τη φθαρτή και αθάνατη φύση μας, εκτός από την αμαρτία : «ὡμοιώθη ἡμῖν κατὰ πάντα γενόμενος ἄνθρωπος χωρὶς ἁμαρτίας καὶ ἡνώθη τῇ ἡμετέρᾳ φύσει». Η αμαρτία δεν είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης, αλλά προέρχεται από την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου, η οποία με τις τραγικές επιλογές της προξενεί τη φθορά και το θάνατο στην ανθρώπινη φύση. Βέβαια, παρότι ο Λόγος προσέλαβε τη φθορά και το θάνατο και αναστήθηκε για να αφθαρτοποιήσει τον άνθρωπο, ο άνθρωπος εξακολουθεί να πεθαίνει, γιατί καθώς το κακό εισχώρησε μέσα στην ύλη, η οποία ως κτιστή είναι τρεπτή και δυσκίνητη, δεν μπορεί να φύγει εύκολα, αλλά εξίσου δυσκίνητα. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Ιωάννης Δαμασκηνός αναπτύσσοντας στο έργο του τις συνέπειες της κτιστότητας των δημιουργημάτων και το γεγονός πως ο θάνατος εφόσον ήρθε δεν μπορεί να φύγει πλέον τόσο εύκολα, παρόλα αυτά προσφέρει και μία ευεργεσία : δεν επιτρέπει στο κακό να είναι αθάνατο.


β. Η ενανθρώπιση και τα μυστήρια του Κυρίου
Η παραπάνω αναφορά του Ιωάννου Δαμασκηνού στη φθορά του ανθρώπου και τη θεραπεία του από το Χριστό, έχει άμεση σχέση με την Εκκλησιολογία του, καθώς γίνεται για να μας εξηγήσει γιατί υπάρχουν τα μυστήρια. Τα μυστήρια της βαπτίσεως (η δεύτερη γέννηση) και της θείας κοινωνίας (η ξένη τροφή) δόθηκαν από το Χριστό για να χαρίζουν στον άνθρωπο τη θεραπεία και τη ζωή τη αφθαρσίας. Τα πάθη της κακίας και του εγωκεντρισμού έφεραν στη ζωή του τη φθορά και το θάνατο και γι’ αυτό ο Χριστός από πλήρη φιλανθρωπία σαρκώνεται και χαρίζει με τα μυστήρια του τη ζωή, την αφθαρσία και την ανάσταση.Η νέα γέννηση και η νέα τροφή που έφερε ο Χριστός είναι το άγιο βάπτισμα και τα τίμια δώρα του, ο άρτος και ο οίνος, τα οποία παραδόθηκαν στο υπερώο της αγίας Σίων κατά το μυστικό δείπνο. Κατά το μυστικό δείπνο καθώς ο Χριστός ένιψε το πόδια των μαθητών του τελείωσε την Παλαιά Διαθήκη και τους παρέδωσε το σύμβολο του βαπτίσματος. Ο Δαμασκηνός συνδυάζει και τη νίψη των ποδιών του Κυρίου με το σύμβολο του βαπτίσματος, και όχι μόνο τη βάπτιση του Κυρίου από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Επιπλέον, καθώς έκοψε και μοίρασε τον άρτο, μας παρέδωσε το σώμα του, και καθώς πήρε το ποτήρι με το κρασί και το νερό και το μετέδωσε λέγοντας «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες˙ τοῦτό μού ἐστι τὸ αἷμα τῆς καινῆς διαθήκης», μας παρέδωσε το αίμα του. Όσον αφορά το βάπτισμα μας διευκρινίζει πως συνοδεύεται απαραιτήτως και από τη χρίση με το λάδι, εννοώντας το μυστήριο του χρίσματος. Το λάδι στο βάπτισμα υπογραμμίζει πως χρησιμοποιείται για να μας κάνει χριστούς, να δείξει τη χρίση της ανθρωπότητας από τη θεότητα που πρόσφερε ο Χριστός, και να μας χαρίζει το έλεος του Θεού. Παραλαμβάνεται ο άρτος και ο οίνος, διευκρινίζει ο Δαμασκηνός, γιατί ο άνθρωπος αποστρέφεται τὰ μὴ κατὰ τη συνήθειαν τετριμμένα. Ο Χριστός πήρε τα συνηθισμένα και τετριμμένα μέσα της φύσεως για να κάνει αυτά που βρίσκονται υπέρ τη φύσεως. Όσον αφορά το βάπτισμα επειδή οι άνθρωποι συνηθίζουν να λούζονται με νερό και να χρίονται με λάδι, συνέδεσε τη χάρη του Πνεύματος με το λάδι και το νερό και τα κατέστησε λουτρό αναγεννήσεως. Κατά τον ίδιο τρόπο , επειδή οι άνθρωποι τρώνε ψωμί και πίνουν νερό και κρασί, προσέλαβε τα συγκεκριμένα υλικά και τα έκανε σώμα και αίμα του, για να πάρουμε τη χάρη του με τα συνηθισμένα φυσικά μέσα. Το σώμα που μεταλαμβάνουν τα μέλη της εκκλησίας είναι σῶμα ἀληθῶς ἡνωμένον θεότητι, όχι γιατί το σώμα του Χριστού που αναλήφθηκε κατέρχεται το ίδιο στη γη, αλλά γιατί ο ίδιος ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται σε σώμα και αίμα Θεού. Ο Δαμασκηνός τονίζει πως αν κάποιος επιθυμεί να μάθει τον τρόπο της μεταβολής του άρτου και οίνου σε σώμα και αίμα Κυρίου αρκεί να γνωρίζει πως γίνεται με την ενέργεια του αγίου Πνεύματος. Αυτό είναι υπέρ αρκετό. Όπως με το άγιο Πνεύμα έφτιαξε ο Κύριος από τη Θεοτόκο σάρκα ἑαυτῷ καὶ ἐν ἑαυτῷ και δεν γνωρίζουμε τον τρόπο με τον οποίο το έκανε, παρά μόνο πως ο Κύριος αληθινά και πραγματικά έγινε άνθρωπος (αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς), έτσι και ο άρτος και ο οίνος μετατρέπονται σε σώμα και αίμα Χριστού χωρίς να γνωρίζουμε τον τρόπο της μετατροπής. Μας αρκεί να γνωρίζουμε πως πραγματικά μετατρέπονται και μας θεραπεύουν. Εκείνο που τονίζει ιδιαιτέρως στο κείμενο του, είναι πως ο άρτος και ο οίνος δεν είναι απλώς τύπος του σώματος και του αίματος του Κυρίου – μάλιστα αναφέρει το μὴ γένοιτο για μία τέτοια σκέψη – αλλά το ίδιο το σώμα του Κυρίου θεωμένο. Γι’ αυτό σημειώνει πως ο Χριστός κατά την παράδοση των τιμίων δώρων στο μυστικό δείπνο είπε τούτο μου εστί το σώμα και το αίμα και όχι τούτο μου εστί τύπος του σώματος και τύπος του αίματος μου, όπως επίσης είπε και στους Ιουδαίους «εἰ μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ Υἰοῦ τοῦ ἀνθρώπου, οὐκ ἔχετε ζωὴν αἰώνιον. Ἡ γὰρ σάρξ μου ἀληθὴς ἐστι βρῶσις καὶ τὸ αἷμα μου ἀληθὴς ἐστι πόσις» , καθώς και «ὁ τρώγων με ζήσετε». Άλλωστε τα πάντα μέσα στην εκκλησία είναι αγιασμένα. Ο Ιωάννης τονίζει με έμφαση πως ο τίμιος σταυρός του Κυρίου είναι αγιασμένος, γιατί τον ακούμπησε το άγιο σώμα και το αίμα του Χριστού. «Αὐτὸ μὲν οὖν τὸ τίμιον ξύλον ὡς ἀληθῶς καὶ σεβάσμιον, ἐν ᾧ ἑαυτὸν εἰς θυσίαν ὑπὲρ ἡμῶν Χριστὸς προσενήνοχεν, ὡς ἁγιασθὲν τῇ ἁφῇ τοῦ ἁγίου σώματος καὶ αἵματος εἰκότως προσκυνητέον» θα σημειώσει χαρακτηριστικά. Κάθε φορά που ο άνθρωπος τον προσκυνάει θεραπεύεται και αγιάζεται. Το ίδιο συμβαίνει και με τα καρφιά, τη λόγχη, τη φάτνη, τον Γολγοθά, το ζωοποιό τάφο του Χριστού επειδή πέρασε από αυτά ο Χριστός και τα αγίασε. Ο Ι. Δαμασκηνός καθώς αναφέρεται στα μυστήρια και στη θεραπεία που  προσφέρει η μετάληψη του τιμίου σώματος και αίματος του Κυρίου, δηλώνει με έμφαση πως για να διατηρήσει ο άνθρωπος τη θεραπεία των μυστηρίων πρέπει ολόκληρη η ύπαρξη του, ο νους (που είναι το κατ’ εικόνα για τους βυζαντινούς θεολόγους), η καρδιά του, το σώμα του, η βούληση του, να είναι καθαρή και καλοπροαίρετη. Διαφορετικά η μετάληψη του σώματος και του αίματος του Κυρίουδεν συντελεί στην άφεση των αμαρτιών αλλά γίνεται κόλαση και τιμωρία, όπως ακριβώς ο θάνατος του Κυρίου για τους πιστούς έγινε ζωή και αφθαρσία, ενώ για τους αυτούς που τον σκότωσαν έγινε κόλαση και τιμωρία. Το παράδειγμα που αναφέρει από τη ζωή του ίδιου του Κυρίου είναι εύστοχο και χαρακτηριστικό. Η χάρις τους Αγίου Πνεύματος που έχουν τα μυστήρια του Κυρίου, αγιάζει τον άνθρωπο εφόσον ο ίδιος ο άνθρωπος, ως ελεύθερος και αυτεξούσιος, έχει καλοπροαίρετη και καθαρή την ύπαρξη του και όχι μολυσμένη από την αμαρτία, βασική εκδήλωση της οποίας είναι η κακία. Σε πιθανό ερώτημα κάποιων σχετικά με το πως φαίνεται στη ζωή των ανθρώπων η θεραπεία του αγίου Πνεύματος που χαρίζει η μετάληψη των τιμίων δώρων, ο Δαμασκηνός σπεύδει να απαντήσει πως τα μέλη που μεταλαμβάνουν αποκτούν σύσταση, ενότητα και αρμονία ψυχής και σώματος : «Σῶμά ἐστι καὶ αἷμα Χριστοῦ εἰς σύστασιν τῆς ἡμετέρας ψυχῆς τε καὶ σώματος χωροῦν». Τα πάθη του ανθρώπου, όπως η κακία, η ζήλεια και ο εγωκεντρισμός με όλες τις επικίνδυνες προεκτάσεις τους, διασπούν την ύπαρξη του και ο αγιασμός των μυστηρίων επαναφέρει σε αυτόν την ηρεμία και τη γαλήνη που εκδηλώνεται εξωτερικά με την ενότητα και την αρμονία της ανθρώπινης ύπαρξης. Η θεία κοινωνία είναι για τον άνθρωπο «βλάβης παντοδαποῦς ἀμυντήριον» και «ρύπου παντὸς καθαρτήριον». Το φάρμακο που εξαφανίζει αρρώστιες και κάθε είδους αιφνίδια προσβολή και βία.Τα τίμια δώρα του Κυρίου ονομάζονται επίσης α) μετάληψη, β) κοινωνία και γ) αντίτυπα των μελλόντων. Μετάληψη γιατί με αυτά μεταλαμβάνουμε τη θεότητα του Ιησού. Κοινωνία, γιατί κοινωνούμε μέσω αυτών και με τον Χριστό, καθώς μετέχουμε στη σάρκα και στη θεότητα του, αλλά και μεταξύ μας, καθώς μεταλαμβάνουμε από έναν (τον ίδιο) άρτο και γινόμαστε σύσσωμοι με το Χριστό. Αντίτυπα των μελλόντων γιατί διαμέσου αυτών μετέχουμε τώρα στη θεότητα του Χριστού (όχι γιατί δεν είναι αληθινά σώμα και αίμα του Θεού), ενώ στο μέλλον θα μετέχουμε νοητά, μόνο διά μέσου της θεάς του Θεού.


γ. Η αρχαιότητα των μυστηρίων
Εκκλησία για τον Ιωάννη Δαμασκηνό είναι ολόκληρη η δημιουργία. Τα μυστήρια υπάρχουν μέσα στην ιστορία από την Παλαιά Διαθήκη, από την αρχή της Δημιουργίας, για να χαρίζουν τη ζωή και τη θεραπεία και όχι μόνο από την Καινή Διαθήκη με την ενανθρώπιση. Άλλωστε και σε όλη την Παλαιά Διαθήκη υπάρχει ο Υιός ως άσαρκος Λόγος. Με την ενανθρώπιση μπαίνουμε σε μία καινούρια φάση, της πλήρους θεραπείας και χάριτος όμως η ενέργεια των μυστηρίων πάντοτε είναι απαραίτητη στην εκκλησία – δημιουργία για να υπάρχουν, να συντηρούνται και να τελειώνονται τα κτίσματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Δαμασκηνός μας λέγει πως υπάρχουν πολλά είδη βαπτίσματος, τα οποία ξεκινούν από την Παλαιά Διαθήκη και κορυφώνονται στην Καινή με την ενανθρώπιση. Το πρώτο βάπτισμα είναι του κατακλυσμού για τον τερματισμό της αμαρτίας, αναφερόμενος στο περιστατικό του κατακλυσμού του Νώε. Το δεύτερο βάπτισμα είναι αυτό που έγινε στη θάλασσα όταν ο Μωϋσής χτύπησε τη ράβδο, άνοιξαν τα νερά και οι Ισραηλίτες σώθηκαν και το τρίτο βάπτισμα είναι το νομικό βάπτισμα που έκανε κάθε ακάθαρτος Ισραηλίτης.Το τέταρτο βάπτισμα είναι το βάπτισμα του Ιωάννου του Βαπτιστή που είναι εισαγωγικό στο βάπτισμα του Κυρίου.Το πέμπτο βάπτισμα είναι το βάπτισμα που πήρε ο ίδιος ο Χριστός, όχι βέβαια γιατί είχε ανάγκη από κάθαρση, αλλά για να αγιάσει τον βαπτιστή, να αποκαλύψει το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, και να γίνει τύπος και υπογραμμός σε εμάς ως προς το βάπτισμα. Αυτό το βάπτισμα υποσκιάζει όλα τα προηγούμενα γιατί αγιάζει πλήρως τον βαπτιστή, όπως και όλη την ανθρωπότητα, και αποκαλύπτει το μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Το βάπτισμα έχει πολύ παλιές ρίζες από την αρχή της δημιουργίας και δεν υπάρχει μόνο από την ώρα που βαπτίστηκε ο Χριστός στον ποταμό Ιορδάνη. Στον Ιορδάνη υπήρξε η κορύφωση του αγιασμού που προσφέρει το βάπτισμα. Όμως και τα τίμια δώρα βρίσκονται τυπολογικά και συμβολικά στην Παλαιά Διαθήκη (και το σύμβολο στην Αγία Γραφή και στη λοιπή λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι ποτέ κενό περιεχομένου). Με ψωμί και κρασί δεξιώθηκε ο Μελχισεδέκ τον Αβραάμ όταν επέστρεψε από τη σφαγή των αλλοφύλων. Ο Δαμασκηνός τονίζει πως εκείνη η τράπεζα προεικόνιζε τη δική μας μυστική τράπεζα, όπου αγιάζεται ο άρτος και ο οίνος, και ο Μελχισεδέκ είναι ο τύπος και το εικόνισμα του αληθινού αρχιερέα Χριστού. Άλλωστε και ο ζωοποιός σταυρός του Κυρίου (που επίσης είναι μυστήριο της εκκλησίας) υπάρχει συμβολικά στην Παλαιά Διαθήκη. Το δέντρο της ζωής που φυτεύθηκε στον παράδεισο από το Θεό προτυπώνει τον τίμιο σταυρό (δια μέσου του ξύλου προήλθε ο θάνατος, σημειώνει δεικτικά ο Δαμασκηνό, διαμέσου έπρεπε να χαριστεί η ζωή και η ανάσταση). Το άκρο της ράβδου που προσκύνησε ο Ιακώβ και ευλόγησε τους γιους του Ιωσήφ, η ράβδος του Μωυσή που χτύπησε τη θάλασσα σώζοντας τους Ισραηλίτες και κατατροπώνοντας τους στρατιώτες του Φαραώ, η ανύψωση των χεριών του Μωυσή όταν νίκησαν τους Αμαληκίτες,ο βράχος που έτρεξε νερό στην έρημο, η ανύψωση από τον Ααρών της ράβδου του σε σχήμα σταυρού και η σωτηρία από τα θανατηφόρα τσιμπήματα των φιδιών όσων την κοιτούσαν (το φίδι ήταν νεκρό και το ξύλο έσωζε αυτούς που το έβλεπαν, όπως μετά την ενανθρώπιση το ξύλο που σταυρώθηκε ο Χριστός σώζει αυτούς που το πιστεύουν) είναι προτυπώσεις και συμβολισμοί του σταυρού.


δ. Η ευθύνη του ανθρώπου
Δεν αρκεί όμως μόνο ο Υιός και Λόγος του Θεού να προσλάβει τη φύση μας, και να μας ανακαινίσει, ένα έργο στο οποίο δεν μετέχει ο κάθε άνθρωπος προσωπικά – όλοι απέκτησαν το φάρμακο της θεραπείας και της ζωής, (όπως δεν μετέχει ο κάθε άνθρωπος προσωπικά και στην αρρώστια που έφερε το προπατορικό αμάρτημα) –, αλλά είναι απαραίτητο και ο κάθε άνθρωπος προσωπικά που θέλει να φτάσει το μέτρο της τελειότητας, να προσπαθήσει ελεύθερα και αυτεξούσια να καθαρισθεί και να αφθαρτοποιηθεί. Για να συμβεί αυτό πρέπει να γεννηθεί με δεύτερη γέννηση, «δευτέραν γέννησιν γεννηθῆναι», και να τραφεί με τροφή ξένη προς αυτόν, «τραφῆναι τροφὴν ξένην», έτσι ώστε η τροφή να μην έχει σχέση με την αμαρτία και τη φθορά. Κάθε ίχνος μαγείας εξαφανίζεται αμέσως. Όπως τα παιδιά κληρονομούν τη φύση του πατέρα τους, παρόμοια όλο το ανθρώπινο γένος κληρονόμησε τη φύση του προπάτορα Αδάμ, η οποία αρρώστησε και οδηγήθηκε στη φθορά. Η αμαρτία απλώθηκε με πολλούς τρόπους στη ζωή του ανθρώπου, τονίζει ο Δαμασκηνός και γέμισε τη ζωή του με κάθε είδους κακία. Καθώς ο Χριστός, ξένος ολότελα προς τη φθορά, προσέλαβε από πλήρη φιλανθρωπία την ανθρώπινη φύση και τη θεράπευσε με μια σειρά ιστορικών πράξεων, όπως της σαρκώσεως – έγινε άνθρωπος –, του βαπτίσματος με το νερό – θεράπευσε και την άλογη δημιουργία – του πάθους και της Αναστάσεως – πέρασε και από το θάνατο για να τον νικήσει με την Ανάσταση –, ο κάθε άνθρωπος για να γίνει κληρονόμος της καινούριας φύσεως, πρέπει με την ελευθερία που του χαρίζει το λογικό και το αυτεξούσιο, και να γεννηθεί με δεύτερη γέννηση, αυτή του βαπτίσματος, που δεν θα έχει τα στοιχεία της φθοράς, αλλά και να τραφεί, με πραγματική τροφή, για να ζήσει τη νέα ζωή, τροφή κατάλληλη στη νέα γέννηση. Δεν αρκεί μονάχα η απαρχή της ημετέρας φύσεως «ἐν μετοχῇ γενέσθαι τοῦ κρείττονος», που συντελέστηκε με την πρόσληψη της ανθρώπινης φύσεως από το Χριστό, αλλά και ο ίδιος ο άνθρωπος να μετέχει με την ελευθερία που του χαρίζει το λογικό και το αυτεξούσιο σε δεύτερη γέννηση, και με τροφή, κατάλληλη στη νέα γέννηση, συνεχώς να τρέφεται έτσι ώστε να γίνει θέσει αυτό που ο Κύριος είναι φύσει. Σε ξεχωριστό κεφάλαιο που αφιερώνει για το βάπτισμα γράφει πως το βάπτισμα παρέχει όμοια σε όλους τους ανθρώπους την άφεση των αμαρτιών, όμως η χάρις του Αγίου Πνεύματος παρέχεται κατά την αναλογία της πίστεως και της προκαθάρσεως. Με το βάπτισμα όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, γίνεται μόνο απαρχή του Αγίου Πνεύματος και η αρχή μίας άλλης ζωής γεμάτη φωτισμό. Χρειάζεται απαραιτήτως ο συνεχής προσωπικός αγώνας του κάθε ανθρώπου για να καρπώνεται τη θεραπεία που χάρισε η ενανθρώπιση και να αντιστρατεύεται την κακία, τη φθορά και το θάνατο. Γι’ αυτό πολύ σωστά ο Δαμασκηνός καθώς αναφέρεται στον αγιασμό που προσφέρει το μυστήριο του βαπτίσματος τονίζει πως ο άνθρωπος είναι απαραίτητο με όλες τις δυνάμεις του κρατά καθαρό τον εαυτό του από τα βρώμικα έργα ώστε να μην ξαναγίνει δούλος της αμαρτίας. Όπως τα έργα χωρίς την πίστη είναι νεκρά, έτσι ακριβώς και η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή.
ε. Η ενότητα των μυστηρίων
Τα μυστήρια της Εκκλησίας φανερώνουν τη χάρη και τη θεραπεία του Αγίου Πνεύματος και έχουν μεταξύ τους πλήρη οργανική ενότητα. Το βάπτισμα συνδέεται άμεσα με τον σταυρικό θάνατο του Κύριου καθώς αυτόν ακριβώς φανερώνει. Οι τρεις καταδύσεις του βαπτίσματος σημαίνουν τις τρεις μέρες που έμεινε στον τάφο ο Κύριος και γι’ αυτό ο άνθρωπος πρέπει να μετέχει στο μυστήριο του βαπτίσματος μόνο μία φορά, όπως μόνο μία φορά πέθανε ο Κύριος. Τα σημαντικά γεγονότα (όπως είναι η γέννηση και ο θάνατος) συμβαίνουν μόνο μία φορά στη ζωή του ανθρώπου. Η ενότητα των μυστηρίων και η απτή ιστορική τους παρουσία φαίνεται από το γεγονός πως ο Ιωάννης περιγράφει μόνο τα μυστήρια του βαπτίσματος και της θείας ευχαριστίας. Όπως πρώτα γεννάται ο άνθρωπος και κατόπιν τρέφεται και συντηρείται στη ζωή, έτσι και το βάπτισμα, ως ένταξη στην εκκλησία και αναγέννηση στη νέα ζωή και η θεία ευχαριστία, ως συνεχή τροφή αθανασίας, εκ των πραγμάτων είναι τα μυστήρια που αναγεννούν τον άνθρωπο και τον συνέχουν. Τα υπόλοιπα μυστήρια όπως το ευχέλαιο, ο γάμος, η εξομολόγηση, η χειροτονία ως μυστήρια που επίσης τροφοδοτούν τη ζωή και θεραπεύουν τον άνθρωπο, δεν μπορούν να συμβούν αν δεν προηγηθεί εκ των πραγμάτων η βάπτιση και η θεία ευχαριστία. Γι’ αυτό και δεν αναφέρονται καθόλου στο δογματικό του έργο Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καθώς είναι οργανικά ενταγμένα μέσα στο ενιαίο θεραπευτικό σώμα της Εκκλησίας.στ. Εκκλησία και εσχατολογία Δεν γνωρίζουμε μόνο την εσχατολογία της Εκκλησίας, δηλαδή τη συνεχή πορεία της προς τα έσχατα, αλλά και την προέλευση της. Η Εκκλησία δεν υπάρχει μόνο από την πρώτη μέρα της δημιουργίας αλλά προ καταβολής κόσμου, καθώς ολόκληρη η Εκκλησία (λογικά όντα και υπόλοιπο κόσμος), υπάρχει από πάντοτε στην βούληση του Τριαδικού Θεού, ως προορισμός, εικόνα, θέλημα και παράδειγμα. Ο Δαμασκηνός σημειώνει πως ολόκληρη η δημιουργία υπήρχε από πάντα με άχρονο τρόπο στην άχρονη βούληση του Θεού, ως προορισμός, εικόνα και παράδειγμα και γι’ αυτό σημειώνει στο έργο του Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς όρθοδόξου Πίστεως, πως ο Θεός γνωρίζει τα πάντα πριν να συμβούν καθώς τα σκέφτηκε με άχρονο τρόπο , και τα πάντα γίνονται κατά την άχρονη θέληση του, η οποία είναι προορισμός, εικόνα και παράδειγμα. Η άκτιστη βούληση του Τριαδικού Θεού, η οποία είναι άτρεπτη και δεν δέχεται μεταπτώσεις και αλλαγές (όπως αντιθέτως συμβαίνει με τη βούληση του ανθρώπου που είναι κτιστή) από πάντοτε επιθυμούσε τα κτίσματα που ήθελε να δημιουργήσει, και ως άτρεπτη δεν είναι δυνατόν ποτέ να αλλάξει γνώμη και να τα απαρνηθεί. Έτσι η δημιουργία δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει γιατί η βούληση του Θεού είναι άτρεπτη, δεν μεταβάλλεται, και εδώ ακριβώς φαίνεται η εσχατολογία της Εκκλησίας (ο όρος εσχατολογία, όπως και όρος Εκκλησιολογία δεν υπάρχει στα δογματικά κείμενα του Δαμασκηνού, καθώς ενσωματώθηκε πολύ αργότερα στην επιστήμη της Δογματικής). Η δημιουργία πάντοτε θα υπάρχει και θα πορεύεται προς τα έσχατα, καθώς ο Θεός ως άτρεπτος δεν θα σταματήσει ποτέ να της χαρίζει το είναι. Για να υπάρξει όμως το ευ είναι σε αυτήν την πορεία χρειάζεται η ελεύθερησυγκατάθεση του ανθρώπου και γνωρίζουμε πως η πτώση έφερε στασιμότητα στην πρόοδο και την τελείωση του ανθρώπου, παρότι ο Θεός πάντοτε παρέχει το είναι και τη ζωή. Γι’ αυτό η Εκκλησία μετά την ενανθρώπιση και την Ανάσταση του Κυρίου μπαίνει σε μία καινούρια φάση σχετικά με την πορεία της προς τα έσχατα. Ο Δαμασκηνός συνδέει την τέλεια πορεία που δεν υποκύπτει στο θάνατο με την Ανάσταση του Κυρίου σημειώνοντας πως «αὐτὸς δὲ ὁ Κύριος ἀπαρχὴ τῆς τελείας καὶ μηκέτι θανάτῳ ὑποπιπτούσης ἀναστάσεως γέγονε». Η Ανάσταση χαρίζει την πλήρη ζωή και την πορεία προς τα έσχατα. Βέβαια η ανάσταση του ανθρώπου, ως συνεχή ζωή από τον Τριαδικό Θεό, ήταν ούτως ή άλλως γεγονός, εφόσον μετά το θάνατο ο άνθρωπος ζει, αν και έχει χάσει ένα σημαντικό μέρος της υπάρξεως του, το σώμα, γιατί ο Θεός δεν σταματά ποτέ να του παρέχει το είναι και τη ζωή. Μετά την Ανάσταση όμως του Χριστού, καθώς, όπως σημειώσαμε μπαίνουμε σε μία καινούρια φάση του έργου της θείας οικονομίας, είμαστε απολύτως βέβαιοι πως δεν θα αναστηθούν μόνο οι ψυχές των ανθρώπων, αλλά και τα σώματα γιατί ο Χριστός ανέστησε την πλήρη φύση του ανθρώπου, και του σώματος και της ψυχής του. Ο Ιωάννης Δαμασκηνός έχει αφιερώσει αρκετές σελίδες του δογματικού του έργου Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως για την ανάσταση του ανθρώπου. Το σημείο που τονίζει με έμφαση στο κείμενο του είναι πως η ανάσταση των νεκρών στην οποία πιστεύουμε δεν είναι ανάσταση μόνο των ψυχών, αλλά κυρίως ανάσταση σωμάτων. Εφόσον ο θάνατος, σημειώνει είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, «εἰ γὰρ θάνατον ὁρίζονται χωρισμὸν ψυχῆς ἀπὸ σώματος», η ανάσταση είναι η νέα συνάφεια της ψυχής από το σώμα, «ἀνάστασίς ἐστι πάντως συνάφεια πάλιν ψυχῆς καὶ σώματος καὶ δεύτερα τοῦ διαλυθέντος καὶ πεσόντος ζῴου στάσις», για να συμπληρώσει πως το ίδιο το σώμα που φθείρεται και διαλύεται, αυτό το ίδιο ακριβώς θα αναστηθεί άφθαρτο. Δεν αδυνατεί αυτός που έφτιαξε το σώμα από το χώμα και πάλι να το αναστήσει μετά την επιστροφή του στη γη. Ο Δαμασκηνός κατά την πάγια τακτική του που ήδη σημειώσαμε αναφέρεται στην Αγία Γραφή, και μάλιστα εκτενώς και στην Παλαιά Διαθήκη, για να δείξει στοναναγνώστη του πως υπάρχει ανάσταση σωμάτων. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του στον Μωυσή. Ο Θεός είπε στο Μωυσή πως είναι ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, όχι ο Θεός των νεκρών αλλά των ζώντων για να σχολιάσει ο ίδιος ο Ιωάννης πως οι ψυχές τους ζουν στα χέρια του Θεού ενώ τα σώματα θα ξαναζήσουν με την ανάσταση. Επιπλέον αναφέρεται στον Ησαΐα που γράφει «Ἀναστήσονται οἱ νεκροί, καὶ ἐγερθήσονται οἱ ἐν τοῖς μνημείοις» για να σημειώσει πως στα μνημεία δεν τοποθετούνται οι ψυχές αλλά τα σώματα : «Δῆλον δε, ὡς οὐχ αἱ ψυχαὶ ἐν τοῖς μνημείοις τίθενται, ἀλλὰ τὰ σώματα». Αναφέρει πολλά ανάλογα χαρακτηριστικά παραδείγματα από την Παλαιά Διαθήκη για να περάσει στην Καινή και να σημειώσει με έμφαση πως ο Χριστός όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με τα έργα του φανέρωσε την ανάσταση των σωμάτων. Ανέστησε τον Λάζαρο που έμεινε τέσσερις μέρες στον τάφο. Δεν ανέστησε ο Χριστός, τονίζει, μόνο την ψυχή του Λαζάρου, αλλά το ίδιο σώμα του που βρίσκονταν στον τάφο με την ψυχή του. Η εκκλησία με κορυφαίο ολόκληρο τον άνθρωπο, σώμα και ψυχή, πορεύεται προς τα έσχατα, τα οποία είναι ατελεύτητα καθώς ο Θεός δεν παύει ποτέ να χαρίζει το είναι και τη ζωή. Για τη βυζαντινή θεολογία, η οποία εκπροσωπείται πλήρως στο δογματικό έργο του Ι. Δαμασκηνού, δεν μπορεί να νοηθεί πορεία προς τα έσχατα, χωρίς τη ζωοποίηση που χαρίζει ο Τριαδικός Θεός και την Ανάσταση του Κυρίου. Σύμφωνα με όσα προηγήθηκαν γίνεται προφανές πως διατυπώνεται η Εκκλησιολογία στους Βυζαντινούς συγγραφείς. Οι σημερινοί τρεις τομείς στους οποίους χωρίζεται η επιστήμη της Δογματικής : Τριαδολογία, Χριστολογία και Εκκλησιολογία ή αλλιώς δύο η Θεολογία (που περιλαμβάνει την Τριαδολογία) και η Οικονομία (που περιλαμβάνει τη Χριστολογία και την Εκκλησιολογία) προήλθαν από καθαρά συστηματικούς επιστημονικούς λόγους. Στα κείμενα των Βυζαντινών θεολόγων η Εκκλησιολογία έχει άμεση σχέση με ολόκληρη τη δημιουργία, την Αγία Τριάδα και τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, ο οποίος φανερώνει την Αγ. Τριάδα στην ιστορία. Η Εκκλησία που εκφράζεται μέσω των μυστηρίων της είναι ολόκληρη η δημιουργία, στην οποία φανερώνεται η Αγία Τριάδα που δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Εκκλησία υπάρχει προ καταβολής κόσμου καθώς ολόκληρη η δημιουργία βρίσκεται από πάντα στην άκτιστη βούληση του Θεού και όχι σε πραγματωμένη κατάσταση. Μέσα στην ιστορία επίσης η εκκλησία και τα μυστήρια της υπάρχουν από την αρχή της δημιουργίας, όπως περιγράφεται στα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, καθώς ο Λόγος συνέχει τη δημιουργία όχι μόνο στην Καινή Διαθήκη ως ένσαρκος αλλά και στην Παλαιά ως άσαρκος. Βέβαια στην ιστορική της διαδρομή η Εκκλησία αναγκάστηκε να διασαφηνίσει τα όρια της σε συγκεκριμένα πλαίσια – κάποιους μάλιστα τους χαρακτήρισε πολύ σωστά ως αιρετικούς και τους θεώρησε εκτός των ιστορικών ορίων της – όμως αυτό η εκκλησία το έκανε μόνο για αμυντικούς λόγους έναντι σκληρών και επικίνδυνων αιρέσεων. Η ίδια εκκλησία όταν εκφράζει ζωντανά τη διδασκαλία της μέσω της λατρείας, των κειμένων και όλων των δημιουργικών της έργων, σημειώνει έντονα τα πραγματικά της όρια που αγκαλιάζουν ολόκληρη τη δημιουργία, όπως περιγράφονται τόσο χαρακτηριστικά στο κατεξοχήν δογματικό έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.



Δρ. Ιωάννης Ν. Λίλης εκλ. Λέκτορας Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Ηρακλείου Κρήτης

Η Ανάσταση και η ελλαδική διανόηση

Η Ανάσταση και η ελλαδική διανόηση

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου 
Τα όσα γράφτηκαν φέτος σε ΜΜΕ με την ευκαιρία της Αναστάσεως του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού από ανθρώπους της ελλαδικής διανόησης εκφράζουν μια ποικιλία έκφρασης, που η συνισταμένη της αποτελεί την πολιτισμική μας κατάσταση και δείχνει το πνευματικό της υπόβαθρο.

Ένα υπόβαθρο, που περιέχει εκκοσμικευμένη και ρηχή αντίληψη περί Εκκλησίας, υβριστικές διατυπώσεις για τον Ιησού Χριστό, όπως επίσης υλιστικές, συγκρητικές ή/και πανθεϊστικές αντιλήψεις. Απουσιάζει κάθε απάντηση στην αγωνία του ανθρώπου έναντι του θανάτου και κάθε προοπτική αιωνιότητας. Ακόμη και γνωστός θεολόγος – αρθρογράφος, με τις εμμονές του, περισσότερο εντυπωσιάζει παρά ωφελεί. Παρά τις ικανότητές του και την εμπειρία, που έχει συσσωρεύσει, ακόμη δεν έχει αντιληφθεί ότι η Αλήθεια είναι απλή και σαφής. Η κατάσταση της σύγχρονης ελληνικής διανόησης δείχνει τη βαθιά πνευματική κρίση της εποχή μας, που είναι πιο ανησυχητική για το μέλλον του Γένους από ό,τι η τρέχουσα κοινωνική και οικονομική κρίση.

Ο κ. Γιάννης Μπουτάρης, χημικός – οινολόγος, επιχειρηματίας και, εδώ και λίγο καιρό, Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, θεώρησε καλό να ασχοληθεί παράλληλα με τις δραστηριότητες και τις ευθύνες του ως Δημάρχου με το θέμα των σχέσεων Πολιτείας – Εκκλησίας. Έγραψε άρθρο, που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» το Μεγάλο Σάββατο και είχε έναν επικοινωνιακά εντυπωσιακό, αλλά στην ουσία κενό τίτλο « Ανάσταση της Εκκλησίας». Υποστηρίζει ότι γράφει ως συνειδητό μέλος της Εκκλησίας, αφού, όπως σημειώνει, με τη βάπτισή του κατέστη μέλος της και ως τέτοιο σκέφθηκε να αξιοποιήσει την ημέρα του Πάσχα για να προτείνει το διαζύγιο Πολιτείας - Εκκλησίας, προκειμένου να αποκτήσει η δεύτερη «προοπτική ανάστασης»... Κατά την άποψη του κ. Μπουτάρη η Εκκλησία έως τώρα δεν βιώνει την Ανάσταση και για να συμβεί αυτό πρέπει εκουσίως να περιθωριοποιηθεί κοινωνικά και να εξοντωθεί οικονομικά....Τα όσα προτείνει για την κατάργηση της μισθοδοσίας των κληρικών είναι ουτοπικά και επί πλέον διατυπώνει μια εκκοσμικευμένη αντίληψη περί Εκκλησίας, πως η αναμόρφωση των εκπαιδευτικών, φιλοπτώχων και νοσηλευτικών ιδρυμάτων Της θα ενίσχυε τη θρησκευτική πίστη! Αν ήταν έτσι τότε ένα ιδανικό Υπουργείο Πρόνοιας θα πετύχαινε απόλυτα ως θρησκευτική οντότητα... Η Εκκλησία δεν είναι ένας οικονομικός οργανισμός, ούτε ένα οποιοδήποτε «μη κερδοσκοπικό ίδρυμα»... Το ιδανικό Της δεν μπορεί να είναι το «πώς θα καταστεί αποτελεσματικότερη από τη δημόσια διοίκηση, ως κεφαλαιούχος και ως παραγωγός κοινωνικού έργου».

Ο κ. Μπουτάρης εξάλλου είναι σε εκκλησιολογική σύγχυση όταν συναρμολογεί στη σκέψη του τους Μεθοδιστές του Ηνωμένου Βασιλείου και τους Χριστιανοδημοκράτες της Γερμανίας με τους ευπατρίδες της Ελλάδος, που συνέβαλλον για αιώνες στο σωστικό για το Έθνος έργο της Εκκλησίας. Ξεχνάει ακόμη ότι το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της κας Μέρκελ είναι αυτό που εκμεταλλεύεται προς ίδιον όφελος την τρέχουσα κρίση στην Ε.Ε.... Ο κ. Μπουτάρης ως συνειδητό μέλος της Εκκλησίας θα έπρεπε να απασχοληθεί κυρίως με το πώς θα συμβάλει να γίνει αποτελεσματικότερη πνευματικά στην κοινωνία και όχι με το πώς Αυτή θα καταστεί αποδοτικός οικονομικά οργανισμός με την ιδιωτικοποίηση της... Το ενδιαφέρον του κ. Μπουτάρη για την Εκκλησία θα ήταν εποικοδομητικό αν Την έβλεπε ως κιβωτό και πνευματική τροφό του Γένους.

Στην ίδια εφημερίδα την ίδια ημέρα ο κ. Παντελής Μπουκάλας έγραψε για «Απόκρυφα ευαγγέλια», με ό,τι αρνητικό είναι γραμμένο περί του Ιησού... Στο άρθρο του, στην ίδια εφημερίδα ο κ. Σταύρος Ζουμπουλάκης γράφει κάποιες σωστές σκέψεις, αλλά - πιστεύουμε σε σχήμα υπερβολής – υποστηρίζει πως « ο μόνος τρόπος της αναστημένης ζωής είναι η απροϋπόθετη αγάπη, η αγάπη που σπάει το κέλυφος του εγωισμού και ανοίγεται στον άλλον, που φτάνει να βάλει τον άλλον πάνω από τον εαυτό». Δεν έχουμε το δικαίωμα να «διορθώνουμε» τον Σωτήρα Χριστό. Δεν μπορεί Εκείνος να μας συμβουλεύει να «αγαπήσουμε τον διπλανό μας όσο τον εαυτό μας» κι εμείς να λέμε να τον αγαπάμε περισσότερο... Επίσης είναι ατυχής η αναφορά του κ. Ζουμπουλάκη στην «Ηθική» του Σπινόζα, για τον οποίο ο Γιώργος Σαραντάρης στο φιλοσοφικό του δοκίμιο «Παρουσία του Ανθρώπου» έγραψε ότι « δε μπορεί να βρει άλλη πιθανότητα απόλυτου παρά στον έξω κόσμο, παρά στη φύση».

Ο ακαδημαϊκός και καθηγητής του ΑΠΘ κ. Θεόδωρος Παπαγγελής διατυπώνει μια θρησκειολογική άποψη περί Αναστάσεως, που είναι έκφανση του συγκρητισμού, του υλισμού και του αθεϊσμού: «Έτσι, μαστόρισσες στην τέχνη της αλληγορίας και της παρηγορίας οι θρησκείες καταπιάστηκαν να φιλοτεχνήσουν τον αντίλογο και έτσι εμφανίστηκαν <οι θανόντες και αναστάντες> θεοί που μοιράστηκαν μαζί μας τα Πάθη της φθοράς και ύστερα, με τελετουργική επισημότητα, μας προσκάλεσαν σε παρήγορη συμμετοχή στο αναστάσιμο Δοξαστικό τους – άλλοτε με την παγανιστική φυσιοκρατία του Βάκχου ή του Άδωνι, κατόπι με την εσωτερικευμένη και μυσταγωγική σεμνοπρέπεια του χριστιανικού <θανάτω, θάνατον πατήσας>». Παρόμοιες αντιλήψεις έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς από διάφορους τέκτονες.

Να αναφερθώ και στον καθηγητή κ. Γιώργη Γιατρομανωλάκη, που με τον γνωστό του στόμφο αποφαίνεται πως « η ελπιδοφόρα ιδέα της ολικής αυτούσιας επαναφοράς στη ζωή ενός πεθαμένου οργανισμού, οποιασδήποτε φύσεως, ανθρώπινης, πολιτικής, οικονομικής κλπ, ούτε με τη φυσική τάξη συμβαδίζει, ούτε και από την Ιστορία επιβεβαιώνεται». Έτσι δογματίζει και έχει την ψευδαίσθηση ότι λύνει το πρόβλημα της ύπαρξης του ανθρώπου, που παγκοσμίως τον απασχολεί από τότε που υπάρχει στη γη. Τέλος ο πολιτικός επιστήμονας κ. Λευτ. Κουσούλης, υιός ιερέως, σημειώνει πως το αναφερόμενο στον κατηχητικό Λόγο του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ότι οι νηστεύσαντες και οι μη νηστεύσαντες απολαμβάνουν εξίσου την πνευματική ευωχία της Αναστάσεως αποτελεί «ένα απροσπέλαστο μήνυμα θεμελιωτικής ισότητας και είναι μια τελική υπογράμμιση της αποτίναξης του καταναγκασμού των τύπων και της αιώνιας και ελευθερωτικής αναζήτησης της ουσίας». Τα όσα σημειώνει ο κ. Κουσούλης έχουν μια προϋπόθεση, την Πίστη και, κυρίως, την Αγάπη στον Αναστάντα Χριστό και την υποταγή στους λόγους Του. Τότε πράγματι η ουσία της ύπαρξης είναι προσπελάσιμη, πράγματι ο ζυγός γίνεται ελαφρύς και πράγματι ο άνθρωπος βιώνει την πλήρη ελευθερία.

Οι σκέψεις των διανοητών που αναφέρθηκαν είναι επηρεασμένες από τις διάφορες Αναγεννήσεις της Δύσεις που, όπως τονίζει ο Γιώργος Σαραντάρης σε άρθρο του στην «Καθημερινή», στις 5 Ιουνίου του 1939, είναι ανίκανες να πιστέψουν στο Χριστό, να πιστέψουν στην αιωνιότητα του ανθρώπου. Και προσθέτει ο Σαραντάρης: « Όποιος ατενίζει την Αρχαία Ελλάδα και παραμερίζει το Χριστό ( σ.σ. όπως κάνει η Δύση), είναι σα να μην υποπτεύεται πως είμαστε προορισμένοι στην αιωνιότητα, και σα να θέλει να επαναλάβει το έργο πολιτισμού των Αρχαίων Ελλήνων, που ήταν η προετοιμασία μιας άρτιας θνητής υπόστασης, για να τη δεχτεί ο Χριστός και να την κάμει αθάνατη. Για τούτο σ’ εμάς τους τωρινούς Έλληνες δε μαθαίνουν υποστασιακά τίποτε οι διάφορες Αναγεννήσεις της Δύσης, και μάλλον μας προσφέρουν μια περιττή και συχνά βλαβερή τροφή, γιατί για την επαφή με μια άρτια θνητή υπόσταση, μας αρκεί η Αρχαία Ελλάδα». - 
 

Εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία.

 

 

 

Εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία.

Στην Μονή Φιλοθέου τον Αύγουστο του 1975

…Οι Μοναχοί με την τάξη, με την ταπείνωση, την διάκριση και την αγάπη που έχουν, διοχετεύουν και στους Λαϊκούς τα βιώματα αυτά, κι έτσι ωφελούνται πνευματικά. Το βράδυ έψαλλαν τα επιμνημόσυνα εγκώμια του Κυρίου και στην αυλή έγινε η Περιφορά του Επιταφίου. Συμφωνήσαμε με τον Παύλο , το βράδυ του Μ. Σαββάτου, στην Πασχαλινή Αναστάσιμη Λειτουργία να κοινωνήσουμε. Το πρωί του Μ. Σαββάτου είχαμε στο Καθολικό την πρώτη Ανάσταση του Κυρίου, όπου ετελέσθηκε Θεία Λειτουργία του Αποστόλου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Όταν ο Διάκος προσεφώνησε το «μετά φόβου Θεού , Πίστεως και Αγάπης προσέλθετε», τότε πολλοί Μοναχοί και Λαϊκοί μπήκαν στην σειρά να κοινωνήσουν. Βλέπω τον Παύλο που ήταν στο διπλανό στασίδι να μου λέγει: θα πηγαίνω κι εγώ να κοινωνήσω. Τον εμπόδισα λέγοντας τι συμφωνήσαμε. Αυτοί όλοι έχουν νηστέψει την Αγία Τεσσαρακοστή κι έχουν εξομολογηθεί. Αυτός επέμενε να κοινωνήσει. Πλησιάζει στον Ηγούμενο που κοινωνούσε τους πιστούς κι ενώ σε κανένα δεν είπε τίποτε, σ’ αυτόν τον ρώτησε αν έχει εξομολογηθεί. Κι αυτός του απήντησε όχι. Τότε του λέγει το βράδυ να κοινωνήσετε. Το βράδυ μετά το Χριστός Ανέστη ο Μόσχος ο σιτευτός είναι απλωμένος δι’ όλους μας λέγει η ευχή του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου. Γύρισε ο Παύλος στη θέση του πολύ ταραγμένος. Δεν τον χωρούσε ο τόπος κι όλο έλεγε: τι ήταν αυτό το ρεζιλίκι που έπαθα. Τόσα χρόνια κοινωνώ και δεν βρέθηκε κανένας να μου στερήσει την Θεία Κοινωνία. Έχω κοινωνήσει σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Ήμουν πέντε χρόνια βοηθός του περίφημου Ιεροψάλτου των Αθηνών κ.Πρίγκου . Συνέχιζε να είναι ταραγμένος και μετά την Θεία Λειτουργία. Συνεχώς μου έλεγε στις πλάκες έξω από το Καθολικό που καθόμασταν: Δεν ξέρεις Ιατρέ τι καλός άνθρωπος είμαι. Τώρα τι κακό μεγάλο έπαθα που δεν μ’αφήνει ο Ηγούμενος να κοινωνήσω. Του είπα αυτό μπορεί να είναι διά το καλό σου αυτός όμως που να ησυχάσει. Του είπα πως όλοι οι άνθρωποι είμεθα αμαρτωλοί κι ένοχοι επώνιον του Θεού. Αυτός συνέχιζε να διαμαρτύρεται και να λέγει: δεν ξέρεις τι άνθρωπος είμαι. Εγώ πρίν κάμω Προσκύνημα είμαι έτοιμος και με εξομολόγηση στον Πνευματικό μου να πάρω και να δεχθώ ό,τι μου έδιδε η Χάρη του Θεού. Μου λέγει ότι δεν έχει κακία με κανέναν άνθρωπο. Του λέγω τι δουλειά κάμεις; Μου απαντά ταξιτζής. Του λέγω δεν έχεις μαλώσει με κανένα δύστροπο πελάτη σου ή με κανένα συνάδελφό σου; Μου λέγει όχι, δεν ξέρεις τι ήσυχος τι ειρηνικός άνθρωπος είμαι. Του λέγω με τους συγγενείς σου έχετε καλές σχέσεις; Μου λέγει τα έχω καλά μ’ όλους. Του λέγω διά κληρονομικά, που εκεί εισχωρεί ο σατανάς και κάμει να μαλλώνουν τα παιδιά και τ’ αδέλφια μεταξύ των; Μου λέγει ότι προσέχει πολύ στη ζωή του , να μην προκύψουν τέτοια προβλήματα. Του λέγω πόσο χρονών είσαι; Μου λέγει 40 ετών. Τον ερωτώ αν είναι παντρεμένος ή ελεύθερος και μου λέγει ελεύθερος. Τότε τον ρώτησα με γυναίκες πως τα πας; Τότε σηκώθηκε όρθιος και σαν ένα κουρέλι άρχισε να τρέμει και να κλαίει. Κατέρρεε συνέχει κι ήταν ένας ράκος. Του λέγω σταμάτησε αυτά κι ό,τι έχεις να πεις, να πας το βράδυ στις 7 που κάνει εξομολόγηση ο Ηγούμενος να του τα πείς. Έχω ακούσει καλά λόγια δια τον Ηγούμενο Εφραίμ και δι’ αυτό πήγα κι εγώ να μου διαβάσει συγχωρητική ευχή. Τότε ο Ηγούμενος μου λέγει: Ιατρέ αυτός που είναι μαζί σου είναι συγγενής σου; Του είπα όχι. Εδώ στο Άγιο Όρος τον γνώρισα, και τον πήρα μαζί μου, διότι δια πρώτη φορά ερχόταν στο Όρος. Μου λέγει όταν πλησίασε στο Άγιο Δισκοπότηρο διά να Κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων , το Άγιο Δισκοπότηρο άρχισε να τρέμει δυνατά στο χέρι μου, κι αυτό το έχω σημάδι , ότι ο προσερχόμενος δεν είναι καθαρός, δεν είναι προετοιμασμένος, και δεν του επέτρεψα να κοινωνήσει. Μου διάβασε την συγχωρετική ευχή και βγήκα από τον Ναό. Εκεί περίμενε ο συμπροσκυνητής μου Παύλος και μόλις βγήκα, μπήκε αυτός στον Ναό, δια να εξομολογηθεί. Σε 20 λεπτά βγήκε από τον Ναό κι ήλθε κοντά μου που τον περίμενα. Πολύ χαρούμενος μου λέγει : Τώρα αποκατέστησα την επαφή μου με τον Θεό. Του λέγω τι θα γίνει με την Θεία Κοινωνία; Μου λέγει δεν μ’ αφήνει να κοινωνήσω. Του λέγω διατί; μου λέγει διότι ζω παράνομα 20 χρόνια με μια χήρα γυναίκα. Του λέγω πότε σου είπε να κοινωνήσεις και μου απήντησε όταν παντευθώ ή την χήρα ή οποιαδήποτε άλλη γυναίκα ελεύθερη και σταματήσω την αμαρτία. Η παράνομος σχέση είναι αμαρτία. Του είπα φρόντισε να είσαι καθαρός μέχρι που να αποφασίσεις τι θα κάμεις.
Το θαύμα Κύριε συνετελέσθηκε. Εσύ Κύριε ενήργησες να αισθανθεί την αμαρτωλότητά του και να συμμορφωθεί με τες εντολές Σου. Πάντα να έχει Δόξα το Άγιο Όνομά σου.
Τον Παύλο τον συνάντησα μετά 10 χρόνια σε Προσκύνημα στην Ιερά Μονή Γρηγορίου του Αγίου Όρους. Με είδε από μακριά , έτρεξε κοντά μου και με καταφίλησε. Μου είπεν ότι έρχεται κάθε χρόνο στον Όρος και φέρνει μαζί του και πολλούς άλλους συμπροσκυνητές. Χάρηκα πολύ από το γεγονός αυτό. Ο Παύλος άλλαξε· είναι ειρηνικός και χαρούμενος μετά την Ιερά Εξομολόγηση του, δεν διαμαρτύρεται διατί δεν του επέτρεψε ο Ηγούμενος να κοινωνήσει. …

Από το Βιβλίο του Θωμά Κοΐδη «Η επιστροφή μου εις τον Θεό»
Εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Σερβίων και Κοζάνης