Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Εὐχή καί μυστική ἕνωσις μέ τόν Θεό μέσα στήν καρδιά, μέρος β’ (τελευταῖο)


ΕΥΧΗΚΑΙΜΥΣΤΙΚΗΕΝΩΣΙΣΜΕΤΟΝΘΕΟΜΕΣΑΣΤΗΝΚΑΡΔΙΑ
μέρος
β΄ (τελευταῖο)
  Τί εἶναι ἔκστασις;
Εἶναι μία ἀκατάληπτος καί ὑπέρλογος ἔξοδος.
 Ὅταν ὁ Κύριος κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό στήν γῆ γιά νά συναντήση τόν ἄνθρωπο, «ἐκένωσε ἑαυτόν», δηλαδή ἔκανε “ἔξοδο”, ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, χωρίς νά πάψη νά εἶναι καί τέλειος Θεός, μέ σκοπό ὡς Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός νά συναναστραφῆ μέ τό πλάσμα Του καί νά τοῦ δείξη τήν ἀγάπη Του μέχρι θυσίας, ἀποβλέποντας στήν σωτηρία του καί μόνο.
 Καί ὅταν ὁ νοῦς φεύγη ἀπό τόν ἑαυτό του καί μπαίνη μέσα στήν καρδιά, κάνει μιά ἔξοδο, κάνει μιά ἔκστασι. Ἀλλά ἔκστασι ἑκούσια, θεληματική. Καί ἡ σωστική Χάρις, πού ἀπορρέει ἀπό τήν Σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου, κάνει ἕνα εἶδος ἐξόδου, περνᾶ μέσα ἀπό τό ἅγιο Βάπτισμα καί ἀπό τό ἅγιο Χρῖσμα καί συναντᾶ τόν νοῦ μέσα στήν καρδιά σέ μιά προσωπική συνάντησι. Ἀπ᾿ αὐτή τήν συνάντησι ἀρχίζει ἡ πνευματική Λατρεία, ὅπου τήν πρωτοβουλία τήν ἔχει ὁ Θεός. Αὐτή ἡ συνάντησις-ἕνωσις λέγεται Νοερά καρδιακή προσευχή!Μέ τήν Νοερά προσευχή ζοῦμε μέσα στήν καρδιά μας τήν κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δρόμος γιά τήν ἑνωσι μέ τόν ἐν Τριάδι Θεό εἶναι ἡ ἀδιάλειπτος Εὐχή, διότι ἔτσι μόνο μπορεῖ καί ἀπολαμβάνει, ἀπλανῶς, ὁ ἀγωνιζόμενος χριστιανός τήν «νηφάλιον θεϊκήν μέθην».
 Καί τότε, κατά τόν ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη (Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτη, Περί θείων ὀνομάτων, P.G. 3,701), πλημμυρίζεται ὁ ἐσωτερικός κόσμος τοῦ προσευχομένου ἀπό τό ὑπερκόσμιο θαβώρειο Φῶς, τό ἁπλοῦν, τό ἀσχημάτιστο, τό ὑπερφυές… καί ὁ νοῦς ἀπό ἁπλός, ἀλλά ἀσφαλής θεατής καί μύστης, καθίσταται καί αὐτός ὅλος Φῶς!
 Καί σ᾿ αὐτή τήν ὑπερνοητή Θεολογία, πού ζοῦμε στήν Θεία Λειτουργία, προσευχόμενοι καί μεταλαμβάνοντες, ἡ ψυχή μας καθίσταται ὅλη νοῦς, ὅλη Φῶς. Καί ἡ θεολογική αὐτή αἴσθησις, εἶναι «ὑπερ αἴσθησιν καί νοῦν», διότι μέ τήν Νοερά Καρδιακή Προσευχή, τήν ψυχοσωματική νηστεία, τήν ἀποβολή τῶν παθῶν καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή, γίνεται αἰσθητή ἡ θέα τοῦ αἰωνίου καί ἀνεσπέρου Φωτός! Δηλαδή ὁρατή πνευματική. Σέ ποιούς; στούς “χριστοειδεῖς”, διά μέσου τῶ ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ. Σ᾿ αὐτούς πού«ἐπαίρουν ὁσίας χεῖρας» πρός τόν οὐρανό καί κτεβάζουν τόν Θεό στήν γῆ.
  Στό βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Ἆσμα Ἀσμάτων ὑπάρχει ὁ στίχος πού λέγει: «Καί ὀσμή μύρων σου ὑπέρ πάντα τά ἀρώματα· μῦρον ἐκκενωθέν ὄνομά σου· διά τοῦτο νεάνιδες ἠγάπησάν σε».
 Ἐπίσης, οἱ δύο Εὐαγγελισταί, ὁ Ματθαῖος καί ὁ Μάρκος, μᾶς λέγουν ὅτι στό σπίτι τοῦ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ προσῆλθε μία γυναῖκα ἔχουσα ἀλάβαστρο μύρου πολυτίμου καί συντρίψασα τό ἀλάβαστρο,(ἀφοῦ τό ἔσπασε δηλαδή), κατέχεε τό πολύτιμο μῦρο ἐπί τῆς κεφαλῆς Αὐτοῦ (τοῦ Ἰησοῦ δηλαδή) (Ματθ. Κστ΄: 7, καί Μάρκ. Ιδ΄: 3).
 Ὅμως, ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς προσθέτει ἀξιόλογες λεπτομέριες, γράφοντας ἐπί λέξει τά ἑξῆς: προσῆλθεν ἡ ἁμαρτωλός γυνή «καί στᾶσα ὀπίσω παρά τούς πόδας αὐτοῦ κλαίουσα, ἤρξατο βρέχειν τούς πόδας αὐτοῦ τοῖς δάκρυσι καί ταῖς θριξί τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐξέμασσε, (μέ τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς της ἐσφόγγιζε τά πόδια τοῦ Ἰησοῦ, τά ὁποῖα εἶχε προηγουμένως βρέξει μέ τά δάκρυα της)καί κατεφίλει τούς πόδας αὐτοῦ καί ἤλειφε τῷ μύρῳ»(Λουκ. Ζ΄: 38).
 Ὁ δέ Εὐαγγελιστής καί ἠγαπημένος Μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁἸωάννης, μᾶς λέγει ἐπιπλέον στό ΙΒ΄ κεφάλαιο ὅτι τήν ἴδια πρᾶξι τήν ἔκανε καί ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφή τοῦ ἀναστημένου ἐκ νεκρῶν Λαζάρου: «ἤλειψε τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καί ἐξέμαξε ταῖς θριξίν αὐτῆς τούς πόδας αὐτοῦ». Καί προσθέτει: «ἡ δέ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου» (Ἰωάν. Ιβ΄: 3).
 Ἐρμηνεύοντας τό συγκεκριμένο γεγονός οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀναφέρουν τά ἑξῆς:
  • Τό ἀλάβαστρο, σάν σφραγισμένο μυροδοχεῖο, εἶναι ἡ καρδιά, πού ἀποσφραγίζεται ἀπό τό παντοδύναμο καί γλυκύτατον Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, τό ὁποῖο εἰσχωρεῖ στά κατάβαθα της. Τότε, ἀφοῦ ξεκλειδωθῆ ἡ καρδιά μέ τό κλειδί τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, ἐνεργοποιεῖται ἡ θεία Χάρις μέ τά μύρια χαρίσματά της, σκορπῶντας σ᾿ ὅλες τίς αἰσθήσεις καί σ᾿ ὅλα τά κύτταρα τοῦ σώματος τήν εὐωδία τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
  • Τό δέ πανάγιο μῦρο τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, περνάει σάν ὀσμή εὐωδίας κι ἀπό τούς ρώθωνες, ὅπως μᾶς βεβαιώνουν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου, Πατρικαί νουθεσίαι,… σελ. 429) καί ἡ ἐμπειρία πολλῶν Γεροντάδων μέχρι τῶν ἠμερῶν μας. Πολλές φορές μάλιστα ἡ εὐωδία αὐτή ἐξέρχεται καί ἀπό τούς πόρους κάποιων μελῶν τοῦ σώματος, ὅπως πχ. Ἀπό τό δεξί χέρι, ἀπό τόν βραχίονα, ἀπό τό ἐσωτερικό τῆς παλάμης, ἀπό τό μέτωπο, τόν ἱδρῶτα καί ἰδίως ἀπό τό στόμα.
  Ἐπομένως, ὅταν ὁ ἀγωνιζόμενος χριστιανός καθαρίση καί ἁγνίση τό σῶμα καί τήν ψυχή του μέ τήν γενική ἐγκράτεια, ἐπιστρατεύοντας ὅλες τίς ψυχικές καί πνευματικές του δυνάμεις γιά τήν ἀπόκτησι καί καλλιέργια τῶν ἀρετῶν, μέ πρώτη τήν θεία ἀγάπη, καί παραστήση καθαρό τόν νοῦ του στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ· τότε μέ τήν συνεχῆ ἐπίκλησι τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, σπάζει τό μυροφόρο δοχεῖο τῆς καρδιᾶς του καί παραδόξη εὐωδία μυριάδων μύρων τῆς ἀκτίστου Χάριτος, τόν πλημμυρίζει ὁλόκληρο σωματικά καί πνευματικά. Ἄρα, τό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ στά χείλη μας καί μέσα μας μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο, στόν νοῦ μας καί στήν καρδιά μας, δέν εἶναι παρά ὀσμή πνευματικῆς εὐωδίας, ὅπως παρακλητικά τό ἀναφέρουμε σέ κάθε Θεία Λειτουργία, λίγο μετά τόν Καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, στήν Ἐκτενῆ Δέησι.
 Ὁ δέ Γέροντά μου λέγει ὅτι: «Ἡ προσευχή εἶναι φῶς καί τριαδική εὐωδία κι ὅποιος ἔχει τήν Εὐχή μέσα του ἤ ἀκόμα καί στό στόμα του, ἔχει τό ἀνέσπερο ἄκτιστο Φῶς καί τό ὑπερακατάληπτο μῦρο τοῦ οὐρανοῦ. Καί τά δύο πηγάζουν ἐκ τῆς Νοερᾶς προσευχῆς μέσα στήν καρδιά».
  «Μῦρον ἀκένωτον» τό ὌνομαΙΗΣΟΥΣ ”, δόξα καί χαρά ἀνερμήνευτος, κάλλος ἀμήχανον, τιμή ἀκατανόητος, θεία ἀγάπη ἀνέκφραστος. Νά, λοιπόν, τό ἔαρ τό μυροβόλον καί ἄκτιστον τῆς Νοερᾶς Καρδιακῆς προσευχῆς. Καί πάντα ταῦτα ἀπό τό«ἐκκενωθέν μῦρον» τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ λαλουμένου ἐντός ἡμῶν ἐκ τῆς καθαρᾶς καρδίας, τῆς τετρωμένης ἐκ τοῦ θείου ἔρωτος…» Γι᾿ αὐτό καί ὁ ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας πολεμᾶ τόν στόχο τῆς προσευχῆς, πού εἶναι νά φέρη καί νά ἐγκαθιδρύση τόν Χριστό μέσα στήν καρδιά μας. Αὐτό δέν συμφέρει καθόλου τήν ἀντιπολίτευσι, πού στήν προκειμένη περίπτωσι εἶναι ὁ διάβολος.
 Μά αὐτά –θά πῆτε οἱ περισσότεροι– δέν εἶναι γιά μᾶς!” Λάθος!!! Γιά μᾶς εἶναι! Καί νά ξέρετε ὅτι ὁ διάβολος περιμένει ν᾿ ἀκούση αὐτό τόν λόγο, γιά νά μᾶς ἀπογοητεύση, ὥστε νά ἐγκαταλείψουμε κάθε πνευματική προσπάθεια καί ἰδιαιτέρως τήν ἐργασία τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, πού ἀπαιτεῖ πολλή καί μεγάλη ὑπομονή.
  Ὑστερα ἀπό ὅλα αὐτά, πού ἀποκαλύπτονται μπροστά στά ἔκπληκτα μάτια μας, μπορεῖ ὁ διάβολος νά καθίση μέ σταυρωμένα χέρια καί νά χειροκροτῆ καί νά λέγη: “μπράβο, ὡραία τά καταφέρνεις”; Ὄχι!
 Ἄρα, δέν πρέπει νά λέμε ὅτι αὐτά δέν εἶναι γιά μᾶς ἤ ὅτι ἐμεῖς δέν εἴμαστε γι᾿ αὐτά, ἀφοῦ ἀκόμη δέν κάναμε ἀρχή. Ἄς βάλουμε λοιπόν πρῶτα μιά ἀρχή καί τότε πολύ γρήγορα θά δοῦμε καί θά διαπιστώσουμε –πάντοτε μέ τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Θεοῦ– ὅτι ἀκόμη καί ἡ προφορική Εὐχούλα μέ τό στόμα ἤ ἀπό μέσα μας ἔχει τήν Χάρι, τήν δύναμί της, τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη καί –γιατί ὄχι;– τήν πνευματική της εὐωδία.
 Καί ὅταν περάση ἀρκετός καιρός καί ἡ Νοερά προσευχή “φυτευθῆ” μέσα στήν καρδιά μας, ὕστερα ἀπό κόπο, μόχθο καί πόνο πολύ, ὁ νοῦς γίνεται τόσο καθαρός, τόσο φαεινός, τόσο φωτεινός, τόσο ἀγγελικός, τόσο ἀνοιχτός, ὥστε ἀνέρχεται στά δυσθεώρητα ὕψη τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ, ἀπολαμβάνοντας, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, τά ἀπόρρητα κάλλη τῆς Βασιλείας Του. Ἐπαναλαμβάνουμε, πάντα «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι» καί μέ τίς ὁδηγίες ἀπλανοῦς Πνευματικοῦ , πού ἔχει τό μέγα χάρισμα διακρίσεως πνευμάτων, γιά νά φυλαχθοῦμε ἀπό τίς πλάνες, τίς διαστροφές, τίς παγίδες καί τά ψευδοοράματα.
 Ἡ ἀπλανής πεῖρα τῶν ὁσίων Πατέρων μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὄντως ὁ καθαρός ἀπό τήν Εὐχούλα νοῦς γεμίζει ἀπό πληθώρα ἀκτίστων δωρεῶν καί λούζεται μέσα σ᾿ αὐτές καί καθίσταται δεκτικός τῶν πνευματικῶν θεωριῶν, ὥστε νά ρωτᾶ ἐκστατικός: “Ποία ἐκ τῶν θεωριῶν νά διαλέξω;” Τονίζοντας μέ πολλή συστολή ὅτι θεωρία εἶναι ἡ ἀρπαγή τοῦ προσευχομένου ἀπλανῶς νοός στά ἀπόρρητα καί ἄρρητα μυστήρια τοῦ Θεοῦ.
 Ἐκεῖνος δέ ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός, πού συνεχῶς προσεύχεται μέσα στήν γλυκειά ἀλλά νοερά ἡσυχία, κι ἄν ἀκόμη διέθετε μύριες ἀγγελικές φωνές, πάλι δέν θά μποροῦσε νά περιγράψη τά ἀπερίγραπτα σκηνώματα τοῦ παραδείσου, τά ἀνεκλάλητα κάλλη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τά ὄντως ὑπάρχοντα καί βιούμενα μέσα μας, διότι «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν» κατά τό ἀψευδές ρῆμα τοῦ Κυρίου μας ( Λουκ. Ιζ΄: 21).
 Μήπως καταλαβαίνουμε, ὅταν ὁ Πέτρος λέγη στόν παραλυτικό: «ἐν τό ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγιρε καί περιπάτει»(Πράξ. Γ΄: 6) καί ἐγείρεται;
 Στούς ὀφθαλμούς τοῦ τυφλοῦ νά ἀνεωχθοῦν καί ἀνοίγονται, καί στόν κωφό ν᾿ ἀκούση καί ἀκούει;
 Ἤ μήπως εἶναι λίγες οἱ ἀνίατες ἀσθένειες, ἀκόμη καί ὄγκοι καρκίνου, πού θεραπεύονται μέ τό Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ;
 Μήπως καί νεκρούς ἀκόμη δέν ἀνασταίνει τό Ὄνομά Του;
 Καί δαιμόνια βγάζει! Ἀφοῦ στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ «πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων»( Φιλ. Β΄ : 10).
 Τό Ὄνομα τοῦ Κυρίου ἐπιβάλλεται ἀκόμη καί στά ἄγρια θηρία καί τούς ὅρους τῆς φύσεως ἀντιστρέφει. Ἀλλά καί ὅλες οἱ εὐχές, πού διαβάζει ὁ ἱερεύς, στό Ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ λέγονται καί ἀναφέρονται.
  Ὅσοι ἀπό μᾶς τούς χριστιανούς πού ζοῦμε στόν κόσμο ἀθλούμεθα στήν νοερά ἐργασία τῆς Εὐχῆς, ἀκόμη καί τῆς προφορικῆς, κατέχουμε τόν θησαυρό τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο μέσα στήν καρδιά μας, ἀλλά καί μέσα στά σώματά μας, ὡς«ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν»(Β΄ Κορ. δ΄: 7), ἀφοῦ εἶναι καί αὐτά ναός τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἔτσι μποροῦμε νά γνωρίσουμε βιωματικά –ἄν βέβαια τό θέλη ὁ Θεός– τήν δόξα καί τήν μακαριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν καρδιά, στόν νοῦ ἀλλά καί στό σῶμα, καθιστάμενοι «Χριστοῦ εὐωδία» (Β΄ Κορ. β΄:15).
 Ἀλλά καί ὅσους κρατοῦν κομποσχοινάκι στό χέρι καί λένε τήν Εὐχούλα, εἴθε νά τούς ἀξιώση ὁ Κύριος, διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Μητρός Του, νά γίνουν ψυχῇ τε καί σώματι «μῦρον ἐκκενωθέν», πανάγιο οὐράνιο μῦρο.
 Γιατί ὑπάρχουν κατ᾿ ἀλήθειαν οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὑπάρχουν καί οἱ “ἀνασασμοί” τοῦ Παναγίου Πνεύματος καθώς καί τά χαρίσματα καί οἱ καρποί Του. Ὑπάρχουν ὄντως καί ἔκστασις καί θεία ἔλλαμψις καί θεωρία καί σωματικές κεχαριτωμένες ἀλλοιώσεις! Ὅλα αὐτά ὑπάρχουν, ἀλλά μόνο καί μόνο γιά νά τονώσουν τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, νά κάνη ἀγῶνα μέχρις αἵματος καί μέχρι θανάτου γιά τήν σωτηρία της.
  Μιά ψυχούλα, στήν πρωϊνή Θεία Λειτουργία τοῦ Μ. Σαββάτου, τήν φοβερή στιγμή τοῦ Καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων, πρίν ἀπό 40 περίπου χρόνια, ἔνοιωσε σάν νά φεύγη ἀπό τόν ἑαυτό της καί νά κατέρχεται μέ συνοδεία ἀκαταλήπτως στόν Ἅδη…
 Καί κεῖ ἄκουσε ὑπερφυῶς τό κήρυγμα τῆς σωτηρίας στούς κεκοιμημένους ἁπάντων τῶν αἰώνων, πού βρίσκονταν μέσα στήν φρίκη τῆς κολάσεως καί τοῦ Ἅδου. Καί εἶδε πῶς ἐλευθερώθηκαν καί συναναστήθηκαν οἱ ψυχές μαζί μέ τόν Χριστό… Καί ὅλα αὐτά «ἐν θεωρία καί Ἁγίῳ Πνεύματι!»
 Καί – ὦ, τοῦ θαύματος!– ἔνοιωθε καί βίωνε τό πῶς ὅλοι μαζί, μέ πρῶτον τόν Ληστή, πνευματικῷ τῷ τρόπῷ,εἰσήρχοντο στόν Παράδεισο!…
 Καί ἐπανῆλθε στόν ἑαυτό της ἡ ψυχή, μέ τήν ἐκπληκτική διαπίστωσι ὅτι κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων!
 Μπορεῖ νά ἦτο φορτισμένη ἡ ψυχή ἀπό τά συναισθήματα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ἤ πιθανόν νά ἦταν ὅλα αὐτά μιά σειρά εἰκόνων καί φαντασιῶν ἀπό τίς ἀντίστοιχες εὐαγγελικές περικοπές ἤ καί ἀπό σχετικές ἀναφορές τῶν Πατέρων ἤ ἀκόμη νά ἦταν καί παιχνίδια πλάνης. Οἱ ἐμπειρώτεροι τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων θά μᾶς δώσουν τήν ἀπάντησι.
  ΤῷΘεῷπρέπειδόξατώρακαίπάντοτεκαί
στούς
αἰῶνεςτῶναἰώνων.
Ἀμήν!
 Ἀπότόβιβλίο:««Εὐχή μέσα στόν κόσμο«
 Πρωτ. Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014

Elder Paisios - The Signalman of God, Γέρων Παίσιος - ο Ασυρματιστής του...

ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗ - ΟΥΔΕΝ ΝΟΗΜΑ

24f098 133
Ο ιερομόναχος Μάξιμος Καρυώτης, συνεχίζοντας τη διήγησή του, μας λέει:
Οι μοναχοί, κ. Μελινέ, έχουν αναγάγει την προσευχή σ’ επιστήμη, διότι ξέρουν ότι χωρίς προσευχή δεν έχει νόημα η ζωή τους ούτε γεμίζει ο χρόνος ούτ’ έρχεται στην καρδιά τους η ευλογία του Θεού, δηλαδή δεν αισθάνονται καμιά δύναμη και χαρά.
Αλλά η προσευχή είναι απαραίτητη μόνο για τους μοναχούς; Θα ήταν αυτή η αλήθεια, αν μπορούσε να μας βεβαιώσει κανείς ότι οι εν τω κόσμω πιστοί, για να ζήσουν και να σωθούν, δεν έχουν ανάγκη την ευλογία του Θεού, την πληρότητα και ανάπαυση που προσφέρει ο Θεός μόνο διά της προσευχής.
Δεν έχει σημασία πόσο τέλεια και καθαρή προσευχή μπορεί να κάνει κανείς αλλά η καλή του διάθεση και προσπάθεια. Αλλιώς, δεν θα συνιστούσε ο Κύριος στον καθένα να εισέλθει στο ιδιαίτερο δωμάτιό του και, αφού κλείσει την πόρτα του για να μη τον βλέπει κανείς, να προσευχηθεί μυστικά στον ουράνιο Πατέρα του.
Ως προς το θέμα τι να προτιμά κανείς -την ανάγνωση των καθιερωμένων εκκλησιαστικών προσευχών ή την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»-, μπορούμε ν’ απαντήσουμε με τον λόγο του αποστόλου: «Δοκιμάσατε και τα δύο και κρατήσατε ό,τι σας αναπαύει».
Πάντως, σύμφωνα με το παράδειγμα αγίων Πατέρων και εκ της ταπεινής πείρας μου, γνωρίζω ότι με την «ευχή» που προστίθεται στις σύντομες προσευχές της Εκκλησίας και με κάποια αυτοσχέδια λόγια μπορεί κανείς να αισθανθεί μέσα του περισσότερη ευλογία και ανάπαυση, παρά με την άμετρη πολυλογία, ιδίως αν δεν την κατανοεί.
Το κομποσκοίνι είναι ένα πρακτικό εργαλείο που εξυπηρετεί τον προσευχόμενο για να μην απασχολεί τον νου του στο μέτρημα των ευχών, αλλά να προσηλώνεται στο νόημα των λέξεων. Επειδή ο Θεός είναι ο «διδούς ευχήν τω ευχομένω», φρονούμε ταπεινά ότι δεν έχει πρακτικήν αξία καμία τεχνική για τη μεταφορά του νοός στην καρδιά.
Οποιος θέλει να μάθει την προσευχή πρέπει ν’ αγωνίζεται για να κατακτήσει όλο και περισσότερο την αρετή και να προσεύχεται καθημερινά, ιδίως μετά τη σωματική του ανάπαυση, οπότε είναι ξεκούραστος και ο νους.
Η μακροχρόνια προσευχή θα διδάξει και τη σωστή προσευχήν. Οι πολλοί σταυροί, όσοι και οι κόμποι του κομποσκοινιού -ενώ τα λόγια λέγονται σε αργότερο ρυθμό-, βοηθούν στη συγκέντρωση του νου.
Εκτός αυτών κι εκτός της προσευχής, με πολλές μικρές και μεγάλες «μετάνοιες» μπορεί να βοηθηθεί κανείς, αν ένα μέρος του «κανόνα» του το κάνει λέγοντας την ευχή νοερά, παρακολουθώντας και την αναπνοήν έτσι ώστε στην εισπνοή να λέει «Κύριε Ιησού Χριστέ» και στην εκπνοήν «ελέησόν με».
Πάντως, είναι απαραίτητο να συμβουλευθεί ο ενδιαφερόμενος τον Πνευματικό του, διότι, όταν δεν υπάρχει ταπείνωση και αρετή, αντί για τη χάρη του Θεού, έρχεται ο διάβολος, σε σημείο που πολλοί Πατέρες -λόγω του κινδύνου αυτού- αποτρέπουν τους πιστούς από τη συστηματική και βαθιά προσευχή με το κομποσκοίνι.
Κάποια φορά μου είπε ο Γέρων Παΐσιος: «Ηταν ένας νέος στην Αθήνα ο οποίος ζούσε ζωή αμαρτωλή, αλλά έδωσε ο Θεός και μετενόησε. Πήγε να εξομολογηθεί σ’ έναν Πνευματικό και αυτός του όρισε κανόνα προσευχής και μετανοιών. Με προθυμία δέχθηκε ο νέος την πρόταση, αλλά έπειτα από λίγες γονυκλισίες πόνεσε η μέση του τόσο που του ερχόταν η ιδέα να σταματήσει την άσκηση αυτή.
Ομως με ανδρεία επιβλήθηκε στον εαυτό του, κάνοντας τον εξής συλλογισμό: “Ταλαίπωρε, όσο επιδιδόσουν στις αμαρτίες δεν σκεπτόσουν τίποτε άλλο παρά μόνο το πώς θα ικανοποιήσεις την επιθυμία σου. Τώρα που έδωσε ο Θεός να δείξεις τη μετάνοιά σου με μερικές γονυκλισίες δεν μπορείς να κάνεις λίγην υπομονήν;
Εμπρός, συνέχισε αυτήν τη μικρή άσκηση και μην ψάχνεις να βρεις δικαιολογίες”. Χάρη σ’ αυτή την απόφασή του, ο Θεός τον αξίωσε μεγάλης ευλογίας και θείου φωτισμού, τόσο που πήγε να το αναφέρει στον Πνευματικό.
Εκείνος του είπε με ταπείνωση: “Παιδί μου, εγώ ξέρω λίγα πράγματα για την προσευχή και την άσκηση, αλλά δεν ξέρω από τέτοια χαρίσματα. Γι’ αυτό πήγαινε καλύτερα στο Αγιον Ορος και ζήτησε τη συμβουλή του Γέροντος Παϊσίου”».
– Μ.Μ.: Πάτερ Μάξιμε, καταγράφουμε με μεγάλη προσοχή όλα όσα μας λέτε. Τις θέσεις και τις εξίσου παιδαγωγικές αντιθέσεις... Σ’ αυτό το σημείο που βρίσκεται η συζήτηση -εδώ στον χώρο της ασκήσεως και του αγώνος σας- χρήσιμο, νομίζω, θα είναι να μας μιλήσετε για την πλάνην η οποία ελλοχεύει κάθε στιγμή, πάντα και παντού, για να μας αποτρέψει να γευθούμε τη θεία χάρη.
– Ιερομ. Μ.: Ο διάβολος, που πάντοτε μισεί το καλό και το κάλλος (γι’ αυτό λέγεται μισόκαλλος), δεν μένει αργός στην προσπάθειά μας για την αιώνια σωτηρία. Διακρίνεται σε τρεις φάσεις ο αγώνας του: Πρώτα φροντίζει να μην επιτρέψει να πιστέψει ο άνθρωπος στην Αλήθεια. Γι’ αυτό τον κρατά στην αθεΐα, στη σατανολατρία, στις άλλες θρησκείες ή και στις αιρέσεις.
Διευκολύνει μάλιστα τους πλανεμένους σε μερικά προβλήματά τους, ακόμη και στην... αρετή! Σε δεύτερη φάση -αν χάσει στο προηγούμενο στάδιο κι έλθει κάποιος στην Ορθοδοξίαν- ο διάβολος τον σπρώχνει να πέσει στις αμαρτίες, σε πτώσεις προς τ’ «αριστερά».
Γι’ αυτό υπάρχουν πιστοί οι οποίοι συνεχώς αγωνίζονται, αλλά δυσκολεύονται στον πνευματικό τους αγώνα. Ομως, εφόσον είναι μέλη της μίας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας κι εφόσον αγωνίζονται ισοβίως, σώζονται διά της μετανοίας και των Μυστηρίων.
Σε τρίτη φάση, αν κάποιος καταφέρει να νικήσει τα πάθη του, τότε ο διάβολος προσπαθεί να τον πείσει ότι έγινε τέλειος, ότι δεν έχει ανάγκη κανένα συνάνθρωπό του και τον σπρώχνει έτσι στην υπερηφάνεια. Μάλιστα του εμφανίζεται και σαν «άγγελος φωτός», σαν «Παναγία» και σαν «Χριστός»! Αυτή είναι η εκ δεξιών πλάνη.
Κι επειδή η πτώση αυτή έρχεται βαθμιαία, πρέπει -ο θέλων να σωθεί- πάση θυσία να κρατιέται από την ασφαλή άγκυρα της ολόψυχης ταπεινοφροσύνης και της άτεγκτης αυτομεμψίας, αλλά και χωρίς να φθάνει στην απόγνωση. Αντιθέτως, όποιος με τη χάρη του Θεού καταφέρει να νικήσει τον αόρατον εχθρό και στις τρεις φάσεις του πολέμου του είναι όντως ταπεινόφρων και θεωρεί τον εαυτό του μεγάλον αμαρτωλό.
Βεβαιώνει και ομολογεί πως ό,τι καλό έχει πάνω του είναι της χάριτος του Θεού. Ενώ έφθασε στην ύψιστη τελειότητα, όμως δεν πιστεύει ότι «έβαλε αρχή» και παρακαλεί τον Θεό να παρατείνει τη ζωή του για να προλάβει να μετανοήσει, όπως έπραξε ο αββάς Σισώης!
Επειτα από ασκητικόν αγώνα, πολλή αρετή και προσευχή και προπαντός με σταθερή ταπεινοφροσύνην, ο άνθρωπος του Θεού αξιώνεται θείων και μεγάλων χαρισμάτων, για να διευκολύνεται το έργο της σωτηρίας των πολλών.
Τέτοια χαρίσματα είναι π.χ. της θαυματουργίας και θεραπείας ασθενών, της διοράσεως, προοράσεως κ.λπ.
Ο άγιος αυτός «θεώνεται», γίνεται κατά χάριν θεός, του αποκαλύπτονται θεία μυστήρια και βλέπει το άκτιστο φως του Μεταμορφωθέντος Ιησού.
Ομως αυτές οι άκτιστες ενέργειες του Θεού δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο μόνο των τελείων. Ολοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί -ανάλογα με τον αγώνα και την πνευματική μας κατάσταση- μπορούμε ν’ απολαύσουμε τη θεία πρόνοια και τις ευλογίες του Θεού, όπως είναι η αγάπη, η ειρήνη, η χαρά, η πίστις, η ελπίδα.
Τις λέμε δε «άκτιστες», διότι δεν είναι σαν τα κτιστά δημιουργήματα του Θεού -που είπε κι έγιναν- αλλά περιβάλλουν την ουσία του Θεού, χωρίς να πει π.χ. «θέλω να δημιουργηθεί η αγάπη». Να, όπως λ.χ. από τον ήλιο πηγάζουν η θέρμη και το φως... Σ’ αυτή την τελειότητα καλούνται προπαντός οι μοναχοί και όσοι αγαπούν το πρότυπο της μοναχικής ζωής, σηκώνοντας τον προσωπικό σταυρό τους.
Με την καθοδήγηση των εμπείρων περί τα πνευματικά, χαρισματούχων, πορεύεται η Εκκλησία και όχι μόνο σώζει τα μέλη της από τις οποιεσδήποτε πλάνες αλλά και τ’ ασφαλίζει στη στερεά πέτρα, τον Χριστόν, ώστε να ζουν από τώρα -από αυτήν τη ζωή- τη μακαριότητα του παραδείσου.
Κείμενο - φωτογραφίες: Μανώλης Μελινός
Θεολόγος συγγραφέας,
διευθυντής Βιβλιοθήκης της Ι. Συνόδου

Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Μητρ.Ἱερόθεος Βλάχος -Ἡ Ἡσυχία ὡς μέθοδος θεραπείας

Ένας από τους πιο βασικούς τρόπους θεραπείας της ψυχής είναι και η ησυχία με όλη την σημασία της λέξεως. Πιστεύω πως στα προηγούμενα φάνηκε αυτό το θέμα καθαρά. Ο σημερινός άνθρωπος ζητάει θεραπεία στα βασικά θέματα ζωής, κυρίως στην εσωτερική του κατάσταση, ακριβώς επειδή είναι υπερβολικά κουρασμένος. Γι’ αυτό ένα από τα μηνύματα τα οποία μπορεί να προσφέρη η Ορθοδοξία στον σύγχρονο κουρασμένο, απογοητευμένο και παραπαίοντα κόσμο είναι το μήνυμα της ησυχίας. Πιστεύω πως η προσφορά της Ορθοδόξου Παραδόσεως στον τομέα αυτόν είναι μεγάλη. Γι’ αυτό στην συνέχεια θα επιδιώξω να αναπτύξω περισσότερο την αξία της ησυχίας και του ησυχασμού για την θεραπεία της ψυχής, του νου, της καρδιάς και της λογικής. Έχουμε την εντύπωση ότι η ησυχία και ο ησυχασμός είναι από τα βασικότερα φάρμακα για την επίτευξη της εσωτερικής υγείας. Επίσης, επειδή η έλλειψη της ησυχίας είναι εκείνη που δημιουργεί τα προβλήματα, το άγχος, την αγωνία, την ανασφάλεια, τις ψυχολογικές, ψυχικές και σωματικές παθήσεις, γι’ αυτό θα προσπαθήσουμε να δούμε την αιτία αυτών, που είναι ο αντιησυχασμός. Ο αντιησυχαστικός λίβας που πνέει και καίει τα πάντα, κυριαρχεί παντού και είναι η κυρία αιτία της ανωμαλίας. Γι’ αυτό στην συνέχεια θα αναπτύξουμε την ησυχία ως μέθοδο θεραπείας της ψυχής και τον αντιησυχασμό ως αιτία της ψυχικής και σωματικής ασθενείας.
1. Ησυχία
Πριν δώσουμε ορισμό της ησυχίας, ας δούμε την μεγάλη αξία της για την θεραπεία της ψυχής.
Οι άγιοι Πατέρες, που έχουν βιώσει σε όλο το πλάτος την Ορθόδοξη Παράδοση, έχουν τονίσει την μεγάλη σπουδαιότητα της ορθοδόξου ησυχίας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, στον οποίο η Εκκλησία δεν έδωσε τυχαία την επωνυμία του Θεολόγου, την θεωρεί απαραίτητη για να φθάση κανείς στην κοινωνία με τον Θεό. Γι’ αυτό «χρη και ησυχάζειν, ώστε αθολώτως προσομιλείν τω Θεώ και μικρόν απανάγειν τον νουν από των πλανωμένων»[1]. Με την ησυχία ο άνθρωπος καθαρίζει τις αισθήσεις του και την καρδιά του και έτσι γνωρίζει τον Θεό. Και αυτή η γνώση του Θεού συνιστά την σωτηρία του.
Μέσα σ’ αυτήν την γραμμή εντεταγμένος οργανικά και ο όσιος Θαλάσσιος, συνιστά επιγραμματικά: «Ησυχία και προσευχή, μέγιστα όπλα αρετής. Αύται γαρ τον νουν καθαίρουσαι, διορατικόν απεργάζονται»[2]. Με την ησυχία ο νους του ανθρώπου καθαρίζεται και γίνεται όργανο δεκτικό της θεωρίας του Θεού. Βέβαια, όπως γνωρίζουμε, κατά την πατερική διδασκαλία, άλλο είναι ο νους και άλλο η λογική. Ο νους καλυπτόμενος από τα πάθη παύει να είναι θεωρός των μυστηρίων του Θεού (είναι νεκρός), ενώ απαλλασσόμενος από τα πάθη γίνεται διορατικός και βλέπει τον Θεό ως Φως, και αυτό είναι η ζωή του ανθρώπου. Και, όπως έχουμε γράψει, αυτή η κάθαρση του νου επιτυγχάνεται με την ησυχία.
Είναι γνωστό σε όσους καταγίνονται με την μελέτη των πατερικών έργων και σε όσους προσπαθούν να βιώσουν αυτήν την ησυχία ότι διακρίνεται σε σωματική και ψυχική. Η σωματική αναφέρεται  σε εξωτερικά θέματα, ενώ η ψυχική σε εσωτερικά. Η σωματική ησυχία είναι συνήθως ο ησυχαστικός τόπος και η προσπάθεια να μειώση ο άνθρωπος, κατά το δυνατόν, τις εξωτερικές παραστάσεις, τις εικόνες που δέχονται και προσφέρουν στην ψυχή οι αισθήσεις, ενώ η ψυχική ησυχία έγκειται στο να αποκτήση ο νους την ικανότητα και την δυνατότητα να μη δέχεται καμμιά πειρασμική περιπλάνηση. Σ’ αυτήν την κατάσταση ο νους του ανθρώπου, διακατεχόμενος από  την  νήψη και την κατάνυξη, είναι στραμμένος μέσα στην καρδιά, ο νους (η ενέργεια) συνελλίσσεται στον χώρο της καρδιάς (ουσία), ενώνεται μαζί με αυτήν και έτσι αποκτά μερική ή περισσότερη γνώση του Θεού.
Η σωματική ησυχία είναι ο περιορισμός του σώματος. «Αρχή της ησυχίας (είναι) η σχολή»[3]. Ο άνθρωπος σχολάζει από κάθε έργο. Συνέπεια αυτής της «σχολής» είναι «η φωτιστική δύναμις και θεωρία∙ και τέλος η έκστασις και η αρπαγή του νοός προς Θεόν»[4]. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, αναφερόμενος σ’ αυτήν την εξωτερική – σωματική ησυχία, γράφει: «ο αγαπήσας ησυχίαν, απέκλεισε στόμα»[5].
Δεν είναι όμως μόνον οι λεγόμενοι νηπτικού Πατέρες που αναφέρονται και περιγράφουν την ιερά ατμόσφαιρα της ησυχίας, αλλά και οι λεγόμενοι κοινωνικοί. Χρησιμοποιώ την λέξη λεγόμενοι γιατί στην Ορθόδοξη Παράδοση δεν υπάρχει διαλεκτική αντίθεση μεταξύ της θεωρίας και της πράξεως, ούτε μεταξύ νηπτικών και κοινωνικών Πατέρων. Οι νηπτικοί είναι κατ’ εξοχήν κοινωνικοί και οι κοινωνικοί είναι αφάνταστα νηπτικοί.
Σαν παράδειγμα στο θέμα της ιεράς ησυχίας θα ήθελα να αναφέρω τον Μ. Βασίλειο. Σε επιστολή στον φίλο του άγιο Γρηγόριο γράφει για την ησυχία σαν αρχή της καθάρσεως της ψυχής, καθώς επίσης και για την ησυχία του σώματος, δηλαδή τον περιορισμό της γλώσσης, της οράσεως, της ακοής και των λόγων. Γράφει χαρακτηριστικά: «Ησυχία ουν αρχή καθάρσεως τη ψυχή, μήτε γλώσσης λαλούσης τα των ανθρώπων, μήτε οφθαλμών ευχροίας σωμάτων και συμμετρίας περισκοπούντων, μήτε ακοής τον τόνον της ψυχής εκλυούσης εν ακροάμασι μελών προς ηδονήν πεποιημένων, μήτε εν ρήμασιν ευτραπέλων και γελοιαστών ανθρώπων, ο μάλιστα λύειν της ψυχής τον τόνον πέφυκεν».
Εδώ εκφράζεται η ιερά κατάσταση της ησυχίας την οποία απολάμβανε εκείνο τον καιρό ο άγιος Πατήρ στην έρημο, όταν προσπαθούσε να αποκτήση την γνώση του Θεού στο πανεπιστήμιο της ερήμου, μετά την διατριβή του σε ανθρώπινες σχολές για την απόκτηση της ανθρωπίνης γνώσεως. Και στην συνέχεια παρουσιάζει ο ιερός Πατήρ, ο Φωστήρ της Καισαρείας, ένα κλασσικό χωρίο που δείχνει ότι είχε άριστες γνώσεις της ησυχαστικής ζωής. Ο νους ο οποίος δεν διασκορπίζεται προς τα έξω και δεν διαχέεται δια των αισθήσεων προς τον κόσμο, επιστρέφει προς τον εαυτό του και δια του εαυτού του ανέρχεται προς τον Θεό και τότε ελλάμπεται από το άκτιστο Φως της θεότητος. Χαρακτηριστικά γράφει: «Νους μεν γαρ μη σκεδαννύμενος επί τα έξω, μηδέ υπό των αισθητηρίων επί τον κόσμον διαχεόμενος, επάνεισι μεν προς εαυτόν, δι’ εαυτού δε προς την περί Θεού έννοιαν αναβαίνει∙ κακείνω τω κάλλει περιλαμπόμενός τε και ελλαμπόμενος και αυτής της φύσεως λήθην λαμβάνει, μήτε προς τροφής φροντίδα, μήτε προς περιβολαίων μέριμναν την ψυχήν καθελκόμενος, αλλά, σχολήν από των γηΐνων φροντίδων άγων, την πάσαν εαυτού σπουδήν επί την κτήσιν των αιωνίων αγαθών μετατίθησι…»[6].
Η σωματική ησυχία είναι βοηθητική για να φθάση ο άνθρωπος να αποκτήση και την εσωτερική ψυχική ησυχία, την λεγομένη νοερά ησυχία. Φαίνεται από την πατερική διδασκαλία ότι η πρώτη, αν και  μη τελείως αναγκαία, είναι εν τούτοις πολύ απαραίτητη για την κατά Θεόν ζωή. «Ησυχία μεν σώματός εστιν, ηθών, και αισθήσεων επιστήμη, και κατάστασις»[7]. Η σωματική ησυχία είναι κατάσταση σώματος και αισθήσεων. Και σε άλλα σημεία ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μιλά γι’ αυτήν την ησυχία, μάλιστα έχει υπ’ όψη του «ησυχαστικούς τόπους»[8]
Βέβαια, όπως αναφέραμε προηγουμένως, η έρημος και γενικά η σωματική ησυχία είναι βοηθητική για να φθάση κανείς στην εσωτερική νοερά ησυχία. Οι Πατέρες νοιώθουν την ησυχία «ουχί εις τον εγκλεισμόν, ουδέ εις την φυσικήν αναχώρησιν εις την έρημον, αλλ’ εις την διηνεκή εν τω Θεώ διαμονήν»[9]. Η έρημος, αν και έχη μεγάλη αξία, επειδή βοηθά στον περιορισμό των εικόνων και παραστάσεων που προέρχονται από τον γύρω κόσμο, εν τούτοις δεν απολυτοποιείται. Είναι χαρακτηριστικός στο σημείο αυτό ο Νικήτας ο Στηθάτος. Αναφερόμενος στο ότι η αρετή δεν περιορίζεται σε έναν ορισμένο τόπο και ότι ο σκοπός του ανθρώπου, που είναι «η αποκατάστασις των δυνάμεων της ψυχής» και «η επί το αυτό σύνοδος των γενικών αρετών εις την κατά φύσιν ενέργειαν», δεν συντελούνται από έξω, αλλά «συμπεφύκασιν ημίν εκ δημιουργία», καταλήγει «περιττόν η ερημία, εισερχομένων ημών εις αυτήν (την Βασιλείαν των Ουρανών) και ταύτης χωρίς, δια μετανοίας και πάσης φυλακής των του Θεού εντολών»[10]. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο άγιος Νικήτας, εκφράζοντας την απορία για το λεγόμενο από πολλούς ότι είναι αδύνατον ο άνθρωπος να φθάση στην έξη της αρετής «άνευ αναχωρήσεως μακράς και της εις ερημίαν φυγής», γράφει: «τεθαύμακα, πως το απεριόριστον έδοξεν αυτοίς εν τόπω περιορίζεσθαι»[11].
Πάντως η έρημος και γενικά η σωματική ησυχία βοηθά για την απόκτηση της νοεράς ησυχίας, της οποίας τώρα ερχόμαστε να περιγράψουμε το ιερό περιεχόμενο.
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος καθώς γράφει επιγραμματικά και συνεπτυγμένα στο περισπούδαστο έργο του, λέγει για την ησυχία της ψυχής ότι είναι «λογισμών επιστήμη». Ο ησυχαστής με την νήψη ίσταται στην πύλη της καρδίας, ελέγχει τους λογισμούς και ή φονεύει ή αποδιώκει τους ερχομένους λογισμούς: «ησυχία δε ψυχής, λογισμών επιστήμη και ασύλητος έννοια. Ησυχίας φίλος, ανδρείός τις και απότομος λογισμός, εν θύρα καρδίας ανυστάκτως ιστάμενος, και τους προσερχομένους λογισμούς ή κτείνων ή αποσειόμενος»[12].
Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, αναφερόμενος στο θέμα της νοεράς ησυχίας και διαγράφοντας την ιερά της ατμόσφαιρα, λέγει: «Ησυχία εστί νοός κατάστασις ανενόχλητος, γαλήνη ελευθέρας και αγαλλιωμένης ψυχής, καρδίας ατάραχος και ακύμαντος βάσις, θεωρία φωτός, γνώσις Θεού μυστηρίων, λόγος σοφίας, άβυσσος νοημάτων Θεού, αρπαγή νοός, ομιλία καθαρά προς Θεόν, ακοίμητος οφθαλμός, προσευχή νοερά, ένωσις μετά Θεού και συνάφεια και τέλος θέωσις και άπονος ανάπαυσις εν μεγάλοις πόνοις ασκήσεως»[13].
Και άλλοι Πατέρες μιλούν γι’ αυτήν την ιερά κατάσταση της ψυχής, αφού άλλωστε η εν Χριστώ ζωή είναι κοινή εμπειρία όλων των αγίων. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη «ησυχία γαρ εστιν απόθεσις νοημάτων των ουκ εκ του πνεύματος θειοτέρων, έως καιρού, ίνα μη προσέχων τούτοις ως καλοίς το μείζον απολέσης»[14].
Αυτή η απόθεση των νοημάτων εντάσσεται μέσα στην προσπάθεια να καθαρίση ο άνθρωπος το λογιστικό μέρος της ψυχής. Αγωνίζεται ο αθλητής της πνευματικής ζωής να αποδιώκη τους λογισμούς, οι οποίοι ενσπείρονται από τον πονηρό, με μοναδικό σκοπό να διαλύση την εσωτερική ενότητα των δυνάμεων της ψυχής και να αρρωστήση την καρδιά του ανθρώπου. Είναι γεγονός ότι η Ορθοδοξία είναι μια θεραπευτική επιστήμη. Διαβάζοντας τα έργα των αγίων Πατέρων που αναφέρονται στα θέματα αυτά, βλέπουμε καθαρά ότι ο Χριστιανισμός θεραπεύει την ασθενούσα ψυχή και μέσα στους τρόπους θεραπείας πρωταρχική θέση κατέχει η φυλακή του νοός, η απώθηση των λογισμών και η προσπάθεια να τους φονεύσουμε πριν εισέλθουν στην πύλη της καρδίας.
«Η ησυχία τι εστιν; αλλ’ ή το συστείλαι τινά την καρδίαν αυτού από δόσεως και λήψεως και ανθρωπαρεσκείας, και των λοιπών ενεργειών. Και ότε δε ο Κύριος ήλεξγε τον γραμματέα δια τον εμπεσόντα εις τους ληστάς, και επηρώτησεν αυτόν τις εγένετο πλησίον; λέγει∙ «ο ποιήσας το έλεος μετ’ αυτού». Πάλιν είρηκεν∙ «έλεον θέλω και ου θυσίαν» ∙ ει ουν έχεις άπαξ ότι το έλεος πλείον εστί της θυσίας, εις το έλεος κλίνον την καρδίαν σου∙ και γαρ η πρόφασις της ησυχίας φέρει εις υψηλοφροσύνην, πριν ή ο άνθρωπος κερδάνη εαυτόν, τουτέστιν άμωμος γένηται∙ τότε γαρ ησυχία εστίν∙ ότι εβάστασε τον  σταυρόν. Εάν ουν συμπαθήσης, ευρίσκεις βοήθειαν∙ εάν δε κρατήσης σεαυτόν, ως δήθεν υπεραναβήναι το μέτρον, τούτο μάθε, ότι και ο έχεις απωλέσας∙ μήτε ουν έσω, μήτε έξω∙ αλλά αμέσως πορεύθητι, συνιών τι το θέλημα του Κυρίου, ότι αι ημέραι πονηραί εισίν;»[15].
Το ότι η ησυχία είναι κυρίως και προ παντός φυλακή του νου, φυλακή των λογισμών, φαίνεται και από τον όσιο Θαλάσσιο με την παραγγελία που δίδει: «Ασφάλισαι τας αισθήσεις τω τρόπω της ησυχίας και δίκασον τους λογισμούς εφεστώτας τη καρδία»[16].
Όμως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι κυρίως ο υπέρμαχος της ησυχίας, όπως θα μας δοθή η ευκαιρία να πούμε πιο κάτω. Αυτός έκανε, με την Χάρη του Χριστού, αγώνες για την κατοχύρωση αυτής της μεθόδου καθάρσεως της καρδιάς και των λογισμών, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση γνώσεως και κοινωνίας με τον Θεό. Σε λόγο του στα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου ομιλεί για την ησυχαστική ζωή. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αγιορείτης άγιος, μιλώντας από την πείρα του, παρουσιάζει την Παναγία τύπο της νοεράς ησυχίας, αφού μέσα στα άγια των αγίων έφθασε στην κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό, δια της ησυχίας. Γράφει ότι δεν μπορούμε να φθάσουμε στον Θεό και κοινωνήσουμε μαζί Του, αν δεν καθαρθούμε και αν δεν καταλείψουμε τα αισθητά και τις αισθήσεις και αν δεν ανεβούμε πάνω από τους λογισμούς και τους συλλογισμούς και την ανθρώπινη γνώση και από όλη την διάνοια. Αυτό ακριβώς έκανε και η Παρθένος. Ζητούσα η Παρθένος αυτήν την κοινωνία με τον Θεό, «την ιεράν ησυχίαν ευρίσκει χειραγωγόν∙ ησυχίαν την νου και κόσμου στάσιν, την λήθην των κάτω, την μύστιν των άνω, την των νοημάτων επί το κρείττον απόθεσιν∙ αύτη πράξις ως αληθώς, επίβασις της ως αληθώς θεωρίας ή θεοπτίας, ειπείν οικειότερον ή μόνη δείγμα της ως αληθώς ευεκτούσης ψυχής». Στην συνέχεια περιγράφει ο άγιος ότι οι αρετές είναι φάρμακα για τις ασθένειες της ψυχής για τα πάθη, αλλά η θεωρία είναι «της υγιαινούσης ο καρπός, οίόν τι τέλος ούσα και είδος θεουργόν». Η ψυχή, με άλλα λόγια, θεραπεύεται δια των αρετών, αλλά θεραπευομένη ενώνεται με τον Θεό δια της θεωρίας, στην οποία οδηγεί η αγωγή της ησυχίας. «Δι’ αυτής (της θεωρίας) θεοποιείται άνθρωπος, ου της από των λόγων ή της των ορωμένων στοχαστικής αναλογίας, αλλά της από της καθ’ ησυχίαν αγωγής»[17].
Με την μέθοδο αυτή της ορθοδόξου ησυχίας και αγωγής θεραπευόμαστε, «απολυόμεθα των κάτω και συννεύομεν προς τον Θεόν» και με διαρκείς δεήσεις και προσευχές «θίγομέν πως της αθίκτου και μακαρίας φύσεως εκείνης. Και ούτως αυτοίς ανακραθέντος απορρήτως υπέρ αίσθησιν και νουν φωτός, εν εαυτοίς ως εν εσόπτρω θεωρούσι τον Θεόν οι την καρδίαν δι’ ιεράς ησυχίας καθαρθέντες»[18].
Τα κύρια χαρακτηριστικά σημεία του λόγου αυτού του αγιορείτου αγίου είναι ότι με την μέθοδο της ορθοδόξου αγωγής, που είναι ουσιαστικά μέθοδος της νοεράς ησυχίας, καθαρίζουμε την καρδιά και τον νου μας και δι’ αυτού του τρόπου ενωνόμαστε με τον Θεό. Αυτή είναι η μόνη μέθοδος προσψαύσεως του Θεού και κοινωνίας μαζί Του.
Οι άγιοι Πατέρες σε μελέτες τους ονομάζουν αυτήν την κατάσταση της ψυχής και Σαββατισμό. Ο νους του ανθρώπου, καθαρθείς με την μέθοδο και αγωγή της ιεράς ησυχίας, σαββατίζει , αναπαύεται εν Θεώ. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μιλώντας για την θεία κατάπαυση, για την κατάπαυση του Θεού, ο Οποίος «κατέπαυσε από πάντων των έργων αυτού», και για την κατάπαυση του Χριστού με την κάθοδο της ψυχής μαζί με την Θεότητα στον Άδη και με την παραμονή του Σώματός Του μετά της Θεότητος στον τάφο, γράφει ότι και εμείς πρέπει να επιδιώκουμε αυτήν την θεία κατάπαυση, να συγκεντρώνουμε δηλαδή τον νου μας με την επίπονη προσοχή και αδιάλειπτη προσευχή. Αυτή η θεία κατάπαυση, ο θείος Σαββατισμός, είναι η νοερά ησυχία. «Αν δε και παντός συλλογισμού, καν αγαθός η, τον σον απαναστήσης νουν και προς εαυτόν επιστρέψης όλον δι’ επιμόνου προσοχής και αδιαλείπτου προσευχής, όντως εισήλθες και αυτός εις την θείαν κατάπαυσιν και της κατά την εβδόμην ευλογίας επέτυχες, αυτός σεαυτόν ορών και δια σαυτού προς θεοπτίαν αναφερόμενος»[19]. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτά τα λέγει ο άγιος σε ομιλία στο ποίμνιο της Επισκοπής του, δηλαδή της Θεσσαλονίκης. Αυτό σημαίνει ότι όλοι, κατά διαφόρους όμως βαθμούς, μπορούν να αποκτήσουν εμπειρίες της θείας καταπαύσεως. Και πιστεύω ότι αυτή είναι η διδασκαλία που χάθηκε στην σημερινή εποχή.

Ἀσθένεια τῆς καρδιᾶς


   Σε όλη την βιβλικοπατερική παράδοση είναι γνωστό ότι η καρδιά του ανθρώπου, όταν παύη να εφαρμόζη το θέλημα του Θεού και πράττη τα θελήματα του διαβόλου, ασθενεί και νεκρούται. Γίνεται λόγος για την ασθένεια, την πώρωση, την ακαθαρσία, την πνευματική νέκρωση της καρδιάς. Στην παράγραφο αυτήν θα δούμε μερικές τέτοιες εκδηλώσεις της ασθενούς καρδίας.

Επισκόπου Ναυπάκτου  π.Ιερόθεου 
            Ο διάβολος εισέρχεται στην καρδιά του ανθρώπου, και την αιχμαλωτίζει. «Και δείπνου γενομένου, του διαβόλου ήδη βεβληκότος εις την καρδίαν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτου ίνα αυτόν παραδώ» (Ιω. ιγ’, 2). Βέβαια προηγήθηκε πολυχρόνια αιχμαλωσία του νου. Όπως είναι αδύνατον σε έναν σωλήνα να διέλθουν συγχρόνως το ύδωρ και το πυρ, έτσι είναι αδύνατον να εισέλθη η αμαρτία στην καρδιά, «εάν μη κρούση πρότερον εν θύρα καρδίας δια φαντασίας πονηράς προσβολής»[258]. Η φαντασία είναι εκείνη που οδηγεί στην καρδιά την προσβολή του διαβόλου.Στον μεταπτωτικό άνθρωπο η φαντασία, που είναι λεπτοτέρα της διανοίας και παχυτέρα του νου, είναι η αρχή του κακού. Γι’ αυτό συνιστούν οι άγιοι Πατέρες να φυλάττη κανείς την φαντασία του καθαρά ή μάλλον καλύτερα να ζη κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη ενεργοποιήται η φαντασί, να νεκρώση το φανταστικό. Μόνο όταν αυτό νεκρωθή από την μεγάλη μετάνοια και το πολύ πένθος μπορεί να θεολογήση.
  Στα έργα των αγίων Πατέρων γίνεται λόγος για την απώλεια της καρδίας. Αυτό νοείται με την έννοια ότι στην καρδιά δεν ενεργεί η Χάρη του Χριστού, αλλά από κέντρο υπερφυσικό γίνεται κέντρο  παραφυσικό. Η απώλεια της καρδίας είναι απώλεια της σωτηρίας.
Μια από τις ασθένειες της καρδιάς είναι η άγνοια  και η λήθη. Η καρδιά, απωλέσασα την Χάρη του Θεού, έχει μια νέφωση, ένα γνόφο, ένα κάλυμμα. Είναι αυτό που παρατηρείται στους Ιουδαίους και στους αιρετικούς. Διαβάζουν την Γραφή αλλά τους είναι εντελώς ακατανόητη, γιατί η καρδιά είναι κεκαλυμμένη. «… αλλ’ έως σήμερον, ηνίκα αναγινώσκεται Μωϋσής, κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται» (Β’ Κορ. γ’, 15). Δια της καρδίας αποκτά κανείς βεβαιότητα του Θεού, στην καρδιά αποκαλύπτεται ο Θεός, λαλεί και ερμηνεύει τον λόγο Του. Όταν αυτή είναι κεκαλυμμένη, τότε ο άνθρωπος βρίσκεται σε σκοτάδι βαθύ. Και μια καρδιά που έχει άγνοια είναι άδης. «Άδης γαρ εστιν άγνοια∙ αμφότερα γαρ εισιν αφάνερα. Απώλεια δε εστι λήθη, διότι εξ υπαρχόντων απώλοντο»[259].
  Ασθένεια της καρδίας είναι η σκληρότης και η πώρωση. Αφού δεν δέχεται την Χάρη του Θεού, που αλλοιώνει τα πάντα, παραμένει σε σκληρότητα. «Σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι τη καρδία και τοις ωσίν…» είπε στους Ιουδαίους ο Πρωτομάρτυς Στέφανος (Πράξ. ζ’, 51). Αυτή η σκληρότης είναι εκείνη που θησαυρίζει οργή, ένεκα της οποίας θα καταδικασθή ο άνθρωπος. «Κατά δε την σκληρότητά σου και αμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού» (Ρωμ. β’, 5). Οι άνθρωποι θα δικασθούν για την σκληρότητα της καρδιάς. Η σκληρά καρδία είναι σιδηρά πύλη που εισάγει στην πόλη. Κεκλεισμένη η πύλη δεν αφήνει τον άνθρωπο να εισέλθη στην πόλη. Ενώ η καρδία στον τεθλιμμένο και κακοπαθούντα αυτομάτως θα ανοιχθή, όπως έγινε στον Πέτρο[260]. Έχουμε καθήκον να μη δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για να σκληρυνθή και πωρωθή η καρδιά. «Μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών ως εν τω παραπικρασμώ» (Εβρ. γ’, 8). Η σκληρά καρδία είναι και πεπωρωμένη. Ο Κύριος πολλές φορές συνήντησε τέτοιες πωρωμένες καρδιές. Μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και την τρικυμία «ην αυτών η καρδία πεπωρωμένη» (Μαρκ. στ’, 52). Σε άλλη συνάφεια ο Κύριος είπε: «έτι πεπωρωμένην έχετε την καρδίαν υμών» (Μαρκ. η’, 17). Έχοντας μπροστά Του ο Κύριος ανθρώπους που Τον παρατηρούσαν αν θα θεραπεύση το Σάββατο, «περιβλεψάμενος αυτούς μετ’ οργής, συλλυπούμενος επί τη πωρώσει της καρδίας αυτών», εθεράπευσε τον έχοντα εξηραμμένην χείρα (Μαρκ. γ’, 5).

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ΑΣ ΓΙΝΗ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

oikogeneia_proseuxi_30220.jpg
ΑΣ ΓΙΝΗ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
        Αυτό κάνε και συ ο άνδρας όχι μόνον η γυναίκα.  Ας είναι το σπίτι σου Εκκλησία που θα αποτελήται από άνδρες και γυναίκες.  Διότι μη νομίσης ότι επειδή είσαι μόνος εσύ ο άνδρας, ούτε επειδή εσύ η γυναίκα είσαι μόνη, ότι αυτό αποτελεί εμπόδιο˙  διότι λέγει˙  «Όπου είναι συγκεντρωμένοι δύο ή τρεις στο όνομά μου, εκεί ανάμεσά τους βρίσκομαι και εγώ» (Ματθ. 18,20). Όπου βρίσκεται ο Χριστός, εκεί υπάρχει μεγάλο πλήθος˙  όπου βρίσκεται ο Χριστός, υποχρεωτικά εκεί βρίσκονται και άγγελοι και αρχάγγελοι και οι άλλες δυνάμεις.

        Επομένως δεν είστε μόνοι, αφού έχετε τον Κύριο των πάντων.  Και πάλι άκουσε τον Προφήτη που λέγει˙  «Είναι προτιμότερος ένας που εκτελεί το θέλημα του Κυρίου, παρά αμέτρητοι παράνομοι» (Σοφ. Σειρ. 16,3-4). Τίποτε πιο αδύνατο δεν υπάρχει από πολλούς παράνομους, ούτε πιο ισχυρό από τον ένα που ζει σύμφωνα με τον νόμο του Θεού.
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ  Τα νεύρα της ψυχής.
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
ΕΚΔΟΣΙΣ:  Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου.
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Οι δυνατότητες του έρωτα.

του Νικήτα Καυκιού

Ο άνθρωπος διαβάζει, ερευνά, καπνίζει, εργάζεται, ταξιδεύει, δημιουργεί τέχνη, παίρνει ναρκωτικά, κάνει πολιτική και κοινωφελή έργα προκειμένου να ξεπεράσει την οδύνη της ερημιάς του και να καλύψει το υπαρξιακό κενό και τις αγωνίες του.
Η ερωτική εμπειρία υπόσχεται την λύτρωση. Ο ερωτευμένος αισθάνεται ολοκληρωμένος, πλήρης, φωτισμένος και χαρούμενος. Ελπίζει, πιστεύει, ονειρεύεται, προσδοκά, ανανεώνεται. Γεμίζει από αισθήματα επιτυχίας και εσωτερικής χαράς. Γίνεται παιδί και απολαμβάνει την πραγματικότητα.
Ο έρωτας είναι έκσταση, ένωση, πρόσβαση, γνώση. Είναι δεσμός με αυτό που ονειρευόμαστε ότι μας υπερβαίνει. Είναι πόθος μετοχής στο θαυμαστό.
Σε ανθρώπινο επίπεδο, άκρως ελκυστική και θαυμαστή είναι η ωραιότητα του ανθρώπινου προσώπου. Ο ερωτευμένος ποθεί, ελπίζει και ονειρεύεται την ιδανική σχέση. Η απουσία του αγαπημένου είναι αφόρητα βασανιστική. Η συμβίωση όμως μαζί του έχει συνήθως τραγική κατάληξη. Όταν το όνειρο γίνει πραγματικότητα και το φαντασιακό συναντήσει τη διάσταση του πραγματικού, ο έρωτας χάνει τη δύναμή του. Η προσγείωση είναι σκληρή.
Η συνεχής τριβή με τον σύντροφο πυροδοτεί συγκρούσεις. Ο άλλος γίνεται τόσο πιο ανυπόφορος όσο περισσότερο αγαπήθηκε. Επειδή τον είχαμε ερωτευθεί, τον είχαμε αποσυνδέσει από την πραγματικότητα και εξιδανικεύσει. Καταλαβαίνουμε όμως ότι κάναμε λάθος. Δεν είναι ο άνθρωπος που περιμέναμε. Πέσαμε έξω. Έχει πολλά ελαττώματα. Η ζωή κοντά του δεν είναι όνειρο, αλλά βάσανο. Είναι σκληρός, αδιάφορος, επιθετικός, κουραστικός. Έχει αλλάξει. Δεν μπορούμε να εξηγήσουμε αυτή την αλλαγή. Αισθανόμαστε το ίδιο μόνοι, ακάλυπτοι, κενοί, όπως νιώθαμε πριν τον γνωρίσουμε. Απογοητευμένοι στρέφουμε τα μάτια της καρδιάς αλλού.
Έτσι πέφτουμε στον φαύλο κύκλο της ερωτικής αναζήτησης. Προσδοκία-φαντασίωση, πραγμάτωση-απογοήτευση.
Η δυνατότητα του έρωτα καταξιώνεται, βρίσκει το αληθινό της νόημα και λυτρώνει τον άνθρωπο όταν αναφέρεται στον Θεό. Η ουσιαστική, βαθιά, σχέση με το θεό καλλιεργείται ως μυστήριο ερωτικό. Αγαπούμε τον Θεό με όλη μας την καρδιά, την ψυχή και τη διάνοια. Γινόμαστε ολοκληρωτικά δικοί Του. Μέσα από μία τέτοια εμπειρία αγάπης, αφιερώνουμε ολόκληρο το είναι μας στον Θεό. Τα φτιάχνουμε μαζί Του και δεν τα χαλάμε ποτέ εις τους αιώνες των αιώνων. Ο δεσμός μας μαζί Του υπερβαίνει το χρόνο και το θάνατο.
Ο Θεός είναι ο εραστής της αιωνιότητας. Είναι η αληθινή ζωή που νικά το θάνατο. Προσφέρεται ολόκληρος σ’ εμάς. Σταυρώνεται και σφαγιάζεται χάριν της αγάπης.
Εάν έχουμε καλή προαίρεση για να Τον γνωρίσουμε Αυτός θα φροντίσει να μας φέρει κοντά του. Η άπειρη αγάπη Του θα γίνει θερμή, μητρική αγκαλιά που θα μας προστατέψει και θα μας οδηγήσει αβίαστα κοντά του. Το να ποθούμε να γνωρίσουμε το Θεό είναι αρκετό για να αρχίσει να αλλάζει η ζωή μας. Είναι αρκετό για να γίνουμε κατάλληλοι δέκτες της αγαπητικής Του χάρης.
Η δική του τέλεια αγάπη
πολιορκεί μεθοδικά και δυναμικά τη ζωή μας για να την κατακτήσει.
Ο δικός Του έρωτας γίνεται
φωτιά σωτηρίας για την ύπαρξή μας.
Η άπειρη δύναμη της αγάπης Του
συντρίβει όλες τις άμυνες, του φόβους και τις αναστολές μας και
μας κυριεύει.
Αυτός είναι ο Κύριός μας, ο αγαπημένος.
Αυτός είναι
η ζωή μας
η καρδιά μας
η αναπνοή μας
το είναι μας.
Αυτόν μόνο έχουμε και αυτός μας έχει ολοκληρωτικά.
Αυτόν μόνο θέλουμε,
σ’ Αυτόν πιστεύουμε,
σ’ αυτόν ελπίζουμε,
σ’ αυτόν ζούμε.
Αυτός μας γεμίζει με τη δική Του χάρη,
τη δική του χαρά.
Την αιώνια χαρά της συμμετοχής στην
άπειρη δόξα Του.
Γινόμαστε
λαμπροί μέτοχοι της εορτής των ουρανών.
Και μέσα από αυτή την εμπειρία
έτοιμοι ν’ αγαπήσουμε τους ανθρώπους.
Πάνω στο θεμέλιο του Χριστού.
Πάνω σ’ αυτήν την βάση,
κάτω απ’ αυτόν τον ορίζοντα,
μέσα σ’ Αυτόν τον Θεό της αγάπης,
μπορούμε να αγαπήσουμε αληθινά
Δίνοντας στους άλλους αγάπη.
Εκείνη την αγάπη
που έχουμε γευθεί ως δώρο από τον Θεό της Αγάπης.
Τον εσταυρωμένο.

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

O φωτισμένος ασκητής Μακάριος

O φωτισμένος ασκητής Μακάριος

Τι είπε στον Καζαντζάκη ;

Νίκος Καζαντάκης: Βαριά η ζωή σου, γέροντά μου· θέλω κι εγώ να σωθώ, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;
— Πιο βολικός; έκαμε ο ασκητής και χαμογέλασε με συμπόνια.
— Πιο ανθρώπινος, γέροντά μου.
— Ένας μονάχα δρόμος.
— Πώς τον λέν;
— Ανήφορο· ν’ ανεβαίνεις ένα σκαλί· από το χορτασμό στην πείνα, από τον ξεδιψασμό στη δίψα, από τη χαρά στον πόνο· στην κορφή της πείνας, της δίψας, του πόνου κάθεται ο Θεός. Στην κορφή της καλοπέρασης κάθεται ο Διάβολος· διάλεξε.
— Είμαι ακόμα νέος· καλή ‘ναι η γής, έχω καιρό να διαλέξω.
Άπλωσε ο ασκητής τα πέντε, κόκαλα του χεριού του, άγγιξε το γόνατό μου, με σκούντηξε:
— Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πριν σε ξυπνήσει ο Χάρος.
Ανατρίχιασα.
Από την «Αναφορά στον Γκρέκο», εκδ. Ελένη Καζαντζάκη, 1964

«Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝ»





ΠΟΛΛΟΙ καλοπροαίρετοι χριστιανοί, ζώντας ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἀγνοοῦν τό Χριστό ἤ Τόν ἀρνοῦνται συνειδητά και μέ φανατισμό, προβληματίζονται καί θέλουν νά βροῦν κάποιον νά τούς στηρίξει καί νά τούς προφυλάξει ἀπό διάφορους πνευματικούς κινδύνους, πού καθημερινά ἀντιμετωπίζουν. Μέ ἐνδιαφέρον θέλουν νά πληροφορηθοῦν τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο βίωναν τόν Χριστό οἱ Ἅγιοι, γιατί σ᾽ αὐτούς ἔχουν μεγάλη ἐμπιστοσύνη.
Ὁ Γέροντας Πορφύριος ἔλεγε ὅτι «ζωή χωρίς Χριστό, δέν εἶναι ζωή. Πάει τέλειωσε. Ἄν δέν βλέπεις τό Χριστό σέ ὅλα σου τά ἔργα καί τίς σκέψεις, εἶσαι χωρίς Χριστό». Αὐτό ἦταν τό βίωμα τοῦ ἁγίου Γέροντα. Ὅ,τι εἶχε τό στήριζε στόν Χριστό. Οἱ σκέψεις του ἦταν τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἐπιθυμίες του ἐπίσης. Τά ἔργα του, μικρά καί μεγάλα, ἦταν τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή, ὅλα ἦταν σύμφωνα μέ τό θέλημα καί τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ πλήρης ἀφοσίωση στόν Χριστό λείπει ἀπό τούς σημερινούς χριστιανούς. Θά ἔλεγα καί ἀπό τούς περισσότερους κληρικούς καί μοναχούς. Μέ τά λόγια τους εἶναι κοντά στό Χριστό καί μέ τά ἔργα τους πολύ μακριά του.
Γι᾽ αὐτό καί δέν μποροῦν νά κατανοήσουν τούς βιωματικούς λόγους τῶν Γερόντων, οἱ ὁποῖοι διαφέρουν πολύ ἀπό τά εὔκολα κηρύγματα καί τίς συνήθεις ἠθικολογίες. Καί τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά ὑποφέρουν ὅπως οἱ ἄπιστοι καί οἱ ἄθεοι. Ὡστόσο, ὁ Γέροντας Πορφύριος ἤθελε οἱ πιστοί νά ἔχουν ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό, γιατί εἶναι ἡ πηγή τῆς εὐτυχίας καί ὄχι δυστυχίας. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτος ὁ λόγος του καί πολύ διαφωτιστικός:
«Ὁ Χριστός εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας, εἶναι ὅ,τι καλό καί ὡραῖο. Εἶναι τό πᾶν. Ὁ Χριστός δέν ἔχει κατήφεια, οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἐνδοστρέφεια. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος βασανίζεται ἀπό διάφορους λογισμούς καί ἀπό καταστάσεις, πού κατά καιρούς τόν πίεσαν καί τόν τραυμάτισαν. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ χαρά, εἶναι ἡ ζωή, εἶναι τό φῶς, τό φῶς τό ἀληθινό, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πετάει, νά τά βλέπει ὅλα, νά τούς βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά τούς θέλει ὅλους μαζί Του, κοντά Του».
Ὅμως, γιατί δέν συμβαίνει αὐτό; Ποιό ἐμπόδιο τελικά ὑπάρχει, πού δέν μποροῦν νά ὑπερβοῦν οἱ ἄνθρωποι; Ἀφοῦ πιστεύουν καί ἔχουν ἀγαθή προαίρεση, γιατί βασανίζονται ἀπό τούς κακούς λογισμούς, τή μελαγχολία καί τίς θλίψεις. Γιατί ἡ χαρά τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται δική τους χαρά, γιατί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται καί δικό τους; Στά ἐρωτήματα αὐτά ὑπάρχει μία ἀπάντηση: Οἱ ἄνθρωποι δέν ἀνταποκρίνονται στά μηνύματα, πού τούς στέλνει ὁ Χριστός, γιατί εἶναι πνιγμένοι στίς ἀτέλειωτες βιοτικές μέριμνες καί δέν ἔχουν αὐξημένο πνευματικό ἐνδιαφέρον. Εἶναι χαρακτηριστικά τά ὅσα ἔλεγε γιά τό θέμα αὐτό ὁ Γέροντας τῆς Πάτμου Ἀμφιλόχιος: «Πολλές φορές ἔρχεται ὁ Χριστός καί σοῦ χτυπᾶ. Τόν βάζεις νά καθίσει στό σαλόνι τῆς ψυχῆς σου καί σύ ἀπορροφημένος ἀπό τίς ἀσχολίες σου ξεχνᾶς τό μεγάλο ἐπισκέπτη. Ἐκεῖνος περιμένει νά ἐμφανιστεῖς, περιμένει καί ὅταν πλέον ἀργήσεις πολύ, σηκώνεται καί φεύγει. Ἄλλη φορά πάλι εἶσαι τόσο ἀπασχολημένος, πού τοῦ ἀπαντᾶς ἀπό τό παράθυρο. Δέν ἔχεις καιρό οὔτε νά τοῦ ἀνοίξεις».
Οἱ βιοτικές μέριμνες ὁδηγοῦν στή ραθυμία καί στή μείωση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιά τήν πνευματική ζωή. Ξοδεύεται ὅλος ὁ χρόνος σ᾽ αὐτές καί σταδιακά λησμονεῖται ὁ σκοπός τῆς ζωῆς.
Ὅταν δέ ὑπάρχει καί τό πάθος τῆς πλεονεξίας, δέν μπορεῖ νά ἐλπίζει κανείς ὅτι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ἀνανήψουν καί νά ἀφοσιωθοῦν στόν Χριστό. Πάντα χρειάζεται τό μέτρο στίς δραστηριότητες, γιά νά ὑπάρχει χρόνος καί γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς.

Ορθόδοξος Τύπος, 6 /09/2013

Πότε υπακούουμε στον επίσκοπο, Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτου [mp3]


Ο Επίσκοπος πρέπει να υπακούη στο Ευαγγέλιο. Δι’ αυτό όταν χειροτονείται ο Επίσκοπος χειροτονείται κάτω από το Ευαγγέλιο και αυτό σημαίνει, όπως λέγουν οι Πατέρες, ότι ο λαός θα υπακούη εις τον Επίσκοπον υπό ένα όρο, ότι και ο Επίσκοπος θα υπακούη στο Ευαγγέλιο. Όταν όμως ο Επίσκοπος δεν υπακούη στο Ευαγγέλιο και δεν πράττη σύμφωνα με τους Ιερούς κανό­νας, τότε οι κληρικοί και ο λαός δεν είναι υποχρεωμένοι να υπακούουν στον Επίσκοπο. Στην περίπτωσι αντιφάσεως μεταξύ Ευαγγελίου και διδασκαλίας του Επισκό­που, οπότε δημιουργείται δίλημμα, είναι προτιμότερον να εφαρμόζεται το «πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πράξ. ε’ 29). Και τότε ηρωϊκοί κληρικοί και μο­ναχοί, ακόμη και απλοί λαϊκοί, εις περιπτώσεις που σι­γούν οι Επίσκοποι, σιγούν οι άμβωνες, τότε κάθε κληρι­κός και λαϊκός έχει το δικαίωμα και είναι υποχρεωμένος να είπη εκείνα τα όποια δεν τολμάει να είπη ο Επίσκο­πος είτε εκ δειλίας είτε υπό κοσμικού πνεύματος διαπνε­όμενος ή και εκ κακής αντιλήψεως. Και οσάκις εσίγησαν οι επίσημοι άμβωνες, τότε προέβαλαν την Ορθοδο­ξία απλοί και ταπεινοί μοναχοί και λαός, γυναίκες και άνδρες. Ας μη λησμονούμε δε, ότι ή Ρουμανία απηλλάγη από τον Τσαουσέσκου με την συνδρομή ενός αφανούς κληρικού ο όποιος άναψε την θρυαλλίδα της ελευθερίας και εσάρωσε το δικτατορικό και τυραννικό καθε­στώς του Τσαουσέσκου. Συνεπώς, ο κάθε κληρικός δεν είναι δούλος τού προϊσταμένου του Μητροπολίτου, άλλ’ οφείλει να υπακούη εις τον Επίσκοπον υπό τον όρον ό­τι ο Επίσκοπος θα είνε πρωτοπόρος στους ιερούς αγώνας.

Ημερολογιακό σχίσμα στην Ελλάδα : συγκλονιστικές λεπτομέρειες από έναν άγιο!

Ο γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος , πνευματικός υιός του αγίου Νεκταρίου είναι άγιος πέραν πάσης αμφιβολίας στη συνείδηση του πληρώματος τής εκκλησίας... Δεν διακηρύχθηκε όμως άγιος επισήμως , γιατί έλεγε πράγματα άβολα για το Οικουμενικό Πατριαρχείο...
Εν  Πάρω 16-8-1979

Αγαπητέ μοι εν Κυρίω π.Θεόκλητε

Έλαβον την επιστολήν σας προ δύο μηνών.Οσάκις ελάμβανα την γραφίδα
 να σάς γράψω, ήρχοντο  καθ΄ομάδας φιλόχριστοι ομογενείς ορθόδοξοι εκ των περάτων  της γης προς εξομολόγησιν και επειδή εβιάζοντο να επιστρέψουν εις τας εστίας τους, δεν ηδυνήθην να σας γράψω.
Σήμερον  εύρον ολίγην ευκαιρίαν και σάς απαντώ.
Ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος , του οποίου μοί γράφετε ότι ανατυπώνετε το βιβλίον του  «Ημερολογιακών κατηγοριών έλεγχος» (υποστηρίζει εις αυτό) ότι η διόρθωσις
του ημερολογίου δεν ήτο έργον ιδικόν του (εφ όσον δήθεν) εγένετο ομοφωνω γνώμη της ιεραρχίας,
αλλά και αποδεικνύει ότι ο παλαιοημερολογιτισμός είναι μια καθαρά πλάνη.

Η καθαρά αλήθεια είναι ότι ο Παπαδόπουλος εις επιτροπήν τινά, ήτις συνήλθε κατά το έτος 1923 δια
την διόρθωσιν του παλαιού ημερολογίου και διευθυντής της Rιζαρείου Σχολής  τυγχάνων, εξέφρασε την γνώμην του, ότι επ΄ουδενί λόγω επιτρέπεται η διόρθωσις του Παλαιού ημερολογίου  και η εισαγωγή του Νέου ημερολογίου εις την Εκκλησίαν,διότι θα κηρυχθή υπό των άλλων ομοδόξων και ορθοδόξων εκκλησιών ως σχισματική.

Την συνετήν, λογικήν και φρονίμην γνώμην του εδέχθησαν πάντα τα μέλη της επιτροπής και ωρίσθη
υπό της Ιεράς Συνόδου, όπως η Πολιτεία δια τα μετά των ευρωπαϊκών και λοιπών εθνών συναλλαγάς
και το εμπόριον ακολουθή το Νέον Ημερολόγιον, η δε Εκκλησία δια τας εορτάς το παλαιόν  και ούτω επι τινα καιρόν επεκράτει ειρήνη και εις την πατρίδα και εις την Εκκλησίαν.
Αλλ΄ότε μετά πάροδον ολίγων μηνών, ψήφω ουχί Θεού και λαού, αλλά ψήφω της τότε επαναστατικής Κυβερνήσεως  Πλαστήρα -Γονατά ανέβη (ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος)  εις το αρχιερατικόν θρόνον Αθηνών,  εισήγαγε το παπικόν ημερολόγιον τη διαταγή της κυβερνήσεως και τη συμβουλή του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη, αρχιμασσώνου, καινοτόμου, νεωτεριστού, φέροντος τον ανώτατον 33ον βαθμόν της μασσωνίας και φρόνημα στερεόν έχοντος το «έντεινε,κατευοδού, βασίλευε και διάιρει» .

Κατ΄αρχάς της εισαγωγής του αντικανονικώς, παρανόμως και απερισκέπτως (επιβληθέντος) Νέου Ημερολογίου εις την Εκκλησίαν δεν συνεφώνησαν, ως λέγει ο (αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος)
Παπαδόπουλος, πάντες οι αρχιερείς, αντέστησαν οκτώ Αρχιερείς, αλλά φοβηθέντες μήπως χάσουν τους θρόνους των υπεχώρησαν, τινές δε υπεχώρησαν δια τας ακρότητας  και τον φανατισμόν και τον αδιάκριτον ζήλον  τινών παλαιοημερολογιτών αγιορειτών, οι οποίοι εξετράπησαν  της ευθείας οδού,υπέπεσαν εις αιρέσεις, αναβαπτισμούς, αναμυρώσεις,κηρύττοντες και φρονούντες ότι τα μυστήρια άνευ του παλαιού ημερολογίου είναι άκυρα και ουχ υπάρχει σωτήρία εκτός του παλαιού ημερολογίου.

Επομένως το να λέγη ο Παπαδόπουλος ότι δεν ήτο έργον ιδικόν του και ότι εγένετο ομοφώνω γνώμη της Ιεραρχίας  η εισαγωγή του Νέου Ημερολογίου, εφ΄όσον αυτός ο ίδιος το εισήγαγε, κατόπιν διαταγής της κυβερνήσεως,  δεν λέγει την καθαράν αλήθειαν.

  Ότε δε η επαναστατική κυβέρνησις παρητήθη και εγένοντο εκλογαί προς ανάδειξιν νέας κυβερνήσεως, ο Π.Τσαλδάρης , αρχηγός του Λαϊκού κόμματος εζήτησε  από τους παλαιοημερολογίτας να τον ψηφίσουν και ως ανταπόδωμα της ψήφου των θα επανέφερεν  εις την Εκκλησίαν το παλαιόν ημερολόγιον.

  Μόλις ανέλαβε την εξουσίαν ο Π.Τσαλδάρης λαβόντες θάρρος τινές των φανατικών παλαιοημερολογιτών και  πιστεύσαντες εις τας υποσχέσεις του , ότι θα επανέφερε το παλαιόν ημερολόγιον, έγραψαν απειλητικάς επιστολάς  τω Χρυσοστόμω Παπαδοπούλω , ότι θα τον θανατώσουν εάν δεν επαναφέρη αμέσως το παλαιόν ημερολόγιον.
Τας επιστολάς ταύτας μοί υπέδειξεν πρωίαν τινα , ότε τον επεσκέφθην.

Και συγκεκινημένος και κατετρομαγμένος μοί είπεν, μόλις με είδε «Να με σώσης! Συ θα με σώσης»
«Τι τρέχει μακαριώτατε» ,τω είπον.
«Να» μού δείχνει κρατών μερικάς επιστολάς, «μού γράφουν οι παλαιοημερολογίται ότι θα με φονεύσουν»

Τότε ενεθυμήθην ότι τω είχον γράψει δύο επιστολάς , μίαν πρίν να εισαγάγη το νέον παπικόν ημερολόγιον  εις την ορθοδοξον ελλαδικήν εκκλησίαν, να μη τολμήση και το εισαγάγει
και διαιρέσει την εκκλησίαν είς δύο διαμαχόμενα στρατόπεδα, να φροντίση μετά των άλλων αρχιερέων ως καλοί ποιμένες, να ειρηνεύσουν, να ενώσουν την πολιτείαν, η οποία είναι διηρημένη εις δύο κόμματα, Βασιλικούς και Βενιζελικούς, και να επιμένη εις την πρώτην του γνώμην, την οποίαν επήνεσαν  και ησπάσθησαν πάντα τα μέλη τςη επιτροπής της περί διρθώσεως του Παλαιού Ημερολογίου το οποίον επί 1600 έτη σχεδόν ηκολούθει η Ορθόδοξος Εκκλησία και ουδεμίαν βλάβην έπαθε.

Την δευτέραν επσιτολήν των έγραψα κατο΄πιν της εισαγωγής του νέου ημερολογίου και τον
παρεκάλουν να επαναφέρη το Παλαιόν Εορτολόγιον το οποίον οι 318 Θεοφόροι Άαγιοι Πατέρες, οι συγκροτήσαντες την πρώτην ,  Μεγάλην,Αγίαν Οικουμενικήν Σύνοδον εθέσπισαν να μένη αιώνιον και ασάλευτον, πασαι  δε οι Επτά Οικουμενικαι, ως και αι τοπικαι συνοδοι εκύρωσαν και εφύλαξαν.
«Πρόσεχε» τω έγραφον ,«Μακαριώτατε,να το επαναφέρετε, διότι παρανόμως ,αντικανονικώς,
και απερισκέπτως εισήχθη και διά τούτο ήρχισαν οι καρποί αυτού.Ο γαρ καρπός του Αγίου Πνεύματος, λέγει ο απόστολος Πάυλος, το στόμα του Χριστού, εστίν αγάπη,χαρά,ειρήνη,μακροθυμία,χρηστότης.,αγαθωσύνη,πίστις,πραότης,εγκράτεια.
Ο δε καρπός του παπικού ημερολογίους εστί φθόνος,λύπη
θυμός,ύβρεις,διάιρεσις κλπ.
Σπεύσατε,  Μακαριώτατε, να το επαναφέρετε διότι θα έλθει ώρα και θα κτυπήσετε την κεφαλήν σας»

«Ενθυμηθήτε  Μακαριώτατε όταν σας έγραφα την επιστολήν εκείνην,
σας είπον ότι θα κτυπήσετε μόνος σας την κεφαλήν σας!»

Και τότε ήρχισε με τας δύο του χείρας να κτυπά την κεφαλήν του και να λέγη:
«Να μη το΄σωνα,Να μη το΄σωνα !».

Ελυπήθην εκείνην την στιγμήν κατάκαρδα και του λέγω :
«Μη λυπήσθε Μακαριώτατε,θα διορθωθή η κατάστασις.
«Τι θέλεις από εμέ τον ελάχιστον; Εις τι δύναμαι να σάς βοηθήσω; »
«Πήγαινε»,μοι λέγει, « εις τον πρόεδρον των παλαιοημερολογιτών και ειπέ αυτώτον παρακαλώ να υπάγη εις τον  κ.Πρωθυπουργόν να τού ειπή να με διατάξη και αύριον να εισαγάγω εις την Εκκλησίαν το Παλαιόν Ημερολόγιον.»
«Μακαριώτατε »,τω λέγω , «η Εκκλησία πρέπει να δίδη διαταγάς εις τους της Πολιτείας αρχηγούς,όχι να λαμβάνη, διότι πολλοί εξ΄αυτών είναι μασσώνοι,άθεοι,άπιστοι»
Μοί απήντησεν: «Επειδή η τότε επααστατική κυβέρνησις με διέταξε,πάλι η Κυβέρνησις πρέπει να με διατάξη»


«Μένε ,Μακαριώτατε, ήσυχος», τω λέγω «και θα σου φέρω απάντησιν»
Ως να είχον πτερά,επέταξα,διότι ενόμισα ότι επέστη η κατάλληλος ώρα να επέλθη
η ποθητή ειρήνη εις την Εκκλησίαν.
Έσπευσα,εύρον τον πρόεδρον των παλαιοημερολογιτών κ.Δημητρακόπουλον, με τον αντιπρόεδρον
κ.Ευστρατιάδην, διευθυντήν της εφημερίδος «Σκριπ», εις τον πρόεδρον της Βουλής κ.Πετρακάκον
και χαιρετίσας αυτούς τους είπον:
«Έρχομαι εκ μέρους του αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου,κομίζων χαράς Ευαγγέλια.
Μοί είπεν,Σας παρακαλεί,να παρακαλέσετε τον κ.Πρωθυπουργόν να τον διατάξη να εισαγάγη εις την Εκκλησίαν το Παλαιόν Ημερολόγιον  και ευχαρίστως από αύριον θα το εισαγάγη.
Ιδού λοιπόν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού καιρός γαλήνης,ειρήνης,ομονοίας και ενώσεως εις την διηρημένην Εκκλησίαν.»

Ο κ.Πετρακάκος πριν να σχηματισθή Κυβέρνησις υπό την προεδρίαν του Π.Τσαλδάρη, ο οποίος είχεν υποσχεθή εις τους Παλαιοημερολογίτας πως εάν τον εψήφιζαν, θα επανέφερε το Παλαιόν Ημερολόγιον, ήτο μέγας υπερασπιστής του  Παλαιού Ημερολογίου,έγραφε άρθρα και εδημοσίευεν εις εφημερίδας ,ότι  το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και η Εκκλησία της Ελλάδος να κηρυχθούν σχισματικαί, διότι παρεδέχοντο  ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, εγεννήθη,περιετμήθη,εβαπτίσθη, και μετεμορφώθη με το ΝέονΗμερολόγιον,  εσταυρώθη δε,ετάφη ,ανέστη και ανελήφθη με το Παλαιόν.
Πρέπει,εδημοσίευε, να αρθή εκ της βουλγαρικής εκκλησίας το σχίσμα που είχε καταδικασθή, ότι έκαμε μόνη της  Πατριαρχείον χωρίς την άδειαν του Οικουμενικού πατριαρχείου,διότι και άλλαι
Ορθόδοξαι Εκκλησίαι Ρωσίας,Ρουμανίας, Σερβίας έκαμαν Πατριάρχας και δεν κατεδικάσθησαν
ως σχισματικαί και ότι ουδεμία των ορθοδόξων Εκκλησιών εδέχθη το παπαικόν ,αιρετικόν Ημερολόγιον  ειμή μόνον το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και η Εκκλησία της Ελλάδος.

Ταυτα τα καυτά άρθρα του Πετρακάκου ,ετάραξαν και επτόησαν την Ιερά Σύνοδο της Ελλάδος
 και παρεκάλεσαν τον Πετρακάκον να παυση να γράφη ,διότι υπάρχει κίνδυνος δια την Εκκλησίαν της Ελλάδος να αφορισθή από τας άλλας ορθοδόξους εκκλησίας  και να καταδικασθή ως αιρετική,σχισματική και δια να τον πείσουν να παύση να γράφη ,τον διώρισαν Βασιλικόν Επίτροπον, δικηγόρον της Ιεράς Συνόδου, δικηγόρον των Ιερών Μονών Πεν΄τελης και Πετράκη με παχυλούς μηνιαίους μισθούς, υπερβαίνοντος και τον μηνιαίον μισθόν αυτού του Υπουργού.
Οπότε έπαυσε να γράφη και να είναι πολέμιος του Νέου Ημερολογίου και έγινε
δι αυτά τα αργύρια υπερασπιστής του Παπικού ημερολογίου και πολέμιος του Παλαιού.

Αγνοών ταύτα, τώ είπον, ότι επέστη καιρός να ειρηνεύση, να ενωθή η Εκκλησία  και δια τούτον, όταν τω είπον ότι ο Μακαριώτατος Χρυσόστομος μοί είπεν  ότι όταν τον διατάξη η Κυβέρνησις να επαναφέρη το Παλαιόν Ημερολόγιον αμέσως την επεομένην ημέραν θα επαναφέρη το Παλαιόν Ημερολογιον ,  εταράχθη και μοί είπεν, ότι η κυβέρνησις δεν έχει σκοπόν να δώσει τοιάυτην διαταγή.

Τότε εγερθείς ο αντιπρόεδρος των Παλαιοημερολογιτών Ευστρατιάδης και πλησιάσας αυτόν, τω λέγει μετά θυμού:
«Δεν πταίει ο Μητροπολίτης Παπαδόπουλος.Πταίετε εσείς...
Είσθε ψεύσται,άτιμοι,θεομπαίκται,προδόται.
Και αυτό που σού λέγω να τα ειπής και εις τον πρόεδρον της κυβερνήσεως Τσαλδάρην ..Διότι ενώ μας υπεσχέθη ότι  θα επαναφέρη το πάτριον ημερολόγιον, τώρα αθετείτε τας υποσχέσεις σας, άρα είσθε δόλιοι,ψεύσται,απατεώνες!»

Ιδών ότι ο θυμός και η φιλονικία ηύξαναν και εάν δεν ήτο ο Πρόεδρος των Παλαιοημερολογιτών,
ο οποίος τους συνεβούλευε να παύσουν τας φωνάς και τας ύβρεις και με σύνεσιν
και πραότητα να συζητήσουν, θα ήρχοντο και εις χείρας, επέστρεψα και είπα εις τον Αρχιεπίσκοπον :
«Μακαριώτατε, η Κυβέρνησιςμοι είπεν ο Πρόεδρος της Βουλής, δεν δίδει άδειαν...
Αποκρύβηθι μικρόν έως αν παρέλθη η οργή Κυρίου»
Δεν παρήλθον πολλαί ημέραι και ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως Τσαλδάρης,
 ο οποίος υπεσχέθη εις τους Παλαιοημερολογίτας, ότι εάν τον ψηφίσουν
θα επαναφέρη το Παλαιόν Ημερολόγιον,εξώρισε τους επισκόπους των παλαιοημερολογιτών
Τότε έλαβε θάρρος ο (αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος) Παπαδόπουλος και γράφει,
 ότι (δήθεν ) εκείνος δεν εισήγαγε το (νέον) ημερολόγιον αλλ΄η ομόφωνος γνώμη της Ιεραρχίας.
Δεν λέγει όμως την αλήθειαν
Η αλήθεια είναι, ότι εκείνος το εισήγαγε, κατόπιν διαταγής της τότε κυβερνήσεως και της συμβουλής του τότε Οικουμενικού Πατριαρχου (Μελετιου) Μεταξάκη.

Ώφειλεν ως Αρχιεπίσκοπος να τηρήση την πρώτην γνώμην του την ορθήν , την συνετήν, την λογικήν και φρονίμην, ότι δεν δύναται η Εκκλησία της Ελλάδος να δεχθή την διόρθωσιν του Παλαιού Ημερολογίου άνευ της συμφώνου γνώμης όλων των ορθοδόξων Εκκλησιών διότι θα κηρυχθή ως σχισματική
και την οποίαν παρεδέχθησαν όλα τα μέλη της Επιτροπής και  η τότε Εκκλησία της Ελλάδος και η Κυβέρνησις.
Το να αποδεικνύη, ως γράφετε (π.Θεόκλητε) ότι ο παλαιοημερολογιτισμός είναι μία καθαρά πλάνη, τούτο αποδεικνευει αστάθειαν χαρακτήρος και πλάνην του νοός και της διανοίας.
Εάν έλεγεν, ότι τινες των φανατικών και υπερζηλωτών Παλαιοημερολογιτώ, επλανήθησαν
παρερμήνευσαν τους αγίους 318 θεοφόρους Πατέρας , οι οποίοι εθέσπισαν και μάς παρέδωκαν το παλαιόν ημερολόγιον  δια να εορτάζωμεν συμφώνως την εορτήν του Πάσχα την ιδίαν ημέραν και μη γίνωνται έρεις αναμεταξύ των χριστιανών  θα εδικαιολογείτο, οι Άγιοι Πατέρες δεν μάς παρήγγειλαν ότι  το Παλαιόν Ημερολόγιον θα μάς σώση και ότι με αυτόν θα τελώμεν τα Μυστήρια.

Αλλά το να λέγη, ότι ο παλαιοημερολογιτισμός είναι καθαρά πλάνη,τότε κατηγορεί και θεωρεί ως
 πλανεμένους τους 318 Θεοφόρους Πατέρας που το εθέσπισαν,  όλας τα Οικουμενικάς και τοπικάς Συνόδους, αο Οποίαια το ηκολουθησαν και το εκύρωσαν και  όλας τας Ορθοδόξους Εκκλησίας που το ηκολούθησαν άχρι του 1924, κατηγορεί δε και τον εαυτόν του, όστις το 1923 το εστήριξεν και το 1924 το εκρήμνισε.

Τούτο το έπαθεν, διότι ηκολούθησε, ως μή ώφειλε, τον νεωτεριστήν, καινοτόμον , μασσώνον (πατριάρχην Μελέτιον) Μεταξάκην, δια τον οποίον  -όταν του υπενθύμισα ότι εάν δεν καταργήση το παρανόμως εισαχθέν νέον Παπικόν Ημερολόγιον- θα έλθη ημέρα και θα κτυπήση την κεφάλην του.
Όταν ήλθεν η ημέρα και εκτύπησε την κεφαλήν , έλεγε μετά στεναγμών και δακρύων:
«Να μη το΄σωνα,να μη το΄σωνα.Αυτός ο διεστραμμένος ο Μεταξάκης με πήρε στο λαιμό του!».
Ο (πατριάρχην Μελέτιον) Μεταξάκης τον συμπαρέσυρε και εις άλλα άτοπα, τα οποία παραλείπω, λέγω δε και φρονώ εν καιθαρά συνειδήσει, ότι εάν δεν τον ηκολούθει και συνεφώνει μετ΄αυτού,
θα ανεδεικνύετο ως εις των νεωτέρων διδασκάλων και συγγραφέων του έθνους και της Ορθοδόξου ημων Εκκλησίας, ως τον Ευγένιον Βούλγαρην,Νικηφόρον Θεοτόκην,Μακάριον Νοταράν , Νικόδημον Αγιορείτην, Αθανάσιον τον Πάριον,Νεκτάριον Πενταπόλεως.

Αλλά αντί να ακολουθήση τούτους και μένη σταθερός και στερεός εις τας Αποστολικάς και Πατρικάς Παραδόσεις, ηκολούθησε τον (πατριάρχην Μελέτιον) Μεταξάκην, με τον οποίον ήνοιξαν τας θύρας του λογικού των ποιμνίου , εις τον Αθηναγόρα, τον Χαλκηδόνος Μελίτωνα,Ιάκωβον Αμερικής οι οποίοι εισελθόντες εις την λογικήν Ποίμνην,κατεσπάραξαν τα λογικά πρόβατα και το Οικουμενικόν Πατριαρχείον.

Δεν ρίχνω το βάρος και την αιτίαν όλην ακεραίαν τοις Πατριάρχαις και Αρχιερεύσι, πταίουν και οι λαϊκοί που τους εγέννησαν και κατά τας καρδίας αυτών , δίδει (ο Θεός)  τους άρχοντας.Πταίομεν πάντες και πρώτος εγώ.
Εάν είπομεν , ότι δεν αμαρτάνωμεν ψευδόμεθα .

Μία των κακών η διόρθωσις: η αληθής και ειλικρινής μετάνοια και επιστροφή
προς τον Πανάγαθον , αληθή Θεόν και Πατέρα Ουράνιον.
Εάν μετανοήσωμεν θα σωθώμε, εάν μη μετανοήσωμεν θα κολασθώμεν.
Ας προτιμήσωμεν την οδόν της μετανοίας.

Μετά αδελφικής και πατρικής αγάπης

Αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος.